Ο Ήλιος αγαπούσε τόσο πολύ την Σελήνη. Ήταν έτοιμος να πεθάνει για χάρη της, να κάνει τα πάντα για αυτήν. Ήθελε τόσο πολύ να την αγγίξει. Να νιώσει την χλωμή επιδερμίδα την ενάντια στην μαυρισμένη δικιά του. Την ήθελε μαζί του, ώστε να μπορούν να διοικούν μαζί τον κόσμο από τον ουρανό.
Αλλά την μόνη στιγμή που μπορούσε να την αγγίξει ή να την νιώσει, ήταν όταν εκείνη ξύπναγε από τον λύθαργό της και εκείνος πήγαινε στο σκοτεινό μέρος του.
Εκεί, μόνο λίγα λεπτάκια, μπορούσαν να νιώσουν ο ένας τον άλλον. Εκείνος μπορούσε να κλέψει ένα φιλί από αυτήν και εκείνη να κοιτάξει σε αυτά τα γαλάζια όμορφα μάτια, καθώς εκείνος κοιτούσε στα δικά της μαύρα.
Ένα βλέμμα και ένα φιλί. Μόνο αυτό. Γιατί δεν μπορούσαν να έχουν τίποτα παραπάνω από αυτό. Ο Ήλιος δεν μπορεί να πέσει από τον ουρανό και η Σελήνη δεν μπορεί να αφήσει την ασφάλεια τής κρυψώνας της.
Γιατί, μετά από όλα, παραμένουν εραστές. Και ερωστές με τόση μεγάλη ιστορία δεν μπορούν να είναι μαζί. Είναι καταδικασμένοι από την φαντασία των ανθρώπων και την δυνατή αγάπη που τούς ενώνει.
YOU ARE READING
Ιδέες... Σκέψεις... Λόγια...
PoetryΣκόρπιες ιδέες, σκέψεις και λόγια. Μια συλλογή από δικά μου ποιήματα, φτιαγμένα από την ανήσυχη φαντασία μου. ΌΛΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΏΜΑΤΑ ΚΑΤΑΧΥΡΩΜΈΝΑ!