Κεφάλαιο 4ο

16 4 0
                                    

Φρέγια. 

Το σκοτάδι είχε απλωθεί σε κάθε γωνία του μυαλού μου,προσπαθούσα με νύχια και με δόντια να το πολεμίσω, να ξυπνήσω, μα όσο και αν πάλευα το σκοτάδι με χτυπούσε αλύπητα και δεν με άφηνε να ξεφύγω από τα δύχτια του.
Μα εγώ ένιωθα τον κίνδυνο να με πλησιάζει, γαμψά νύχια και κοφτερά δόντια στοίχιωναν τα όνειρα μου μετατρέποντας τα σε εφιάλτες.
Έπρεπε να ξυπνήσω, να σταματήσω αυτό που ερχόταν, ένιωθα τον κίνδυνο να με πλησιάζει μα κάθε φορά που πλησίαζα τον πραγματικό κόσμο, το πυκνό σκοτάδι με τύλιγε ξανά. Κίνδυνος, κίνδυνος!

Νίκο.

Ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι μου, τόσο όμορφη, τόσο αγνή, τόσο αθώα, λες και είχε βγει απο το πιο μαγικό παραμύθι, με νεράιδες, ξωτικά και κακούς μάγους.
Μόνο που εγώ δεν θα άφηνα κανέναν μάγο να την βλάψει.
Είχε περάσει μία ολόκληρη εβδομάδα από το βράδυ που την γνώρισα και ενώ όλη η σκήνη στο κλάμπ είχε εξεληχθεί μπροστά μου και η έκταση των δυνάμεων της με είχε ξαφνιάσει, δεν υπήρχε ούτε ίχνος φόβου μέσα μου.
Μόνο ο φόβος για το τι μπορούσε να της συμβεί αν την έβρισκαν τα λάθος άτομα.
Σε όλη τη διάρκεια της εβδομάδας δεν είχε ξυπνήσει καθόλου μα υπήρχαν στιγμές που εμοιάζε ταραγμένη, φοβισμένη, σαν να βλέπει κάποιο απαίσιο εφιάλτη.
Για μένα η εβδομάδα αυτή ήταν η καλύτερη και ταυτόχρονα η χειρότερη της ζωής μου, έμοιαζε αδύνατον να αποφύγω την υπόλοιπη αγέλη και ήταν θέμα χρόνου μέχρι να στείλει κάποιον ο μεγάλος για να με ψάξει.
Μα όλα αυτά ξεθώριαζαν μπροστά στην τελειότητα που κοιμόταν γαλήνια στο κρεβάτι μου και είχε καταφέρει χωρίς καν να το θέλει να εγκαταλείψω νοητά την αγέλη μου.
Δεν θα άφηνα κανέναν να την αγγίξει, ακόμα και αν χρειαζόταν να παλέψω με τα αδέρφια μου θα το έκανα για χάρη της, θα σκότωνα για χάρη της, θα πέθαινα για χάρη της.

Ξαφνικά ένα δυνατό χτύπημα στην πόρτα με έβγαλε βίαια απο τις σκέψεις μου και εκείνη πετάχτηκε τρομαγμένη και έδειξε την πόρτα. "Κίνδυνος" Ψυθίρησε και κάθισε στην γωνία με τα γόνατα στα χέρια, ήταν άσπρη σαν το πανί και έμοιαζε εντελώς αδύναμη, λες και δεν είχε κοιμηθεί καθόλου παρόλο που είχε περάσει μία ολόκληρη εβδομάδα.
Η πόρτα χτύπησε ξανά, ακόμα πιο δυνατά και εκείνη έκλεισε τα αφτιά της ενώ κουνιόταν ρυθμικά, έχανε τον έλεγχο και ήταν ολοφάνερο.
"Νίκ, άνοιξε! Ξέρω πως είσαι μέσα!"
Την πλησίασα γρήγορα και την κοίταξα στα μάτια, λίγα δευτερόλεπτα αργότερα κατέβασε τα χέρια της και με άφησε να την σηκώσω.
''Πρέπει να σε κρύψω!"
Ένευσε θετικά και με άφησε να την οδηγήσω στην μικρή,ξύλινη ντουλάπα μου.

Η πτώσηTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang