Προς: τίποτα νούμερο δύο
Από: εμέναΑγαπημένο μου πρόσωπο,
Γλυκιά μου φίλη,
Ανούσια ύπαρξη,Φυσικά και θα βρισκόσουν σε αυτή τη λίστα των γραμμάτων. Διαβάζοντας τα γράμματα μου, όλα ένα προς ένα, νιώθοντας κάθε λέξη, μου φαίνεται πολύ λογικό να καταλάβεις κι εσύ η ίδια γιατί, έπρεπε να γράψω για εσένα.
Λογικά, τώρα θα χαζολογάς, μιλώντας με τις υποτιθέμενες φίλες σου, με τις οποίες και θα είσαι τσακωμένες σε λίγο καιρό, θεωρώντας τες εχθρούς σου. Λογικά, θα είσαι με την προηγούμενη φίλη μου, την αγαπημένη, λέγοντας πόσο -καλή(;), υπέροχη(;)- κοπέλα ήμουν εγώ απέναντι σας, σκάβοντας μου τον λάκκο, τοποθετώντας μέχρι και φωτογραφία μου πάνω στον τάφο.
Μάλλον όμως έχετε ξεχάσει κάτι.
Οι νεκροί ανασταίνονται μετά τις δώδεκα.
Έτσι λοιπόν,
Αγαπημένο μου πρόσωπο,
Γλυκιά μου φίλη,
Ανούσια ύπαρξη,Πρέπει να ξέρεις πως ο,τι κι αν πεις, ο,τι κι αν κάνεις θα βρίσκομαι πάντοτε εκεί δίπλα σου, αγκαλίτσα, μια και, ούτε εσύ κατάφερες να με φοβισεις.
Αναρωτιέμαι βέβαια πώς και γιατί καταλήξαμε σε αυτό το σημείο. Πίστευα πολύ σε εσένα και στο ο,τι είχε αναπτυχθεί μεταξύ μας, δύο χρόνια τώρα. Δύο χρόνια μεν λίγα, αλλά με πολύωρες συζητήσεις κάθε μέρα του χρόνου. Ξοδεύοντας τον τότε υπαρκτό ελεύθερο χρόνο, γιατρεύοντας σε.
Φυσικά, όταν η αγαπημένη μου φίλη σου έβαλε λόγια, η συμπεριφορά σου ήταν τόσο παιδική που με έβαλε σε σκέψεις για το, εάν μιλούσα, τόσο καιρό, με μία ώριμη κοπέλα ή απλά, με ένα πεντάχρονο κορίτσι, κακομαθημένο και γεμάτο γκρίνια.
Κάπου εδώ όμως, πρέπει να αρχίσω να αφηγούμαι και να ερμηνεύσω ένα μόνο πράγμα, τον λόγο που γίναμε έτσι. Τον λόγο για τον οποίο, όποτε βλέπουμε η μία την άλλη αλλάζουμε πλευρό, τον λόγο για τον οποίο εσύ λες στα, επίσης, ανούσιας ύπαρξης τσιράκια σου, να μη μου μιλάνε, γιατί να! Δες, πως συμπεριφέρομαι. Μάλλον, όπως θα έπρεπε εσύ να κάνεις.
Ήρθες στη ζωή μου λίγο αργοτερα σε σχέση με το προηγούμενο τίποτα. Τότε, όπως ήδη θα γνωρίζεις, όπως ήδη έχεις διαδώσει, ήταν μία πολύ δύσκολη χρονική περίοδος. Βασιζόμουν σε δύο τίποτα ταυτόχρονα (ένα εσύ, κι ένα άλλη). Καταλαβαίνεις πως τα άτομα που έμπλεκαν με εμένα ήταν ένα κι ένα. Να, καλή ώρα.
Κοιτώντας μηνύματα, διαβάζοντας όλες εκείνες τις αληθινά ψεύτικες ευχές, κατέληξα να πονάω. Να πονάω και για τις δυο μας. Πέρασα νύχτες και νύχτες σκεπτόμενη πού έσφαλα. Ξανά και ξανά. Το συμπέρασμα πάντα το ίδιο και το ίδιο, μονότονο, βαρετό. Προσπάθησα να ξεγελαστώ με τα ίδια μου τα προβλήματα, παράγοντας σκέψεις και λέξεις.
Ξεπέρασα γρήγορα το γεγονός οτι δε μιλάμε πια, γιατί το πρόβλημα ήταν βαθύτερο και πιο πικρό. Το κατακάθι του καφέ, ενωπιον αυτών που έγιναν, ήταν γλυκό και εύπεπτο. Ο αδιάκοπος πόνος δεν προκλήθηκε ούτε απο την έλλειψη του εγωκεντρικού χαρακτήρα σου, ούτε από την έλλειψη της εκνευριστικής φωνής σου, ούτε από το θυμό-φόβο που μου δημιούργησες.
Ο πόνος προκλήθηκε από τη συνολική έλλειψη του ψέματος, από τις ψευδαισθήσεις που μου καλλιέργησες, από τις αδυναμίες που μου κάλυψες. Η πραγματικότητα είναι σκληρή. Και τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα, όταν το είναι δε συμπίπτει με το φαίνεσθαι.
Κατάλαβες λοιπόν,
Αγαπημένο μου πρόσωπο,
Γλυκιά μου φίλη,
Εύχομαι να σε ανταμώσω σύντομα, για να σε προσπεράσω επιδεικτικά. Βλέπεις; Ίνδαλμα έγινες.Υ.Σ. Θα βρεις τον εαυτό σου σε αυτό το γράμμα, εάν αντικαταστήσεις στη λέξη φίλη το γράμμα λ, με το δ. Αν γνωρίζεις κι απο ορθογραφία άλλαξε το η με το ι στο τέλος.
Με εκτίμηση (το λιγότερο),
η φίλη σου, ναι, εκείνη η αγαπημένη (βγάλε το α και στο π βάλε ένα μ. έτσι σε άκουσα να με αποκαλείς)
BẠN ĐANG ĐỌC
Γράμματα
Thơ caΓράμματα. Μια στοίβα από άτονα, άχρωμα γράμματα. Έγραψα πολλά για εσένα και τα αποθήκευσα όλα, ένα προς ένα σε ένα μέρος σκοτεινό κι απόμακρο, που συνήθιζα να αποκαλώ ψυχή. Καίγοντας τα, έκαψα κι εμένα. Σου έδωσα εμένα και εσύ μου έδωσες το διάβολο...