×Κεφάλαιο 4×

826 135 70
                                    

Το ίδιο βράδυ, καθώς και οι δύο είχαν επιστρέψει σπίτια τους, δεν κοιμήθηκε κανείς τους.

Από τη μία η Εβίτα ήταν έξω στο μπαλκόνι της καπνίζοντας, πίνοντας και πηγαίνοντας πάνω κάτω φανερά προβληματισμένη.

Η συζήτηση με τον μεγάλο επιχειρηματία ήταν συνεχώς στο μυαλό της. Η αηδία που ένιωθε όταν την ακούμπησε ή όταν ήρθε κοντά της δεν μπορούσε να φύγει από το σώμα της, όσο και αν έτριβε στο μπάνιο για ώρες το σώμα της .

Ακόμα, εκείνος  που παρακολουθούσε τον υπολογιστή της, ποιος ήταν, αναρωτιόταν ξανά και ξανά...

Ξεφυσουσε, θέλοντας να διαγράψει τις σκέψεις τις και να πάει να κοιμηθεί όμως η νύχτα ήταν μεγάλη και για τους δύο.

Από την άλλη ο άντρας από το απέναντι διαμέρισμα, την έβλεπε να βασανίζεται και ήταν έτοιμος να πάει απέναντι και να της μιλήσει, να τη ρωτήσει τι έχει, τι την προβληματίζει, γιατί δεν μπορεί να κοιμηθεί.

Όμως με ποιο δικαίωμα ;
Ούτε φίλος της ήταν, ούτε σύντροφος της, ούτε συγγενής.
Ήθελε να χτυπήσει τον εαυτό του που ακόμα δεν είχε βρει ένα τρόπο να έρθει κοντά της.

Στο μυαλό του ήρθε η σκηνή που η Εβίτα τραβούσε το χέρι της μακριά από τον μεσήλικα άντρα και η έκφραση της όταν εκείνος την πλησίασε στο αυτί.

Ήταν παράξενο, όμως δεν ήξερε τι να αισθανθεί...
Το μυαλό του έπαιζες περίεργα παιχνίδια κάνοντας σενάρια με διαφορές εκδοχές, όμως έπρεπε να μάθει..

Έπρεπε...

{...}

Το επόμενο πρωί και οι δυο ξανά πήγαν για τρέξιμο...

Η Εβίτα πια ήταν πιο προσεκτική, τους κοίταζε όλους να κανένας δεν έμοιαζε με εκείνον..

Όλοι ήταν φυσιολογικοί στα μάτια της, κανένας δεν φαινόταν ύποπτος.
Τουλάχιστον όσα μπορούσε να βάλει το αθώο της μυαλό.

Ο άγνωστος άντρας έβλεπε τις κινήσεις της και πρόσεχε παραπάνω, ήταν έξυπνος και έτσι λίγα μέτρα πιο πίσω την παρακολουθούσε σαν καλός κατάσκοπος.

{...}

Και οι δυο στο γραφείο τους μπροστά από έναν υπολογιστή , ο άντρας να προσπαθεί να βρει τρόπους για να χακάρει τον υπολογιστή της, εκείνη να δουλεύει...

Οταν τελικά, μετά από πολλές προσπαθείες κατάφερε να ξανά μπει στο υπολογιστή της.

Εκεί την είδε να κάνει μια συναλλαγή.
Η ημερομηνία έγραφε 1η του Ιούνη και κάθε πρώτη του μήνα, η Εβίτα καταθέτει σε ένα τραπεζικό λογαριασμό 500 ευρώ .

Πήρε τον τραπεζικό αριθμό και τον έψαξε σε μια εξελιγμένη μηχανή αναζήτησης.
Εκεί βρήκε ότι ι λογαριασμός αυτός ανηκει σε άπορες οικογένειες, ή παιδιά χωρίς γονείς.

Ένα περήφανο χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπο του.

"Είσαι ένα αγγελικό τέρας " αναφώνησε και αφού χασμουρηθηκε πήγε για ύπνο αφού όλο το βράδυ δεν έκλεισε μάτι.

{...}

"Μαρία, ένα καφέ σκέτο γρήγορα " προστάζει μέσα από το τηλέφωνο η Εβίτα κουρασμένη.

Δεν άργησε να έρθει η παραγγελία της και αμέσως ήπιε κάποιες σταγόνες  και ένιωσε να τσιτώνει αμέσως...

"Πάει η συναλλαγή, το ρεύμα, το νερό.
Γιατί κάτι ξεχνάω;  " έλεγε και ξανά έλεγε.

"Ω το δώρο της μαμάς...
8 χρόνια που έχω να τη δω.....
ώρες ώρες μου λείπεις πολύ μαμά. " είπε λίγο ψιθυριστά στον εαυτό της και αφού ήταν ώρα μεσημεριανού εκείνη επέλεξε να πάει να πάρει το δώρο της μητέρας της που σε λίγες μέρες είχε γενέθλια.

Θα το έστελνε σε δέμα, οι γονείς της δεν ήξεραν που έμενε, κανείς βασικά.
Από εκείνη τη μέρα, πριν 8 χρόνια, εξαφανίστηκε χωρίς να δώσει σημείο ζωής. Μόνο τα δώρα που κάνει στους γονείς της σε κάθε γενέθλια και χριστούγεννα και τους λέει πως είναι καλά.

Καμία άλλη επαφή, όμως εκείνοι δεν φταίνε, εκείνος μένει εκεί και για αυτό δεν θέλει να έχει καμία επαφή μαζί του, όσο και αν την πονάει...

×××××××××××××××××××××××××××

Γεια σας, ακόμα μια εξέλιξη στην ιστορία μας.

Είναι αρκετά νωρίς αλλά μπορείτε να φανταστείτε τι μπορεί να έχει συμβεί στην Εβίτα;

Όσο για τον άγνωστο άντρα, μάλλον σύντομα θα κάνει κίνηση, κανείς δεν ξέρει.

Και εκείνος κρύβει πολλά....
Όμως δεν είναι επικίνδυνος...

Μέχρι την επόμενη φορά, να περνάτε καλά.

-ΕΜΜΟΝΗ-Donde viven las historias. Descúbrelo ahora