ΚΕΦΑΛΑΙΟ 26

420 17 1
                                    


Ελπιδας ποβ

Ανοιξα την πορτα να φυγω, τον αποχαιρετησα, αλλα δεν μπορω να τον βλεπω ετσι και ουτε θελω να ειμαι μπροστα στο τελος του. Μα πριν κανω ένα βημα ακουσα τη φωνη του να με παρακαλαει να μη φυγω. Δακρυα κυλησαν από τα ματια μου, στον ηχο της φωνης του και ενιωσα την πιο ευτυχισμενη στιγμη της ζωης μου. Ετρεξα κοντα του ανοιξε τα ματια του και νομιζα μου χαρισαν τον κοσμο, ακομα και σε αυτην την κατασταση ηταν πανεμορφος. Με κοιταξε και μου επιασε το χερι μου.

Β «μη φυγεις», μου ξαναειπε

Ε «ποτε δε θα φυγω»

Β «θα κανουμε μωρακι;» με ρωτησε

Ε «θα κανουμε μωρακι» του απαντησα με δακρυα στα ματια

Β «σ΄αγαπαω»

Ε «και εγω»

6 μηνες αργοτερα

Ο Βασιλης εχει βγει από το νοσοκομειο εδώ και 5 μηνες. Με φροντιζει παρα πολύ μπορω να πω, υπερβολικα πολύ, ουτε να σηκωθω δε με αφηνει, γιατι πριν 2 μηνες περασα μια γριπη και ο γιατρος μου ειχε πει να ξεκουραστω και να μην κανω δουλειες και από τοτε δε με αφηνει να κανω τιποτα.

Β «σου ειπα να μην σηκωθεις, ότι θελεις θα στο φερνω εγω, που πας»;

Ε «θελω ένα ποτηρι νερο, μπορωωω»;

Β «όχι δεν μπορεις, εγω θα στο φερω»

Ε «εε πραγματικα μου εχεις σπασει τα νευρα , θελω να κουνηθω λιγο ανθρωπε μου δεν καταλαβαινεις, 2 μηνες ξαπλα ειμαι βαρεθηκα»

Β «κανε υπομονη μεχρι να γεννησεις ρε μωρο μου»

Ε «εε μα και αυτό δε λεει να βγει πεισματαρικο σαν τον πατερα του κοντευω να μπω στον 10 μηνα και αυτό ακομα μεσα αμααν»

Β «μην την ακους μωρακι μου τη μανουλα εχει νευρα σημερα, αλλα εμεις την αγαπαμε και ετσι», ειπε και ηρθε κοντα μου να μου πιασει την κοιλια.

Ξαφνικα με πιανει ενας δυνατος πονος πεφτει το ποτηρι με το νερο και εγω πιανω την κοιλια μου.

Β «τι εγινε»;

Ε «Βασιλη νομιζω γενναω»

Β «τι να κανω, που να παω»; Εκεινη τη στιγμη του ριχνω μια σφαλιαρα και του λεω

Ε «ποναω εδώ περα, συνελθε και πηγαινε να φερεις το αυτοκινητο»

Β «εε ναι το αυτοκινητο μην κουνηθεις ερχομαι»

Σε κλασματα δευτερολεπτου ειχε φερει το αμαξι και με ταχυτητα φωτος φτασαμε στο νοσοκομειο.

2 ωρες αργοτερα ειχα φερει στον κοσμο ένα πανεμορφο αγορακι που ηταν ιδιος ο πατερας του ο ατιμος. Δεν εχω δει τον Βασιλη πιο ευτυχισμενο, δακρυσε από χαρα και εγω μαζι του. Την υπολοιπη μερα ερχοταν κοσμος και μας εδινε συγχρητηρια. Σε καποια φαση μπηκαν και οι γονεις μου μεσα, οι οποιοι μολις ειδαν το εγγονακι τους ξετρελαθηκαν, εκαναν σαν μωρα παιδακια. Τοτε ο Βασιλης με φιλησε στο μετωπο και μου ειπε:

Β «μου χαρησες τον κοσμο σε ευχαριστω, μεινε για παντα μαζι μου μωρο μου», γονατισε και εβγαλε από την τσεπη του ένα δαχτυλιδι.

Β «αλλιως το ειχα σκεφτει αλλα σημερα είναι η πιο ευτυχισμενη μερα της ζωης μου και θα την εκανες ακομα πιο ευτυχισμενη αν δεχτεις να γινεις η γυναικα μου», εγω με δακρυα στα ματια κοιταξα τους γονεις μου που ηταν και αυτοι δακρυσμενοι και του ειπα:

Ε «ναι», και τοτε επεσε πανω μου και με φιλησε απαλα στα χειλη σφραγιζοντας ετσι για παντα την αγαπη μας.

ΤΕΛΟΣ

Αυτό το βιβλιο εφτασε στο τελος του και το αφιερωνω στον μεγαλυτερο μπελα που γνωρισα ποτε, την φιλη μου την Γεωργια, με την ελπιδα να βρει και αυτή έναν σαν τον Βασιλη να την αγαπαει και να την προσεχει, γιατι της αξιζει......ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΜΟΝΟΚΕΡΑΚΙ ΜΟΥ!!!

Μπελάς γένους θηλυκού..!Onde histórias criam vida. Descubra agora