«Αυτά λοιπόν για σήμερα παιδιά. Περιμένω τις προτάσεις για τις πτυχιακές σας εργασίες μέχρι το τέλος της επόμενης εβδομάδας. Δεν θα υπάρξουν άλλες παρατάσεις. Καλό σας απόγευμα»
Ο προβολέας έσβησε αμέσως μετά τα τελευταία λόγια του δόκτορα Λι. Όλοι οι σπουδαστές βάλθηκαν να μαζεύουν τα πράγματα τους, για να φύγουν επιτέλους από την ασφυκτική αίθουσα. Κράτησα κάποιες τελευταίες σημειώσεις και τους μιμήθηκα.
Ήταν ένα ηλιόλουστο απόγευμα στην Καλιφόρνια και όσοι φοιτητές δεν έμεναν στους κοιτώνες του πανεπιστημίου Στάνφορντ, σίγουρα θα εκμεταλλεύονταν τον καλό καιρό για μια βουτιά στην παραλία. Στερέωσα καλύτερα το σακίδιο μου στην πλάτη και ξεκίνησα για το δωμάτιο μου.
Είχαν περάσει πέντε μήνες σχεδόν, όταν ξύπνησα σε άσχημη κατάσταση μέσα σε ένα σκοτεινό σοκάκι. Τα μόνα που υπήρχαν στην τσέπη μου, ήταν το πορτοφόλι με την ταυτότητα μου, μια δεσμίδα με χρήματα και ένα σημείωμα που έγραφε πως σπουδάζω στο Στάνφορντ.
Η αστυνομία δεν μπόρεσε να μου λύσει τις απορίες μου. Παρόλες τις έρευνες τους, δεν βρήκαν ποιος με είχε παρατήσει σε αυτό το σοκάκι χωρίς μνήμη, ούτε και οι γιατροί γνώριζαν κάτι ή μπορούσαν να εξηγήσουν την ολική αμνησία που με βασάνιζε. Δεν υπήρχε χτύπημα, δεν υπήρχε αιμάτωμα, δεν υπήρχε ούτε καν κάποιος μώλωπας που θα δικαιολογούσε την κατάσταση μου.
Πέντε μήνες μετά, είχα εγκλιματιστεί πλήρως στο περιβάλλον και η αμνησία μου, είναι κάτι που πλέον δεν με απασχολεί. Εκτός από τα όνειρα, εκείνους τους φρικτούς εφιάλτες που εμφανίζονται κάθε βράδυ στον ύπνο μου.
Ξεκινάνε πολύ ρομαντικά. Κρατάω ένα κορίτσι σφιχτά στην αγκαλιά μου και χορεύουμε κάτω από τους ρυθμούς μιας μελωδικής μπαλάντας, με ένα κόκκινο φεγγάρι να μας κρατάει συντροφιά. Νιώθω τους παλμούς της καρδιάς της, πάνω στο στήθος μου, το απαλό της δέρμα κάτω από τα δάχτυλα μου, την μεθυστική μυρωδιά της στα ρουθούνια μου. Την αγαπάω μέχρι τα βάθη της ψυχής μου κι ακόμα παραπέρα.
Όμως το όνειρο αλλάζει γοργά, όταν σκύβω να την φιλήσω. Τα χείλη της είναι παγωμένα, σαν κρύσταλλος, ενώ τα χέρια μου γεμίζουν με το αίμα της, που το κόκκινο χρώμα του, συναγωνίζεται εκείνο του φεγγαριού. Την βλέπω να απομακρύνεται, να χάνεται από κοντά μου, σαν να ήταν φάντασμα, με ένα θλιμμένο γιατί, αποτυπωμένο στα δακρυσμένα της μάτια, όσο το αίμα της, συνεχίζει και τρέχει από τα χέρια μου.
Πάντα ξυπνάω ουρλιάζοντας το όνομα της. Μόνο που λίγα λεπτά μετά, όσο προσπαθώ να ηρεμήσω τους ξέφρενους χτύπους της καρδιάς μου, το όνομα της γλιστράει από τα χείλη μου και χάνεται. Ξεχνιέται.
Βάζω με έναν αναστεναγμό το κλειδί στην πόρτα και μπαίνω μέσα στο μικρό μου διαμέρισμα. Παρατάω το σακίδιο μου στο πάτωμα και τρέχω αμέσως στο ψυγείο. Η κοιλιά μου γουργουρίζει σαν τρελή, για αυτό καταφεύγω σε ένα σάντουιτς με μπόλικη μαγιονέζα. Προχωράω μέχρι το καθιστικό, όπου και σωριάζομαι στην καρέκλα του γραφείου, μασουλώντας τα τελευταία απομεινάρια από το σάντουιτς. Γλείφω τα δάχτυλα μου, για τυχόν υπολείμματα μαγιονέζας και ανοίγω τον φορητό υπολογιστή.
Όπως και κάθε απόγευμα, βρίσκω ένα μήνυμα από την Μαρί να με περιμένει. Της απαντάω στα γρήγορα και σηκώνομαι να ετοιμαστώ για το ραντεβού μας.
Χαμογελάω ασυναίσθητα, την ώρα που σκέφτομαι τον χαριτωμένο τρόπο, που παίζει με τα μαλλιά της, κάθε φορά που νιώθει αμήχανα. Το ίδιο έκανε και εκείνο το βράδυ, μερικές βδομάδες πριν, που μου εξομολογήθηκε πως δεν με βλέπει πλέον σαν φίλο, αλλά τα αισθήματα της έχουν αλλάξει. Θυμάμαι πως την είχα αγκαλιάσει σφιχτά και την είχα φιλήσει απαλά στα χείλη, χωρίς να της δώσω κάποια υπόσχεση, για το αν θα γίνει κάτι παραπάνω μεταξύ μας, ή για το αν θα αφήσουμε τα πράγματα όπως έχουν.
Κατά ένα παράξενο τρόπο, στο νου μου έρχεται το κορίτσι του εφιάλτη μου. Νιώθω την καρδιά μου να ανεβάζει ρυθμούς, ενώ ορκίζομαι πως μπορώ να νιώσω τα δικά της χείλη να με φιλάνε. Κοιτάζομαι στον καθρέφτη του χολ μπερδεμένος μα και ταυτόχρονα φοβισμένος. Έπειτα, χωρίς να το σκεφτώ δεύτερη φορά, κουνάω το κεφάλι μου πέρα δώθε για να συνέλθω, αρπάζω τα πράγματα μου και βγαίνω από το σπίτι.
Το κορίτσι με τα κόκκιναμαλλιά, μπορεί να περιμένει.
YOU ARE READING
Πληγωμένες Καρδιές Βιβλίο 2 (Ματωμένο Ρόδο)
VampireΠόσα μπορεί να αντέξει μια πληγωμένη καρδιά; Ως που θα έφτανε κάποιος για τον έρωτα; Πως θα αντιδρούσε στην προδοσία; Η Ερίσα βρίσκεται μακριά από το σπίτι της, παγιδευμένη ανάμεσα σε βρικόλακες που θέλουν μόνο το κακό της. Και την ζωή της. Τα καθημ...