Η τελευταία μάχη

248 14 2
                                    


Ερμιόνης POV

Επιτέλους φτάσαμε όπου έπρεπε και με άφησαν ελεύθερη χωρίς να αφήνουν να δω όμως. Άκουσα βήματα που κατευθύνονταν προς εμένα. Ένιωθα τον ηλεκτρισμό που εξέπεμπε το σώμα του έναντι στο δικό μου, μπορούσα να μυρίσω το γνωστό του άρωμα.

Έβαλα το χέρι μου πάνω στο μάγουλο τού και λύγισε.

«Ντράκο» δεν πήρα απάντηση αντί αυτού ελευθέρωσε την όραση μου.

Ήταν πιο χλωμός από συνήθως, πιο σιωπηλός, πιο συνοφρυωμένος αλλά και πιο απόμακρος ακόμα κι ας στεκόταν μερικά εκατοστά μακριά μου.

Ντράκο POV

Ήξερα τι έπρεπε να κάνω αλλά δε θα κρυβόμουν πλέον. Αυτή τη φορά θα φανέρωνα τα συναισθήματα μού πάση θυσία. Για πρώτη και τελευταία φορά.

Το σχέδιο είχε ολοκληρωθεί, εκτός από μια εκκρεμότητα που θα χρησιμοποιήσω για το καλό όλων. 

Σύμφωνα με το τελευταίο μέρος του σχεδίου οι συνοδοί μας έπρεπε να εκτελεστούν, όπως κι έγινε. Έβγαλα το ραβδί μου και σε λίγα δευτερόλεπτα οι συνοδοί μας κείτονταν  νεκροί στο παγωμένο χιόνι.

Ένα επιφώνημα έκπληξης ξέφυγε από την Ερμιόνη όμως δεν έχει δει τίποτα ακόμα. Θα με μισήσει, όχι επειδή είμαι κακός άνθρωπος, αλλά επειδή ετοιμάζομαι ψυχολογικά να βάλω τέρμα στη ζωή της.

«Σαγαπώ» της ψιθύρισα. Ειρωνική η στιγμή αλήθεια. Σκεφτόμουν να της ζητήσω συγνώμη αλλά δε θα ωφελούσε σε τίποτα.

Ήταν έτοιμη να μου πει το ίδιο αλλά ξεστόμισα το ξόρκι πριν προλάβει, πολύ απλά γιατί αν το άκουγα θα σταματούσα. Δεν ήθελα να κλείσω τα μάτια μου όσο κι αν πονούσε το θέαμα, θα ήταν η τελευταία φορά που την έβλεπα ζωντανή. Δεν θα έκλεινα τα μάτια μου.

Σταμάτησα τις σκέψεις μου καθώς έβλεπα το πράσινο φως να τη χτυπάει κατευθείαν στην καρδιά. Μια καρδιά που διέλυσα. Έβλεπα το χρώμα να φεύγει από πάνω της, τη ζωή από τα μάτια της να εξαφανίζεται, το φως της να μετατρέπεται σε μια σκιά του παρελθόντος. 

Όλα είχαν τελειώσει για μένα, μέσα σε μερικά δεύτερα ό,τι με κρατούσε στη ζωή είχε χαθεί.

Πριν προλάβει ο πατέρας μου να υπερηφανευθεί, η Ερμιόνη τον πήρε μαζί της. Σε έναν άλλο κόσμο. Τελικά μου βγήκε σε καλό που συνέδεσα τις ζωές τους.

Η εκκρεμότητα έπαψε να υπάρχει πλέον. Είχε έρθει η ώρα για την τιμωρία μου, η οποία θα ήταν και η κάθαρση μου. 

Γονάτισα, και άρχισα να παίζω στα χέρια μου ένα μαχαίρι που είχα φροντίσει να έχω πάνω μου.

Δε θα έφευγα όπως η Ερμιόνη, ανώδυνα. Δε μου άξιζε. Όχι αφότου έκλεψα την ευκαιρία της να ζήσει τόσο ασύστολα.

Τα χέρια μου έτρεμαν καθώς έφερνα το μαχαίρι στο λαιμό μου. Με μια αργή και οδυνηρή κίνηση έσυρα το μαχαίρι πάνω στο δέρμα μου.

Πλέον ένιωθα με δυσκολία τα δάκρυα πόνου στα μάγουλα μού ή το ζεστό αίμα που έτρεχε στον λαιμό μου.

Φυσικά και το σώμα μου επιτέλους με πρόδωσε και κατάρρευσε. Το οπτικό μου πεδίο θόλωνε ενώ ένιωθα το λιγοστό αίμα στο σώμα μου να παγώνει. Είχα μερικά δευτερόλεπτα ακόμα.

Το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ ήταν το πόσο διαφορετικά ήταν τα πράγματα πριν δύο ώρες, όταν η καρδία μου δεν χτυπούσε τόσο γρήγορα αγωνίζοντας να με κρατήσει στη ζωή.

Το σκοτάδι με τύλιξε σιγά σιγά και τίποτα δεν είχε σημασία πλέον.

The prince of Slytherin and the princess of Gryffindor [GREEK]Donde viven las historias. Descúbrelo ahora