KΕΦΑΛΑΙΟ 5

171 16 2
                                    

 Να γελάσεις απ’ τα βάθη των χρυσών σου ματιών είμαστε μες στο δικό μας κόσμο.

Η πιο όμορφη θάλασσα είναι αυτή που δεν έχουμε ακόμα ταξιδέψει.

Τα πιο όμορφα παιδιά δεν έχουν μεγαλώσει ακόμα.

Τις πιο όμορφες μέρες μας δεν τις έχουμε ζήσει ακόμα.

Κι αυτό που θέλω να σου πω, το πιο όμορφο απ' όλα, δε σ' τό 'χω πει ακόμα.

(Ναζίμ Χικμέτ)

 Την επόμενη μέρα άρχισα να ετοιμάζομαι αργά το μεσημέρι για να πάω στο καφέ. Πήρα την τσάντα μου με το ένα χέρι και έριξα μέσα το κινητό μου. Το πρωί μίλησα και με την Άλις στο τηλέφωνο. Μου λείπει πολύ και εγώ της λείπω. Έμεινα όρθια μπροστά στον μεγάλο καθρέφτη μέσα στο δωμάτιο, να κοιτάω το είδωλο που σχηματιζόταν πάνω του. Τα αδύνατα πόδια μου καλύπτονταν από ένα σκουρόχρωμο τζιν παντελόνι και το πάνω μέρος του σώματος από μία μακρυμάνικη μπλούζα και ένα γκρι φουλάρι. Τα μποτάκια μου βρίσκονταν δίπλα από την πόρτα, ενώ ο Νέιθαν είχε αφήσει τα αθλητικά του πεταμένα κοντά στον καναπέ του σαλονιού. ''Φεύγω. Θα έρθεις να με πάρεις το βράδυ όταν σχολάσω;'', τον ρώτησα πριν ανοίξω την πόρτα και βγω έξω. ''Ναι. Απλά πάρε με τηλέφωνο ότι ώρα τελειώσεις.'' φώναξε μέσα από την κουζίνα για να τον ακούσω και το κατάφερε.

   Τον δρόμο τον θυμόμουν φυσικά. Δεν μπορώ να πω ότι είναι και πολύ κοντά. Δεν είναι και το αυτοκίνητο μου εδώ οπότε βρήκα την ευκαιρία να περπατήσω. Μου πήρε περίπου είκοσι λεπτά να φτάσω μέχρι εκεί. Το κολέγιο ήταν σχετικά άδειο και πολλοί φοιτητές κάθονταν ήδη στα τραπεζάκια του καφέ. Μόλις άνοιξα την βαριά πόρτα και μπήκα μέσα, ένα καμπανάκι ήχησε και έκανε κάποιους να γυρίσουν και να με κοιτάξουν. Δεν το είχα παρατηρήσει την προηγούμενη φορά και εκείνη την στιγμή έπιασα τον εαυτό μου να χαμογελά. Προχώρησα μέσα από τα τραπέζι και βρέθηκα μπροστά από την ξύλινη μπάρα όπου βρισκόταν και ο Νάιαλ. Συζητούσε με έναν μεγαλύτερο σε ηλικία άνδρα, αλλά όταν με είδε σταμάτησε να μιλά και μου χαμογέλασε. ''Μπαμπά, από εδώ η Ιζαμπέλα. Η νέα μας σερβιτόρα. Ίζαμπελ, αυτός είναι ο πατέρας μου, Μπόμπι Χόραν, ιδιοκτήτης του καφέ.''

''Χάρηκα πολύ κύριε Χόραν και σας ευχαριστώ πολύ για την θέση αυτή.'' είπα ευγενικά και έδωσα το μεγαλύτερο χαμόγελο μου σε εκείνον και τον γιο του. ''Χαρά μου, Ιζαμπέλα. Ο γιος μου, μου μίλησε με πολύ καλά λόγια για εσένα. Εξάλλου χρειαζόμασταν μία υπάλληλο. Έλα να σου δείξω τον χώρο που μπορείς να αφήσεις τα πράγματά σου.'' Ακολούθησα το νέο μου αφεντικό και εκείνος μου έδειξε που βρισκόταν η κουζίνα αλλά και ένα μικρό δωμάτιο όπου μπορούσα να αφήσω την τσάντα μου. 

Darkness. (HarryStyles.)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora