*****Ένα ποίημα που είχα γράψει στις πρώτες μου επαφές με την ποιήση, κάπου στα 17 με 18. Όλα τα παλιά ποιήματα τα έχω στο πρόχειρο (πάνω απο 150), μα σήμερα τυχαία έπεσε το μάτι μου σε αυτό. Θυμάμαι πως το είχαν αγαπήσει όλοι και έτσι και εγώ το ξαναγάπησα. Δεν είναι γραμμένο ορθά, ούτε έχει καλή ροή του λόγου, μα το κάθε ποίημα είναι μοναδικό και κρύβει μέσα του μεγάλη αλήθεια. Η αλήθεια κρύβεται στα μάτια του κάθε παρατηρητή-αναγνώστη. Εδώ κείτεται η ωμή αλήθεια μου, εκεί στα 18.
"Άνεμος"
Μείναμε μόνοι στο ξημέρωμα, δύο αδέρφια σ' ένα απέραντο μπαλκόνι.
Ο θάνατος κοντοζυγώνει μικρή, φορά τα ρούχα που σε γνώρισα, στο τελευταίο μας φιλί.
Άσε το μαύρο να ρουφήξει ότι είχαμε εκεί.
Η αλήθεια πάντα γυμνή θα κόβει βόλτες, σε ένα τσιγάρο, δυο ποτά και ένα γέλιο.
Ακούω φωνές στο ξέφωτο την νύχτα να προβαίνουν και έπονται δύο χάδια του ανέμου και σε φέρνουν.
Και σε φέρνουν και σε πηγαινοφερνουν όλο και ξανά, κάθε βράδυ, κάθε άνεμο... Ποτέ θα πάψει να φυσάει;...Έχω τρελαθεί πια.
Πότε θα σπάσει η σιωπή την χαρά να ζητά, ποτέ τα δάκρυα θα φύγουν όπως κάνανε παλιά;
Βαρέθηκα να πνίγομαι στον δικό μου ωκεανό.
Οι φίλοι να με μεθάν με λόγια αιματηρά που χτυπάν το παρελθόν μου.
Γυάλινο κενό μου θα σπάσεις μια μέρα,
μέσα στους ανθρώπους κρύβεται η φοβερά καθώς ο άνεμος φυσά.
Ο άνεμος του παρελθόντος που χτυπά την πόρτα και θερίζει. Ο άνεμος που φυσούσε και παλιά.
Ο ίδιος άνεμος που σε πήρε μακριά.
Όσα πέρασα νύχτα θέλω ένα βραδυ να στα πω, να φωνάξω στο κενό σου δίχως κάνεις να με ακούσει,
Να κλάψω και ο λυγμός μου τον θάνατο να παρακούσει.
Θέλω να τα βγάλω από μέσα μου, όλα που κάνεις δεν βλέπει και είδε ποτέ.
Όλα αυτά που κάνεις δεν ρώτησε να μάθει και ας μην ήθελε, που κανείς με εμένα δεν βυθίστηκε.
Ότι με έκανε όπως με βλέπεις τώρα... ότι με έκανε να τα δίνω όλα για αυτούς που λίγα μου έχουν δώσει. Ένα χάδι συναισθήματων θέλω μόνο να γνωρίσω την αλήθεια της αγάπη που ποτέ δεν σε ξέχνα.Νύχτα τα μάτια μου κλείνουν σιγά σιγά.
Όταν θα κάτσω να στα πω φρόντισε να μην φυσά.