Πρόλογος

1K 67 21
                                    

«Είσαι έτοιμη;» με ρώτησε.

Το δεξί του χέρι κρατούσε σταθερά το δικό μου, έτσι όπως στεκόμασταν πρόσωπο με πρόσωπο. Στο μέτωπο του είχαν αρχίσει να εμφανίζονται στάλες ιδρώτα.

«Ναι.» του απάντησα αποφασιστικά. «Εσύ;»

«Όλα θα πάνε καλά» μου είπε μόνο. Φοβόταν. Μπορούσα να ακούω την καρδιά του να χτυπάει σαν ταμπούρλο, μέσα στο στήθος του.

Η Λόρα έριξε άλλο ένα από τα παράξενα ζουμιά της, μέσα στην μικρή χύτρα που έβραζε. Πράσινος καπνός ανάβλυσε και απλώθηκε προς το πρόσωπο της.

«Το φίλτρο είναι έτοιμο» φώναξε και στους δύο μας.

Τον κοίταξα ξανά. Το ίδιο έκανε κι εκείνος. Το βλέμμα του είχε μια σιγουριά που δεν είχα ξαναδεί. Μου έγνεψε με το κεφάλι του.

Άπλωσα το αριστερό μου χέρι, στο πίσω μέρος της πλάτης μου κι έβγαλα το στιλέτο. Το στιλέτο εκείνο που μου είχε αφαιρέσει την ζωή κι από τότε το κουβαλούσα συνεχώς πάνω μου. Το κράτησα σφιχτά μέσα στην παλάμη μου, καθώς σήκωσα το χέρι μου. Το ένιωσα να τρέμει ελαφρά. Τώρα ήμουν εγώ αυτή που φοβόταν.

«Είσαι σίγουρη ότι αυτό θα πιάσει;» ρώτησα την Λόρα χωρίς να παίρνω τα μάτια μου από πάνω του.

«Ναι. Έτσι νομίζω δηλαδή. Πρέπει όμως να κάνετε γρήγορα. Δεν μπορώ να το κρατήσω για πολύ»

Ακούμπησα την μύτη της λάμας στο στήθος του. Εκεί που βρισκόταν η καρδιά του.

«Κάν' το» μου είπε απαλά.

Αλλά δεν μπορούσα. Τα γόνατα μου είχαν αρχίσει να τρέμουν καθώς οι αμφιβολίες με κατέκλυζαν. Κι αν το μετάνιωνα; Αν το μετάνιωνε εκείνος;

«Κάνε το» μου είπε ξανά, πιάνοντας το χέρι μου που κρατούσε το μαχαίρι, με το δικό του.

«Με το τρία» ψιθύρισα. «Ένα»

«Δύο»

«Τρία!» φώναξα.

Και κάρφωσα την καρδιά του με όλη μας την δύναμη.

Πληγωμένες Καρδιές Βιβλίο 2 (Ματωμένο Ρόδο)Tahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon