Τα Χριστούγεννα δεν πρέπει να σου λείπει κανείς. Έτσι έχω ακούσει. Εμένα όμως γιατί μου λείπει; Μου λείπει τόσο πολύ. Μου λείπει να ξυπνάω κάθε πρωί και το πρώτο πράγμα που να βλέπω να είναι αυτός. Με την μητέρα μου στολίσαμε το Χριστουγεννιάτικο δέντρο. Ο πατέρας μου έχει πάει πίσω στο Λονδίνο για κάτι δουλειές αλλά είπε ότι σε 3 μέρες θα γυρίσει. Άρχισαν οι διακοπές για τα Χριστούγεννα και αυτό σημαίνει όχι σχολείο. Αυτό είναι το μόνο που με κάνει λίγο χαρούμενη. Κάθομαι στον καναπέ και βλέπω τηλεόραση μέχρι που ακούω την φωνή της μητέρας μου. "Τζεν δεν ακούς που σου μιλάω;" "Συγνώμη, τι θες μαμά;" "Μπορείς να πας να ψωνίσεις μερικά πράγματα;""Βλέπω τηλεόραση." "Τζεν βοήθησε με σε παρακαλώ! Το βράδυ θα έρθει η γιαγιά και ο παππούς για φαγητό. Έχω πολλές δουλείες, δεν προλαβαίνω να τα κάνω όλα." "Καλά εντάξει!" πήγα να ντυθώ και ύστερα πήγα στο σούπερ μάρκετ. Στην αρχή δεν είχα και πολύ όρεξη αλλά μετά σκέφτηκα γιατί όχι; Το να βλέπω την πόλη με τα Χριστουγεννιάτικα φωτάκια μου και διάφορα τέτοιου είδους μου κάνει καλό. Μου αρέσει τόσο πολύ. Έκανα τα ψώνια και άρχισα να πηγαίνω σπίτι. Είμαι έτοιμη να βγάλω το κλειδί για να ανοίξω την πόρτα όταν ακούω μία αντρική φωνή να λέει το όνομά μου και να με αρπάζει από το χέρι.
Αφήνω τα πράγματά μου στο σπίτι και πηγαίνω ξανά στο αυτοκίνητο. Πηγαίνω να την βρω. Σταματάω το αυτοκίνητο έξω από το σπίτι της και την βλέπω να βγάζει από την τσάντα της τα κλειδιά. Βγαίνω γρήγορα απο το αυτοκίνητο πάω από πίσω της και την αρπάζω από το δεξί της χέρι. Της πέφτουν κάτω τα κλειδιά. "Δεν θα μου φύγεις εμένα τόσο εύκολα! Πάντα θα σε βρίσκω." με κοιτάει με τα πράσινα μάτια της τρομαγμένη. "Σου είπα να μην έρθεις. Γιατί ήρθες; Γιατί δεν με άκουσες;" την φέρνω πιο κοντά μου καθώς της κρατάω ακόμα σφιχτά το χέρι "Τζεν το πήρες πολύ σοβαρά το θέμα. Δεν έγινε τίποτα με την Χέλεν. Πάμε πίσω στο σπίτι μας!" "Κόλιν τι δεν καταλαβαίνεις; Άσε με" τραβάει μακριά το χέρι της καθώς της το κρατάω "Θέλω να σκεφτώ." "Να σκεφτείς τι; Τι να σκεφτείς; Εσένα θέλω. Μόνο εσένα θέλω!" για μερικά δευτερόλεπτα δεν μιλάει. Κοιτάει κάτω και δαγκώνει τα χείλη της. "Κόλιν σε παρακαλώ φύγε."
Θέλω τόσο πολύ να του πω "Μην φύγεις. Μείνε. Μείνε και πάρε με μαζί σου." αλλά για κάποιον λόγο δεν μπορώ. Ίσως ο εγωισμός να είναι ακόμα μέσα μου. Ίσως γιατί η σκηνή που φιλάει την Χέλεν να είναι ακόμα μέσα στο μυαλό μου. Δεν μπορώ να το ξεχάσω. Είμαι έτοιμη να πάω μαζί του αλλά αυτή η σκηνή γυρνάει και στοιχειώνει το μυαλό μου. "Θα φύγω μόνο αν φύγουμε μαζί." τότε τον κοιτάω σε αυτά τα γαλανά μάτια που κάθε φορά όταν τον κοιτάω με κάνουν να ταξιδεύω. Αυτή την φορά δεν στοιχειώνει τίποτα το μυαλό μου. Θέλω απλά να φύγω μαζί του. Τον έχω μπροστά μου και δεν μπορώ να του αρνηθώ. Αλλά η πόρτα ανοίγει και εμφανίζεται η μητέρα μου. "Τζεν τι κάνεις εδώ;" με κοιτάζει κάπως περίεργα και ύστερα το βλέμμα της έπεσε στον Κόλιν. "Εσύ είχες πάρει την κόρη μου μακριά μου." ο Κόλιν δεν λέει κάτι. Κάνει ένα βήμα πίσω καθώς με κοιτάει. "Δεν τελειώσαμε Τζεν." φεύγει και μένω με την μητέρα μου. "Τι εννοεί δεν τελειώσατε; Νόμιζα πως είχες τελειώσει μαζί του." "Μαμά για το αν τελειώσω με τον Κόλιν είναι δικό μου θέμα." μπαίνουμε μέσα στο σπίτι και αφήνω της τσάντες με τα ψώνια πάνω στο τραπέζι. Η μητέρα μου έρχεται ακριβώς μπροστά μου. "Τζεν γύρισες πίσω και δεν πρoκειται να φύγεις ξανά. Ο πατέρας σου δεν θα σε αφήσει να φύγεις ξανά. Πρέπει να τον ξεχάσεις αυτόν τον άνθρωπο." "Δεν μπορώ!" το φωνάζω δυνατά και με λίγα νεύρα. "Δεν μου είναι εύκολο." κοιτάω κάτω και η μητέρα μου με πλησιάζει "Τζεν, πρέπει να προχωρήσεις. Να γνωρίσεις κάποιον καινούριο. Να νιώσεις ξανά." "Ποιος σου είπε ότι θέλω να νιώσω ξανά; Εγώ θέλω να νιώθω μόνο για αυτόν. Νόμιζα πως ήσουν εδώ για μένα." "Και είμαι εδώ για σένα. Απλά...Έχω δει πόσο στεναχωρημένη είσαι από την μέρα που ήρθες και δεν μπορώ να σε βλέπω άλλο έτσι. Δεν θέλω να στεναχωριέσαι για αυτόν." "Θα πάω μία βόλτα." παίρνω τα κλειδιά και πάω έξω. Καθώς περπατάω περνάω από το σπίτι της Έλλης. Έχω να μιλήσω μαζί της μήνες. Σκέφτομαι να πάω και να χτυπήσω την πόρτα. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα είχα βρεθεί έξω από την πόρτα της να περιμένω. Η πόρτα ανοίγει και εμφανίζεται μπροστά μου κάποιος που δεν περίμενα. Είναι χωρίς μπλούζα και με κοιτάζει ξανά και ξανά. "Τζεν;" ".... Ζακ; Τι κάνεις εδώ; Η Έλλη;" "Είναι στο δωμάτιο. Εε...Πέρνα μέσα. Θα πάω να την φωνάξω." περνάω μέσα με αργά βήματα. Ο Ζακ πάει να φωνάξει την Έλλη. Τι γίνεται εδώ; Τα έχουν αυτοί οι δύο; Πότε πρόλαβαν; Τόσα πολλά έγιναν σε 2 μήνες; Κατεβαίνουν από τις σκάλες και η Έλλη με κοιτάζει περίεργα. "Γύρισες." "Ναι." "Χαίρομαι που βρήκες χρόνο και για μένα." "Έλλη τι λες; Πάντα σε σκεφτόμουν." "Αλήθεια; Τότε γιατί δεν έπαιρνες και κανένα τηλέφωνο;" "Την τελευταία φορά που σε πήρα μου μίλησες σαν να μην το ήθελες." "Με κατηγόρησες για κάτι που ξέρεις ότι δεν θα έκανα ποτέ." "Νομίζω πως δεν είναι καλή στιγμή να μιλήσουμε για αυτά." "Ο Ζακ είναι δικός μου άνθρωπος πλέον." "Αλλά δεν είναι δικός μου." "Εγώ φεύγω έτσι και αλλιώς. Χάρηκα που σε είδα Τζεν." μου χαμογελάει και φεύγει. Έχω μείνει μόνη μου με την Έλλη. "Έλλη τι έπαθες μαζί μου; Τι σου έκανα;" "Έφυγες, αυτό έκανες. Με παράτησες για έναν γκόμενο!" "Δεν σου επιτρέπω να τον αποκαλείς έτσι! Ξέρεις ότι είναι ο άντρας που αγαπάω και νοιάζομαι. Δεν σε παράτησα ποτέ και κανέναν. Πάντα σε είχα στο μυαλό μου, πάντα σκεφτόμουνα αν είσαι καλά. Το ότι έφυγα για να ζήσω με αυτόν που αγαπώ δεν σημαίνει ότι σε παράτησα." "Και τώρα τι; Είδες πρόβληματα στην σχέση σας και είπες να γυρίσεις πίσω; Ξέρεις κάτι; Είχες δίκιο. Εγώ είπα στον πατέρα σου ότι είσαι στο Λονδίνο." μου έρχεται να κλάψω. Μόλις με πλήγωσε ένα άτομο που είχα πάρα πολύ ψηλά. Την κοιτάζω στα μάτια. "Ξέρεις ότι κατέστρεψες την ευτυχία μου που είχα χτίσει στο Λονδίνο με πολύ δυσκολία;" "Δεν με νοιάζει." δακρύζω και κοιτάζω κάτω. Κάνω αργά βήματα προς τα πίσω και φεύγω. Δεν θέλω να την δω ξανά. Δεν έχω κάτι άλλο να πω μαζί της. Περπατάω στο δρόμο μέχρι που μου έρχεται ένα μήνυμα από τον Κόλιν.
"Συνάντησε με στο πάρκο. Θα είμαι εκεί σε 10 λεπτά. Αν δεν έρθεις, γυρίζω πίσω στο Λονδίνο." της στέλνω αυτό το μήνυμα. Πιστεύω να κάνει το σωστό.
YOU ARE READING
My Teacher
FantasyΗ Τζεν κάνει έρωτα για πρώτη φορά με έναν μεγαλύτερο της και όταν ξυπνάει αυτός έχει εξαφανιστεί. Πιστεύοντας ότι δεν θα τον δει ξανά προσπαθεί να το ξεπεράσει και η καινούρια σχολική χρονιά της ξεκινάει με καινούρια πρόσωπα. Ένα από αυτά είναι και...