Κεφάλαιο 13

138 9 14
                                    

Ακούμπησε τα χείλη της απαλά πάνω στα δικά του, χωρίς να κάνει καμία άλλη κίνηση. Για τον Λουκ όμως αυτό ήταν αρκετό. Αρκετό για να του δείξει πως δεν ήταν ο μόνος που ένιωθε έτσι κοντά της. Πως την τρέλαινε ακριβώς όπως τον τρέλαινε και εκείνη. Το φιλί της ήταν γλυκό και ενώ του άρεσε, βρήκε τον εαυτό του να ζητάει περισσότερα. Γι αυτό, έσπρωξε σίγα με την παλάμη του το πρόσωπο της, αρκετά ώστε να σπάσει το φιλί, όχι όμως τόσο ώστε να την απομακρύνει από κοντά του. Δεν ήθελε τίποτα περισσότερο από το να την έχει κοντά του.

Βρέθηκαν σε απόσταση αναπνοής, και η Ήβη άνοιξε τα μάτια της μόνο για να έρθει αντιμέτωπη με το έντονο βλέμμα του. Τα μάγουλα της βάφτηκαν κόκκινα από ντροπή. Τι στο διάολο κάνω; σκέφτηκε και έσκυψε το κεφάλι της, χωρίς όμως να απομακρυνθεί από το κράτημα του.

-Συγνώμη.. Είπε χαμηλόφωνα, σφίγγοντας τα χείλη της μεταξύ τους. Τι χαζή που είμαι;;

Ο Λουκ χαμογέλασε. Έβρισκε γλυκιά την ντροπή της, όμως δεν μπορούσε να την αφήσει έτσι. Έφερε την παλάμη του στο πηγούνι της και σήκωσε το κεφάλι της για να τον κοιτάξει. Η ντροπή ήταν γραμμένη στο πρόσωπο της, όμως αυτός την κοιτούσε βαθιά μέσα στα μάτια. Ήταν πανέμορφα. Τα μάτια της ήταν πανέμορφα. Πέρασε τον αντίχειρα του πάνω από τα χείλη της, κάνοντας τα να ανοίξουν ελαφρώς. Το χαμόγελο είχε φύγει από το πρόσωπό του. Την κοιτούσε με λαγνεία. Ήθελε τόσο πολύ να γευτεί πάλι αυτά τα απαλά χείλη, αυτή τη φορά όμως, με τους δικούς του όρους.

Όρμησε στα χείλη της σαν να ήταν το οξυγόνο που χρειαζόταν για να αναπνεύσει. Το φιλί της ήταν απαλό, ήρεμο, σαν να μην ήξερε καλά-καλά τι έκανε. Το δικό του ήταν κτητικό, άγριο, χωρίς ίχνος τρυφερότητας. Δάγκωσε το χείλος της δυνατά, τόσο που την έκανε να βγάλει μια μικρή κραυγή και αμέσως η γλώσσα του βρέθηκε στο στόμα της. Στην αρχή, η Ήβη δεν ήξερε τι να κάνει, πως να αντιδράσει, άρχισε όμως να μιμείται τις κινήσεις του και έτσι κατάφερε να συγχρονιστεί. Τα μάτια τους κλειστά, τα χείλη τους ενωμένα, οι ψυχές τους δεμένες. Ευφορία. Αυτό ένιωθαν και οι δύο εκείνη τη στιγμή.

Με μια κίνηση, ο Λουκ έπιασε τα πόδια της και την έφερε πάνω του. Συνέχισε να φιλά, να δαγκώνει και να γλύφει τα χείλη της τόσο έντονα, που μικρές κραυγές άρχισαν βγαίνουν από το στόμα της. Το στομάχι της είχε δεθεί κόμπος και στην κοιλιά της ένιωθε κάτι που δεν είχε ξανανιώσει. Της άρεσε. Της άρεσε αυτό που της έκανε.

Το χέρι του βρέθηκε αμέσως στα μαλλιά της και, αφού τα έπιασε σφιχτά, τράβηξε δυνατά. Το κεφάλι της ακολούθησε την κίνηση και τα χείλη του βρέθηκαν στο λαιμό της. Δάγκωνε και έγλειφε κατά μήκος του λαιμού της τόσο έντονα, που οι ανάσες της απλώθηκαν στο δωμάτιο, μέχρι που έφτασε λίγο πιο πάνω από την κλείδα της. Η Ήβη αναστέναξε. Ο Λουκ χαμογέλασε. Αυτό είναι το σημείο σου, σκέφτηκε. Άρχισε να φιλά και να δαγκώνει ακόμη πιο έντονα το δέρμα της. Η Ήβη δεν μπορούσε να συγκρατήσει πλέον τους αναστεναγμούς της.

KNIGHT •|✔|•Where stories live. Discover now