Η ανήσυχια πριν την καταιγίδα

78 3 2
                                    

"Τι εννοείς ήταν άσχημα; Τι έπαθε; Την είδε ο γιατρός; Εντάξει, θα έρθω εγώ να μιλήσω μαζί του. Σ ευχαριστώ πολύ, έρχομαι, γειά.". Αστέρης έκλεισε το τηλέφωνο και σκεφτικός γύρισε στο κρεβάτι που κειτόταν ο Μαθιός, ο οποίος αν και είχε ξαναβρεί τις αισθήσεις του, παρέμενε σε πολύ κακή κατάσταση.

"Τι συνέβη; Να φανταστώ πάλι η μάνα κάνει σκηνές για να μας αναγκάσει να πάμε κοντά της; Ε λοιπόν πες της ότι εγώ δεν γυρίζω πίσω, και ούτε θέλω να την ξαναδώ μπροστά μου.", είπε αποφασιστικά.

"Δεν αφορούσε τη μάνα το τηλεφώνημα. Εκείνη είναι καλά. Άλλος δεν είναι...", κομπιασε ο Αστέρης.

"Δεν με νοιάζει, ειλικρινά δεν με νοιάζει τίποτα.", δήλωσε ο μαθιός.

"Αν ήταν η Βασιλική, θα σε ένοιαζε;", τον ρώτησε ο αδερφός του.

Ο μαθιός πετάχτηκε αλαφιασμένος από τα σκεπάσματα και με βλέμμα που έβγαζε φωτιές έπιασε από το γιακά τον Αστέρη και άρχισε να τον ταρακουνάει.

"Τι είπες τώρα; Ποια Βασιλική; Τη δικιά μας Βασιλική; Τι έπαθε; Λέγε τι της συνέβη; Μίλα Αστέρη!"

"Πήρε τηλέφωνο την Αργυρώ και της ζήτησε βοήθεια και όταν η Αργυρώ έφτασε στο σπίτι τη βρήκε αναίσθητη στο πάτωμα. Ευτυχώς συνήλθε κάπως. Τώρα την εξετάζει γιατρός και πρέπει να πάω από κει."

"Εγώ φταίω, εγώ που να με πάρει, εγώ την έφτασα σε αυτό το σημείο. Είμαι ένας άθλιος υποκριτής, ναι αυτό είμαι! Το έβαλα κάτω με την πρώτη πίεση. Ώρα λοιπόν να εξηγηθώ. Πάμε λοιπόν. Το μόνο που θέλω είναι να βρεθώ κοντά της, και ας ξέρω ότι δεν θα με συγχωρέσει ποτέ για το κακό που της έκανα."

"Ποιο κακό, Μαθιό, τι λες; Για όνομα του Θεού δεν καταλαβαίνω τι συμβαίνει. Έρχομαι εδώ και σε βρίσκω να παραληρείς και να ετοιμάζεσαι να πέσεις στο γκρεμό και να ουρλιάζεις το όνομα της Βασιλικής. Πες μου λοιπόν τι συμβαίνει;", ρώτησε ο Αστέρης.

"Θα στα εξηγήσω όλα αργότερα. Πάμε γρήγορα δεν έχουμε καιρό."

Ήξερε ότι είχε κάνει το μεγαλύτερο του λάθος. Έτρεμε την αντίδραση της Βασιλικής. Την ήξερε, ούτε θα θύμωνε, ούτε θα φώναζε, ούτε θα έκλαιγε. Θα έκανε κάτι πολύ χειρότερο. Θα κλεινόταν στον εαυτό της και αυτό ο Μαθιός δεν το άντεχε. Όταν κλείδωνε η καρδιά της Βασιλικής δεν άνοιγε εύκολα. Φοβόταν το πόσο την είχε πληγώσει. Φοβόταν ότι είχε πιστέψει όσα της είπε μόλις πριν λίγη ώρα στο σπίτι της. Πιο άσχημα δεν είχε μιλήσει ποτέ του σε άνθρωπο. Ακόμη δεν μπορούσε να καταλάβει πως κατάφερε θα της πει τόσα ψέματα κοιτάζοντας την στα μάτια. Άραγε τόσο καιρό τι άλλο έκανε; Πάλι ψέματα της έλεγε. Ψέματα για το φόνο του άντρα της. Ήξερε πολύ καλά τα πάντα. Εκείνος τον είχε σκοτώσει. Εκείνος ήταν πού ένα καυτό μεσημέρι είχε σηκώσει το όπλο και είχε αδειάσει έναν γεμιστήρα επάνω στον Στεφανή. Ήταν ψεύτης, ακριβώς αυτό ήταν. Κορόιδευε τη γυναίκα που λάτρευε και μαζί και όλους τους υπόλοιπους. Σιχαινόταν τον εαυτό του μα δεν είχε άλλη επιλογή. Ποτέ όμως δεν είχε μισήσει περισσότερο τον εαυτό του από ότι εκείνη τη στιγμή που βγήκε από το σπίτι της Βασιλικής.  Εκείνες οι στιγμές που στεκόταν απέναντί της και της έλεγε πως ποτέ δεν την αγάπησε ήταν οι χειρότερες της ζωής του. Ήξερε ότι η Βασιλική πολύ δύσκολα θα το ξεπερνούσε αυτό και εκείνος ποτέ δεν πρόκειται να συγχωρέσει τον εαυτό του για το κακό που της προκάλεσε. Αν μη τι άλλο όμως θα προσπαθούσε να της εξηγήσει. Της το οφειλε. Της το χρώσταγε. Σε εκείνη και στην αγάπη τους...

Μαθιός - Βασιλική:  Η αποκάλυψηWhere stories live. Discover now