~V~

108 38 17
                                    

«Ποτέ δεν σταμάτησες να τον περιμένεις, σωστά;»

Ξαπλώνει πίσω στον κρύο τοίχο του δωματίου και αναστενάζει, το τσιγάρο να σβήνει αργά ανάμεσα στα λεπτά της χείλη. Μια αχτίδα ήλιου περνά τα σπασμένα παντζούρια και δημιουργεί μια κίτρινη γραμμή πάνω στα γκρι της μάτια.

Ο καπνός βγαίνει ακατάστατος από μέσα της και χάνεται στο άδειο δωμάτιο. Ένα μικρό τετράγωνο χωρίς χρώμα και γεμάτο σκόνη. Ένα μέρος που κάποτε ήταν γεμάτο με τα γέλια και τον έρωτα τους. Τώρα πια ένα αχούρι για εκείνην να κάτσει και να περιμένει.

Κλινγκ.

Αρπάζει το τηλέφωνο και τα μάτια της φωτίζουν για ένα δεύτερο, η καρδιά της φτερουγίζει και τα χέρια της τρέμουν. Δεν είναι αυτός. Δεν είναι το μήνυμα του. Το παρατάει με αδιαφορία και βγάζει το τσιγάρο για να αναπνεύσει καλύτερα.

«Ακόμη τον περιμένεις. Για πάντα θα τον περιμένεις».

Ξαπλώνει το κεφάλι πίσω και κλείνει τα μάτια. Τόσο όμορφη και τόσο νέα. Τόσο γλυκιά και τόσο καλή. Τόσο χαριτωμένη και τόσο ζωηρή. Εθισμένη όμως σε ένα δηλητήριο όπως εκείνον. Εθισμένη στο πόσο την πληγώνει και την καταστρέφει. Εθισμένη στην ιδέα ότι αυτός θα αλλάξει. Εθισμένη στην θανατηφόρα ομορφιά του.

«Δεν θα έρθει ποτέ και το ξέρεις».

Γελά πλαγίως και βάζει το τσιγάρο πίσω στα ξηρά της χείλη.

«Τότε γιατί τον περιμένεις ακόμη;»

Aesthetic Poems [✔]Where stories live. Discover now