Ξυπνησα αρκετά απότομα, λες και είχα δει εφιάλτη. Κοίταξα το ρολοι 11.15 άργησα να ξυπνησω, λογικά ο Νίκος θα είχε ήδη φυγει. Πήγα να σηκωθώ αλλά ένιωσα τα ποδια μου να είναι ασήκωτα. Μπορώ να πω ότι έχω ξυπνήσει και σε καλύτερο mood στη ζωή μου. Πήγα και έφτιαξα έναν καφέ. Είχα έναν κόμπο στο λαιμό και ενιωθα πολυ αγχωμένη. Τι στο καλό έπαθα σήμερα; Γουλια απ'το καφέ δεν κατεβαίνε. Λες και είχα γυρίσει από καμια κηδεία. Για ενα λεπτό... Σαν τι; ΝΙΚΟΟΟΟΟΟΟΟ...
Καταλαβα τι είχα πάθει. Και δεν ήταν καθολου μα καθόλου καλό. Ήταν παλι ένα από εκείνα τα γαμημενα προαισθήματα που με ταρακουνουσαν με το που ξυπναγα και έφερναν την καταστροφή. Και για κάποιο λόγο στο μυαλό μου συνέχεια στροβιλίζει η σκέψη πως θα πάθει κάτι ο Νίκος. Και δεν πρόλαβα να τον δω και πριν φύγει.. Καλά σταματα Άντζελα, είπα στον εαυτό μου, δε θα πάθει τίποτα ο Νίκος απλά επειδή τον αγαπάς πιο πολυ κι από την ίδια σου τη ζωή φοβάσαι για αυτόν όσο τίποτα..
Μου ρθε μια γερή ζαλάδα και στο τσακ προλαβα και καθισα στο καναπέ πριν σωριαστω κάτω. Τι στο καλό ήταν κι αυτό σήμερα; Τόσο έντονο προαισθημα δεν είχα ξανανιώσει ποτε. Τι το τόσο κακό θα συμβεί γαμωτο.. "Νίκος, Νίκος, Νίκος" Δεν λέει το μυαλό μου να βγάλει τον σκασμό. Βρε λες.. ; Οχι, οχι.. Αλλά αν όντως..; Γάμα το πάω να τον βρω. Δεν έχω άλλη επιλογή.
Σηκώθηκα και πηγα να αφήσω το ποτηρι του καφέ στο τραπέζι αλλά από το τρέμουλο έπεσε κάτω. Το τελευταίο που με ενοιαζε αυτή τη στιγμή ήταν. Έβαλα κάτι προχειρο και βγήκα εξω. Κατηφορησα τον δρόμο με την καρδιά στο στόμα. Τέτοιο άγχος και χτυποκαρδι δεν είχα ουτε πριν το πρώτο μας ραντεβού. Ήθελα να κλάψω να πέσω κάτω και να ουρλιάξω το όνομα του, όλα μαζί. Τι συμβαίνει γαμω..
Πλησιασα την πλατεία. Ενιωθα ότι η καρδιά μου είχε πέσει έξω από το σώμα μου και την έσερνα από πισω μου. Και τότε το είδα... Ήταν μαζεμένος πολυς κόσμος. Πλησιασα να δω τι έγινε. Τα μάτια μου ξεχώρισαν αμέσως τον Χρήστο. Ετρεξα κοντά του. "Τι έχει γίνει;" τον ρωτησα. Την ίδια στιγμή παρατήρησα τα δακρυσμένα ματια του. Κοίταξα εκεί που κοιτουσε. Κοιτουσε το παγκάκι... Και εκεί τον ειδα.. Ετρεξα κοντά του. "ΝΙΚΟ "...
Ήταν ξαπλωμένος στο χώμα δίπλα από εκείνο το παγκάκι. Τον χαιδεψα στο κεφάλι και τον κοίταξα στα μάτια. Με κοίταξε και εκείνος. Ενα δάκρυ κύλησε από το μάτι του. Πήγα να πιασω το χέρι του αλλά είδα ότι κρατουσε ένα σημείο της κοιλιάς του με αυτό. Κούνησα το χέρι του για να δω τι κάλυπτε... Πάγωσα.. Αίματα.. Αίματα παντου.. Τον ξανακοιταξα στα μάτια. Τώρα έτρεχαν δάκρυα και από τα δικά μου μάτια.. Έσκυψα και τον αγκάλιασα σφιχτά και άρχισα να κλαίω με αναφυλιτα. Με έπιασε με το ματωμένο χέρι στο πρόσωπο και με τράβηξε κοντά του. "Σ'αγαπαω.. " ψυθιρισε με τεράστια δυσκολία και με φίλησε με όση αντοχή του είχε απομείνει. Τον φιλησα και εγώ ξερωντας πως θα ήταν η τελευταία φορά και ας μην ήθελα να το παραδεχτώ.. "Όλα καλά θα πάνε, ένα τραυμα είναι.. " Προσπάθησα να δώσω ελπίδες στο κενό. Εκείνος γέλασε αφου ξέραμε και οι δυο ότι τίποτα δεν θα πάει καλα.. Τον φιλησα ξανα. Ξαφνικά σωριαστηκε κάτω.. Τελείωσαν όλα... Αρχισα να κλαίω πάνω από το νεκρό σώμα του ανθρώπου που είχα αγαπήσει όσο κανέναν άλλον στο κόσμο.. Δίπλα από εκείνο το παγκακι.. Το παγκάκι που γνωριστήκαμε.. Που με φίλησε πρώτη φορά.. Το παγκάκι εκείνο που κουβαλούσε τόσες αναμνήσεις.. Στο παγκάκι αυτό δώθηκε και αυτό το μοιραίο τέλος..
Ξαφνικά κάποιος με τραβηξε από τον ώμο. Γυρισα και είδα εναν αστυνόμο. "Μπορείτε να σηκώθητε από πάνω του? Πρέπει να τον μαζέψουμε".. " ΟΧΙ. ΔΕ ΠΑΩ ΠΟΥΘΕΝΑ " είπα αυθόρμητα. "Κυρία μου λυπούμαστε για τον χαμό σας αλλά πρέπει να μαζέψουμε το άψυχο σώμα του κυριου από τη μέση της πλατείας." "ΔΕΝ ΘΑ ΜΟΥ ΤΟΝ ΠΑΡΕΤΕ ΠΟΤΕ ΕΣΕΙΣ ΝΑ ΦΥΓΕΤΕ" μα τι έλεγα πανω στην συγχυση.. Με τράβηξαν οι ίδιοι μακριά.. Και απλα είδα εκείνα τα ξένα χέρια να πιάνουν το σώμα του, να τον σηκώνουν και να τον σέρνουν στο ασθενοφόρο.. Εκείνα τα ξένα χέρια.. Σε εκείνο το ασθενοφόρο.. Τον δικό μου άνθρωπο..
Αφου πηρα τα πάνω μου σηκώθηκα και έψαξα για τον Χρήστο. Πουθενά αυτός. Μα που εξαφανίστηκε και αυτός; Ξεμείνα μόνη μου στο τίποτα.. Όλοι είχαν φυγει.. Και απλά καθόμουν μόνη μου στο παγκακι μας.. Το μόνο δικό μας πλέον.. Μάλλον εκεί θα βγάλω και όλο το βράδυ.. Σπίτι υπάρχουν τόσες αναμνήσεις.. Καληνυχτα.
YOU ARE READING
Same Place
General Fiction"Ολοι είχαν φυγει... Και απλά καθόμουν μονη μου στο παγκακι μας... Το μόνο δικο μας πλεον..."