👑🌹Κεφάλαιο 12🌹👑

55 12 2
                                    

Είχαν περάσει δύο μέρες από την τελευταία φορά που η Τζένη είχε δει τον Suga ή τον Νίκο ,και για έναν λόγο που ούτε η ίδια μπορούσε να εξηγήσει στον εαυτό της στεναχωριόταν.
Ο Γιάννης αντίθετα χαιρόταν που δεν είχαν εμφανιστεί , νόμιζε ότι επιτέλους είχαν αποφασίσει να αφήσουν την Τζένη ήσυχη.
Η Τζένη βρισκόταν στην κουζίνα και τοποθέτουσε τα πιάτα στο πλυντήριο όταν ξαφνικά ένιωσε ένα χέρι στην μέση της , γύρισε απότομα από τον φόβοτης με αποτέλεσμα το πιάτο που κρατούσε να πέσει κάτω και να σπάσει ειδε τον Γιάννη που την κοιτουσε.
<Με τρόμαξες> <συγνώμη απλά ήθελα να σε ρωτήσω .... είσαι καλά ; >
<ναι μια χαρά > της έπιασε το χέρι και την πλησίασε , αυτή κοίταξε κάτω νιώθοντας άβολα με την κοντινή τους απόσταση .
<Θέλω να μου πεις αν έχεις κάτι >
<είμαι μια χαρά> είπε καθώς προχώρησε δύο βήματα μακριά του τότε ο Γιάννης της έπιασε το μπράτσο <αν υπάρχει κάτι που μπορώ να κάνω μην διστάσεις να μου το πεις > αυτή εγνεψε και βγήκε έξω .
Η ώρα ήταν πέντε όταν ο Γιάννης πήρε την απόφαση.
Μια απόφαση τον απασχολούσε καιρό τώρα.
7-8 χρόνια δεν είναι πολλά , κάποια ζευγάρια έχουν περισσότερα χρόνια διαφορά .
Βγήκε από το γραφείο για να πάει να βρει την Τζένη όμως ....
<αλήθεια το πιστεύεις ; > ακούστηκε η γλυκιά φωνή της Ελπίδας
<είμαι σίγουρη >
<μα πως ; Ούτε πέντε λεπτά δεν εχουν μιλήσει ....>
<δεν πιστεύω πως έχει σημασία , της αρέσει και δεν το έχει
καταλάβει ακόμα >
απάντησε η Τασία.
Ο Γιάννης δεν χρειάστηκε να ακούσει κάτι παραπάνω είχε καταλάβει για ποιους ελεγαν.
Ένιωθε το μίσος να τον κυριεύει.
Βγήκε έξω και τη έψαχνε με το βλέμμα του όταν την βρήκε εξυπηρετούσε ένα ζευγάρι , αυτός την πλησίασε με γοργά βήματα και την έπιασε από μπράτσο, την τράβηξε σχεδόν τραβοντας την προς την κουζίνα
<πονάω, άφησε με , τι έγινε ; > του έλεγε συνέχεια , όταν έφτασαν στην κουζίνα την άφησε απότομα
<είναι αλήθεια αυτό που έμαθα ; >
της είπε φώναζωντας
<τι έμαθες ;> ρώτησε με απορία
<σου αρέσει αυτό το ζώο ;> είπε κοκκινιζοντας ελαφρά από θυμό
<ποιο ζώο;>
<αυτός ο Κορεάτης που έρχεται εδώ σου αρέσει ;>
<έχει σημασία. ;>
Η Τζένη είχε αρχίσει να νευρίαζει μαζί του επειδή της φώναζε .
<ναι και μεγάλη μάλιστα >
<τα πρωσοπικα μου δεν σε αφορούν, πέρα από την επαγγελματική σχέση
αφεντικού - εργαζομένου δεν μας ενώνει τίποτα > απάντησε φωνάζοντας και αυτή , ο Γιάννης κατέβασε τον τόνο της φωνής του
<φύγε πήγαινε σπίτι σου >
<ορίστε ;>
<πήγαινε σπίτι και τα λέμε αύριο >.
Η Τζένη νευριασμένα πήγε στην αποθήκη και άλλαξε ρούχα, έφυγε χωρίς να χαιρετήσει κανέναν.
Όταν έφτασε στο σπίτι της πήγε κατευθείαν να κάνει μπάνιο ελπίζοντας πως θα μπορέσει να ηρεμήσει και να χαλαρώσει .
Αφού τελείωσε το μπάνιο της πήγε στο δωμάτιο της ελπίζοντας πως ο ύπνος θα ήταν το καλύτερο φάρμακο για μια κουράστικη και εξαντλητική μέρα , τότε είδε το κινητό της που αναβόσβηνε, αυτό σήμαινε ότι είχε μήνυμα ,πήρε το κινητό στα χέρια της και το ανοιξε .
Ήταν από τον Γιάννη .
Όταν πας σπίτι ψάξε στο google το όνομα Suga.
Η Τζένη άφησε το κινητό στην άκρη αποφασίζοντας ότι έπρεπε να φτιάξει έναν καφέ. Αφού έφταιξε τον καφέ της πήρε στα χέρια της το γκρι laptop της , έκατσε στο κρεβάτι της και άρχισε να πληκτρολογεί το όνομα που της είπε ο Γιάννης .
Μέσα σε δευτερόλεπτα εμφανίστηκαν διάφορες ιστοσελίδες , χωρίς να γνωρίζει τι ακριβώς ήταν αυτό που έψαχνε άνοιξε την πρώτη ιστοσελίδα που βρήκε .
Ήταν ένα άρθρο από μια ηλεκτρονική εφημερίδα .
ΠΟΙΟΣ ΕΊΝΑΙ Ο SUGA
Θεωρειται από πολλούς το δεύτερο αφεντικό της εγχώριας μαφίας και μάλιστα οχι άδικα."Δάσκαλος " του ήταν ο θρυλικός Αχιλλέας Παπαγεωργίου, ο βασιλιάς της Ελληνικής μαφίας . Ο Suga είναι μόλις 25 χρόνων και στην πλάτη του κουβαλάει 44 εντάλματα σύλληψης .
Πέρσι στα μέσα Δεκεμβρίου είχε βγει δικαστική απόφαση με φυλάκιση 15 χρόνων για λόγο εμπόριο ανθρώπινης σάρκας , προστασία και λαθραία τσιγάρα .
Έπειτα από έξι μήνες παραμονής στις φυλακές Κορυδαλλού με την βοήθεια αστυνομικών το σκάει .
Η αστυνομία ακόμα δεν μπορεί να τον συλλάβει.
Η Τζένη σταμάτησε το διάβασμα και έψαξε για την φωτογραφία αυτού του ανθρώπου , κατέβηκε λίγο πιο κάτω και είδε ότι ο Suga ήταν ο πελάτης που η Τζένη ανυπομονούσε κάθε μέρα να δει , έκλεισε το laptop κατευθείαν προσπαθώντας να συνηδειτοποιήσει τα γεγονότα που μόλις έμαθε.
Ο Γιάννης προσπάθησε να με βοηθήσει , να με γλυτώσει από αυτούς και εγώ ;
εγώ αντί να απομακρυνθώ τους το έκανα πιο εύκολο να με πλησιάσουν .
Τι θέλουν αυτοί από εμένα ;
Τι θα κάνω ;
Σε ποιον θα μιλήσω ;
Οι γονείς μου θα με σκοτώσουν αν το μάθουν .
Αυτές οι σκέψεις έσκασαν ταυτόχρονα στο μυαλό της , δεν ήξερε τι έπρεπε να κάνει.
Αποφάσισε λοιπόν να μιλήσει στο μόνο άτομο που ήξερε για αυτήν την υπόθεση .
Το τηλέφωνο χτύπησε τρεις φορές έπειτα η βαριά φωνή του Γιάννη απάντησε <παρακαλώ ; >
<Γιάννη .... Η Τζένη είμαι , που είσαι ;>
<πέρασα λίγο από μια εξωτερική δουλειά >
<έχεις λίγο χρόνο να μιλήσουμε ;> <εννοείται θα περάσω να σε πάρω > <εντάξει >.
Η Τζένη ετοιμάστηκε και περίμενε τον Γιάννη να φτάσει έξω από το σπίτι της .
Ήταν έτοιμη να μάθει την αλήθεια για την σχέση του Γιάννη με του Suga .
Ο Γιάννης πάρκαρε έξω από το σπίτι της Τζένης και περίμενε να βγει .
Λίγα δευτερόλεπτα μετά η Τζένη είμαι ήδη μπει στο αμάξι του.
Ειναι τόσο όμορφη .
Σκεφτόταν συνέχεια, σε όλη την διαδρομή κανένας δεν μίλαγε .
Έφτασαν σε μια καφετέρια που βρίσκονταν κοντά στην θάλασσα τα πολλά δέντρα στην περιοχή ομορφεναν το τοπίο.
Βγήκαν από το αμάξι και κάθησαν σε ένα τραπέζι κοντά στη θάλασσα. Αφού τους ήρθε η παραγγελία η Τζένη αναστέναξε πήρε θάρρος με αυτή την αναπνοή της και έσπασε τον πάγο που υπήρχε ανάμεσα τους. <Λοιπόν σε κάλεσα γιατί εψαξα το όνομα που μου είπες και είδα ποιος είναι...> <καταλαβενεις τώρα γιατί δεν μπορούσα να σου πω τίποτα ;> <ναι και σε ευχαριστώ όμως .... φοβάμαι τι .... τι θα κάνω ;; > είπε και δάκρυα είχαν αρχίσει να ανεβαίνουν στα καστανά μάτια της. <Τζένη θα σε βοηθήσω εγώ όσο μπορώ > είπε και της έπιασε το χέρι , αυτή το τράβηξε γιατί όσο κοντά και αν ήταν οι ηλικίες τους όσο και ο Γιάννης προσπαθούσε να κάνει τους εργαζόμενους να νιώθουν άνετα μαζί του δεν έπαυε να είναι το αφεντικό της. <Τι μπορώ να κάνω τώρα ;Πως θα .....> σταμάτησε και κοίταξε πάνω προσπαθώντας να εμποδίσει τα δάκρυα της. <Εεε μην κλαιες ,όλα καλά θα πάνε , μην έρθεις για κάτι μέρες στην δουλειά μείνει σπίτι να κρυφτείς > <αλήθεια;>
<ναι τα κορίτσια θα τα καταφέρουν >
<σε ευχαριστώ πολύ > <λοιπόν πάμε να φύγουμε καλού κακού > είπε καθώς άφησε ένα 50€ στο τραπέζι. <Θα σε πάω εγώ ><σε ευχαριστώ αλλά θέλω να περπατήσω να σκεφτώ> <είσαι σίγουρη;><ναι> είπε και γύρισε από την αντίθετη κατεύθυνση. Ο Γιάννης την έβλεπε που έφευγε , όταν την έχασε από το οπτικό του πεδίο , όταν πλησίασε το αμάξι του τον είδε να τον περιμένει έξω από το αμάξι του .

The Story Of Lancia Wo Geschichten leben. Entdecke jetzt