"Πεινάω σαν λύκος"

665 88 2
                                    

-Πάλι εδώ είσαι εσύ; Ρώτησε εκνευρισμένη η Οκτάβια. Το κορίτσι που μόλις της είχε ανοίξει την πόρτα ανταπέδωσε με ένα απαξιωτικό βλέμμα.

-Η ώρα είναι τρεί και τέταρτο! Τι έγινε; Προέκυψε κανένα αγοράκι;  Ο Μπέν καθόταν μπροστά στην πόρτα της κουζίνας μασουλώντας ένα κομμάτι γαλατόπιτα.

-Όχι χαζέ! Είπε η Οκτάβια βλέποντας την ειρωνεία στα μάτια του.

Η Οκτάβια ζήλευε τον Μπέν αφού δεν ήταν ούτε 13 και παρόλα αυτά είχε καταφέρει να μπει στο δεκαπενταμελές του σχολείου του, οδηγούσε μηχανάκι και είχε δύο χρόνια σχέση. Την Ελβίρα απ την άλλη την αντιπαθούσε τρελά. Είναι δυνατόν ο αδερφός της να τα έχει με το ποιο ξινό κορίτσι του Λεμοντάντ; Και αυτή γιατί να μην έχει ούτε λίγο απ την ομορφιά και την χάρη του;

-Α! δεν σου είπα. Είναι πάνω η Εύα.

-Αλήθεια λες;! Ο Μπέν έγνεψε καταφατικά και η Οκτάβια έφυγε σίφουνας για το δωμάτιο της. Η Εύα ήταν η πρώτη ξαδέρφη της Οκτάβιας και το μοναδικό άτομο που εμπιστευόταν πραγματικά.

-Εύα! Είπε πέφτοντας στην αγκαλιά της.

-Λοιπόν ακούω! Πως πήγε το ραντεβού;

-Εεεεε..... βασικά......

-Τι;;; Δεν πήγε καλά;;;

-Όχι ότι δεν πήγε καλά..... απλά.....δεν πήγε καθόλου. Δηλαδή........ εγώ δεν πήγα καθόλου.

-Τι;;;;;;;;;; Πας καλά;;;;;; Γιατί;;;;

Η Οκτάβια ήθελε να τα πει όλα εκείνη την στιγμή. Θα έλεγε στην Εύα για τον λύκο στο δάσος και για τα γαλάζια μάτια και για τον Ίαν και...

-Αααα έμαθες ότι βρήκαν ένα λύκο έξω απ το Λεμοντάντ;

-Δε μου λες! Εσύ τι γνώμη έχεις για τους λύκους;

-Ιιιχ! Απαίσια ζώα. Τριγυρνάνε σκοτώνοντας ότι βρουν και δεν χρησιμεύουν σε τίποτα! Δεν καταλαβαίνω γιατί ο κόσμος τους βρίσκει τόσο κολακευτικούς. Εγώ προσωπικά τους απεχθάνομαι! Αλλά γιατί ρωτάς;

-Τίποτα! Έτσι από περιέργεια ρώτησα.  Η Οκτάβια αποφάσισε ότι μάλλον θα έπρεπε να κρατήσει το μυστικό της. Η άποψη της Εύας για τους λύκους δεν θα βοηθούσε και πολύ την κατάσταση.

-Τα σουβλάκια είναι έτυμα! Θα έρθετε να φάμε;! Ακούσθηκε η φωνή του Μπέν απ την κουζίνα.

Τα κορίτσια χωρίς δεύτερη σκέψη κατέβηκαν τις σκάλες. Ποτέ δεν είχε νιώσει τόσο έντονα την μυρωδιά, ένα άγριο ένστιχτο ένοιωσε να ξυπνάει μέσα της, ήθελε να τα φάει όλα!

-Πεινάω σαν λύκος! Eίπε ενώ άρπαξε ένα και άρχισε να το καταβροχθίζει.

-Εσύ δεν είσαι χορτοφάγος;; Ρώτησε η Εύα, η οποία έβαζε σαλάτα στο πιάτο της.

Πώς το είχε ξεχάσει αυτό; Αυτή και η Εύα είχαν κάνει ένα χορτοφαγικό σύλλογο στην πέμπτη δημοτικού μετά από μία σχετική ταινία που είχαν δει.

-Δεν είμαι πια! Δήλωσε η Οκτάβια.

-Από πότε; Ρώτησε η Εύα που ένιωθε απογοητευμένη με την προδοσία της ξαδέρφης της.

-Από τώρα! Απάντησε η Οκτάβια ενώ έπαιρνε άλλα δύο σουβλάκια απ την πιατέλα.

  «Ντλιν νταλ ντλον!» Ακούστηκε το κουδούνι.

-Πάω να ανοίξω! Είπε η Οκτάβια την ώρα που μπουκώνονταν ένα ακόμα σουβλάκι μπροστά στα μάτια τον έκπληκτων παιδιών.

Η πόρτα άνοιξε και αντίκρισε τον προπονητή της ομάδας μπάσκετ τον αγοριών του σχολείου της. Θα έλεγε καλησπέρα ή περάστε ή κάτι σχετικά ευγενικό αλλά το γεμάτο σουβλάκι στόμα της και τα τέσσερα σουβλάκια που κρατούσε στα χέρια της δεν βοηθούσαν και πολύ την κατάσταση.

-Είσαι η Οκτάβια Μπάνερ να υποθέσω. Είπε ο προπονητής που κοιτούσε τρομοκρατημένος τα σουβλάκια.

-Ναι η ίδια. Απάντησε την ώρα που κατάπινε με δυσκολία το κομμάτι που βρισκόταν στο στόμα της.

-Αύριο θέλω να έρθεις στην προπόνηση της ομάδας μου.

-Μα.. εγώ......δεν....

-Δεν σε ρώτησα! Ο Προπονητής δεν φαινόταν να σήκωνε αντιρρήσεις. Του έγνεψε καταφατικά και χαμήλωσε το κεφάλι για να κρύψει το τεράστιο χαμόγελο που είχε σχηματιστεί στα χείλη της. Ο προπονητής την κοίταξε ικανοποιημένος και έκλεισε την πόρτα αφήνοντας το κορίτσι τρισευτυχισμένο.


 Ήταν έτυμη να τρέξει να πει στα παιδιά τα νέα όταν άκουσε τον ήχο του μηνύματος στο κινητό που ήταν στην τσέπη της. «7:30 έξω απ το σχολείο! Αν δεν έρθεις δεν πρόκειται να φύγω!-Φρέντερικ-»

Χορεύοντας με την σελήνηOnde histórias criam vida. Descubra agora