6ο Κεφάλαιο

23 2 0
                                    

Γυρίσαμε στο τραπέζι. Η Σάρα με κοίταξε ανήσυχη και έτρεξε κοντά μου.
-Όλα καλά;
-Μια χαρά, χαμογέλασα και το ανταπόδωσε και η ίδια.
-Που πηγές Ντέιβιντ; Νόμιζα θα πήγαινες στην τουαλέτα...,είπε πονηρά η Καρίνα και χτύπησε ελαφρά με τον αγκώνα της τον αδερφό της.
-Κοίτα τον εαυτό σου και μη παίρνεις θάρρος, Καρίνα, ψιθύρισε ο Ντέιβιντ και κοίταξε άλλου. Τα μάτια μου εντόπισαν ένα ελαφρώς κοκκινοπό χρώμα στις κορυφές των ζυγωματικών του. Ή μήπως ήταν ιδέα μου... Δεν είμαι σίγουρη.
Συνεχίσαμε την συζήτηση μας και η Σάρα πετάχτηκε ξαφνιασμένη όταν κοίταξε την ώρα.
-Ωχ όχι άργησα!! Θα κλείσουν τα μαγαζιά και έχω να κάνω κάποια ψώνια για το μάθημα των καλλιτεχνών! Συγνώμη παιδιά αλλά πρέπει να φύγω...
- Μην ανησυχείς Σάρα. Πήγαινε να τελειώσεις με τις υποχρεώσεις σου, της απάντησα.
-Ευχαριστώ πολύ και πάλι συγνώμη...
-Σάρα, μπορώ να έρθω μαζί σου. Ξέχασα και εγώ να πάρω τις παλέτες που μας ζήτησαν, είπε η Καρίνα με την χαριστωμένη φωνή της.
-Φυσικά!
-Εμ... Και εγώ τότε θα γυρίσω σπίτι, είπα λίγο στεναχωρημένη. Πέρασα πολύ καλά σήμερα... Πολύ καλά μετά από πολύ καιρό. Η Καρίνα ήταν γλυκύτατη. Ο Ντέιβιντ πιο χαλαρός από χθες και η Σάρα πολύ χαρούμενη. Θέλω να ξαναβγω μαζί τους οπότε ο αποχωρισμός με φοβίζει μήπως αυτή ήταν η τελευταία φορά που βγαίναμε.
Βγήκαμε έξω από το μαγαζί και από την μια μεριά έφυγαν τα κορίτσια ενώ εγώ από την άλλη. Ο Ντέιβιντ πήγε να τις ακολουθήσει αλλά το ξανασκέφτηκε και γύρισε προς την δική μου μεριά.
-Δεν μένεις από εδώ έτσι; τον ρώτησα όντας πλέων σίγουρη πως εχθές το βράδυ δεν πήγαινε σπίτι του αλλά με ακολούθησε.
-Όχι.
-...
-...
Σταμάτησα να περπατάω, σταμάτησε και εκείνος και τον κοίταξα.
-Γιατί με ακολούθησες εχθές;
-Δεν ξέρω.
-Ω είμαι σίγουρη ότι ξέρεις... Θα μου πεις;
-Η-Ήθελα... Ήθελα να... Σιγουρευτώ ότι ήσουν ασφαλής. Ήταν πολύ αργά και... Αυτό..., Θεέ μου...! Τράβλιζε...; Αγχώθηκε; Κοκκίνισε! Κι εγώ τι ίδιο.
-Ε-ευχαριστώ... Υποθέτω..., Εκείνος έγνεψε.
Μια αμήχανη ησυχία ακολούθησε.
Φτάσαμε σπίτι μου και μπήκα μέσα στην αυλή.
-Ευχαριστώ που με έφερες.
-Δεν είναι ότι το έκανα για σένα. Βαριόμουν και ήθελα να κάνω μια βόλτα παραπάνω απλώς, αποκρίθηκε ενοχλημένος.
Εγώ γέλασα δυνατά και μη ενοχλημένη από το αγενές σχόλιο του. Έχω αρχίσει να τον συνηθίζω. Δεν είναι και τόσο κακός όσο νόμιζα. Απλά δεν αφήνει ελεύθερο τον εαυτό του. Μόλις άκουσε το γέλιο μου κοίταξε σαστισμένος προς το μέρος μου και το κόκκινο επανήλθε στο πρόσωπο του και στην συνέχεια στο δικό μου.
-...Άρα να μπω μέσα και εγώ. Μη σε καθυστερώ θα έχεις και δουλειές.
-Εντάξει, απάντησε μονολεκτικά.
Κοιταχτήκαμε για λίγη ώρα ακόμα και δεν μιλήσαμε. Το συνήθως νωχελικό του βλέμμα καρφωμένο στο δικό μου έδειχνε να έχει βρει ενδιαφέρον. Σαν να περίμενε επίμονα για κάτι. Άφησε τα χέρια του από την καγκελόπορτα και έκανε ένα βήμα πίσω για να φύγει.
-Ν-Ντειβιντ!
-Ναι; μου απάντησε αμέσως, σχεδόν πριν προλάβω να πω το όνομα του και ξανακάρφωσε πάνω μου τα όμορφα του μάτια.
-Μ-μπορώ να έχω το... το τηλέφωνό σου;
Εκείνος χαμογέλασε (ξανά) και μου το έδωσε και εγώ του έδωσα το δικό μου. Του χαμογέλασα πλατιά και ο Ντέιβιντ έφυγε από το σπίτι μου.
Μπήκα μέσα και αντίκρισα την μαμά μου.
-Που πας τόσο χαμογελαστή εσύ; με ρώτησε η μητέρα μου με ένα πονηρό χαμόγελο.
-Πουθενά, της αποκρίθηκα και χαμογέλασα ακόμη πιο πολύ.
Έτρεξα στο δωμάτιο μου και αγκάλιασα το μαξιλάρι που εχθές χτυπούσα.
Τι όμορφη μέρα...
Θα είναι έτσι κι αύριο;

ShamelessWo Geschichten leben. Entdecke jetzt