ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

456 14 3
                                    

Επέστρεφε συχνά και παίρνε με,

αγαπημένη αίσθησις επέστρεφε και παίρνε με—

όταν ξυπνά του σώματος η μνήμη,

κ’ επιθυμία παλιά ξαναπερνά στο αίμα•

όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται,

κ’ αισθάνονται τα χέρια σαν ν’ αγγίζουν πάλι.

Επέστρεφε συχνά και παίρνε με την νύχτα,

όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται... 

Καβάφης

 Το κολέγιο ήταν ακόμα γεμάτο από φοιτητές που συζητούσαν ή διάβαζαν κάτω από την σκιά των δέντρων. Ξαφνικά ο Νάιαλ στράφηκε προς το μέρος μου. ''Ο Νέιθαν μου είπε πως ψάχνεις για δουλειά.'' Ανοιγόκλεισα γρήγορα τα βλέφαρα των ματιών μου και επανήλθα στην πραγματικότητα. ''Ναι...'' μουρμούρισα. ''Ο πατέρας μου είναι ιδιοκτήτης εδώ και αφού η προηγούμενη κοπέλα έφυγε, θα μπορούσες να πάρεις την θέση της.'' Άνοιξα ορθάνοιχτα τα μάτια μου γιατί κατάλαβα πως μόλις τώρα μου πρότεινε να δουλέψω εκεί. 

   ''Δεν ξέρω όμως τι πρέπει να κάνω... Εννοώ, μπορεί να μην είμαι η κατάλληλη.'' Ο Νέιθαν που καθόταν δίπλα μου, μου έριξε ένα αυστηρό και συνάμα οργισμένο βλέμμα, σαν να έλεγε: Χαζή είσαι κοπέλα μου; Πες ναι και γάμα όλα τα άλλα! Και εγώ αυτό έκανα. Δεν συνέχισα να με αμφισβητώ, φοβούμενη μήπως τελικά χάσω αυτή την θέση, που τόσο χρειαζόμουν. ''Οκ λοιπόν, μεθαύριο θα είμαι εδώ.'' Απάντησα μετά από λίγο, όταν ο Νάιαλ μου είπε την ώρα που θα έπρεπε να πάω.

        Κυριακή 23 Οκτωβρίου,

   Λένε πως τα καλύτερα όνειρα τα βλέπεις όταν είσαι ξύπνια. Διαφωνούσα κάθετα μέχρι τώρα. Εγώ ποτέ δεν έβλεπα όμορφα όνειρα. Σήμερα όμως συνέβη την ώρα που κοιμόμουν. Περίεργο. Δεν είχα κρεμάσει ούτε καν την ονειροπαγίδα πάνω από το κρεβάτι για να με προστατεύει, από όσους στοιχειώνουν τα όνειρα μου. Ξύπνησα κάπως τρομοκρατημένη λοιπόν, σήμερα το πρωί. Κάποιος είχε εισβάλλει στα όνειρα μου και το παράδοξο είναι πως εγώ μέσα μου ένιωθα μία απροσδόκητη γαλήνη και ηρεμία να με γεμίζει, γεγονός περίεργο και ασυνήθιστο για κάποια σαν και εμένα. Το προηγούμενο βράδυ, αφού γυρίσαμε από την βόλτα μας, ο Νέιθαν θα πήγαινε σε ένα πάρτι, για αυτό και εγώ ξάπλωσα στο κρεβάτι μου και αποκοιμήθηκα σχετικά γρήγορα.

  Ήμουν ξαπλωμένη πάνω σε ένα πέπλο από μικρά λουλούδια και πράσινα φύλλα, που είχαν πέσει από τα κλαδιά των δέντρων, τα οποία με περικύκλωναν και άφηναν μόνο λίγες ακτίνες ήλιου να διαπεράσουν από μέσα τους. Είχα κλείσει τα μάτια μου και με είχε συνεπάρει η ζεστασιά των ακτινών αλλά και του ειδυλλιακού τοπίου. Τα μαλλιά μου ήταν απλωμένα πίσω, αλλά δεν έρχονταν σε άμεση επαφή με το βρεγμένο έδαφος, καθώς μία μαύρη ζακέτα με γκρι λεπτομέρειες, την οποία και δεν αναγνώριζα, βρισκόταν ακριβώς από κάτω μου, στρωμένη με έναν κάπως άτσαλο τρόπο. Άνοιξα τα μάτια μου, ακούμπησα μαλακά το απαλό ύφασμα και έγειρα το κεφάλι μου στο πλάι, χωρίς να σηκωθώ, για να μπορέσω να μυρίσω το ευχάριστο άρωμα του.

Darkness. (HarryStyles.)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora