Το αγόρι που τα μάτια του κοιτούσαν την ψυχή

26 1 0
                                    


Η Λάουρα πάλευε κάθε μέρα με την μοναξιά της, ήξερε πως η Μαντραγώ δεν θα άφηνε κανέναν να είναι δίπλα της, αν δεν το περνούσε από χίλια κύματα για να δει αν είναι παιδί του φεγγαριού. Για την Λάουρα όλα αυτά ήταν απλά ένας μύθος και αυτό την ρήμαζε περισσότερο.
Είχε περάσει σχεδόν ένας μήνας από τα γενέθλια της και κάθε μέρα ανελλιπώς τηρούσε ότι είχε υποσχεθεί στην γιαγιά της. Έγραφε κάθε μέρα στο ημερολόγιο με κάθε λεπτομέρεια τι συμβαίνει. Κάθε μέρα ήταν ίδια με την προηγούμενη και την επόμενη ίσως! Μέχρι που ένα απόγευμα εκεί που η Λάουρα βοηθούσε την γιαγιά της στο τρίψιμο μιας σκάλας βρέθηκε μπροστά της ο Ντάντε.
Για την ακρίβεια αυτή βρέθηκε μπροστά του. Ο Νταντε μόλις μετακόμισε σε αυτή την πολυκατοικία και μάλιστα έμενε στην σοφίτα. Η Λάουρα το είχε ακούσει, αλλά δεν τον είχε δει ποτέ ... Τι να κάνει ένα παιδί μόνο του σε μια σοφίτα; Αναρωτιόταν.
Γ- άντε τρίβε, τι με κοιτάς μικρό; άντε
Λ- κάνω και τίποτα άλλο, ουφ. Πάω πιο πάνω γιαγιά να τελειώνουμε, βιάζομαι έχω να διαβάσω
Γ- για δες πόνος που σε έπιασε για το διάβασμα, μην στεναχωριέσαι θα τελειώσουμε γιασεμακι μου
Η Λάουρα αποφασιστικά αρπάζει τον κουβά και ανεβαίνει προς τα πάνω, η περιέργεια της όμως την ωθεί να φτάσει στην σοφίτα. Πριν ανέβει το τελευταίο σκαλί η σπονδυλική της στήλη νιώθει ένα τρέμουλο και ανατριχιαζει όλο της το κορμί. Εκείνη την ώρα η γιαγιά της φοβισμένη φωνάζει ΓΙΑΣΕΜΑΚΙ .... Η Λάουρα τρομάζει και παραπατάει, είναι έτοιμη να κατρακιλιση την σκάλα όταν μέσα από τα βάθει του διαδρόμου ακούγεται « με την δύναμη που με έχεις χρήσει, παρακαλώ αιώρηση». Για κάποια λεπτά η Λάουρα ένιωσε το σώμα της να πετάει και να έρχεται σε θέση απόλυτης ισορροπίας με την σκάλα, όταν επιτέλους σταθεροποιείται ανεβάζει το βλέμμα της και τι να δει...; Ένα αγόρι βγαλμένο από τα πιο τρελά της όνειρα. Αψεγάδιαστο σώμα και πρόσωπο, με ένα καταπληκτικό μπουκλάκι ολόμαυρο και αυτό να στέκεται στο μέτωπο του. Η Λάουρα ξεροκαταπιε και συνέχισε να κοιτάει το μαύρο ζιβάγκο που αγκάλιαζε τον λαιμό του και εκείνο το πετσινο παντελόνι που αναδείκνυε τα γυμνασμενα πόδια του. Ξαφνικά παγώνει αφού την ακουμπά στοργικά στα μαλλιά και τα ανακατεύει σαν να χαϊδεύει κεφάλι μικρού παιδιού
Ντ- είσαι καλά ;
Λ- Ε ε ε, καλά ναι μια χαρά δεν ξέρω ούτε πως πήγα να πέσω ούτε πως τελικά δε έπεσα!
Ντ- ξέρω εγώ, έχεις φύλακα άγγελο μικρή
Λ- χαχαχχα ναι αυτό μην το συζητάς!
Η Λάουρα βυθίστηκε στα μάτια του. Ήταν κατάμαυρα και έντονα, με κάθε κίνηση τους έμπαιναν όλο και πιο βαθιά στο μυαλό σου! Αυτός της ακούμπησε το πηγούνι με τον δείκτη του και της ανέβασε το πρόσωπο αργά « τώρα καλύτερα. «Πώς σε λένε ;». Η Λάουρα χαμένη του απαντά « Γιασεμ- , εε Λάουρα συγγνώμη »
Ντ- είμαι ο Ντάντε! Μετακόμισα πρόσφατα εδώ, λογικά θα είμαστε μαζί και στο σχολείο.
Η Λάουρα έκλεισε τα μάτια της με ευχαρίστηση και ένα απαλό μειδίαμα εμφανίστηκε στο πρόσωπο της. Επιτέλους θα μιλούσε με το πιο χοτ αγόρι του σχολείου! Αυτό σίγουρα θα την έκανε δημοφιλή. Πριν προλάβει να απαντήσει στον Ντάντε την κουβέντα διέκοψε η Μαντραγώ.
Γ- κατέβα κάτω γρήγορα μωρ' συ θα ξημερωσουμε
Λ- συγγνώμη με φωνάζει η γιαγιά μου, καλύτερα να πηγαίνω
Η Μαντραγώ ήξερε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με το γιασεμακι, κάτι είχε αλλάξει. Κοίταξε βαθιά στα μάτια της και τι να δει.... Μια σπίθα πετάχτηκε σαν να γίνονταν κρυστάλλινα. Η γιαγιά έμπηξε της φωνές, οποίος και αν ήταν.... μακριά!.. είναι παιδί του φεγγαριού. Ήδη, κοίταξε βαθιά στα μάτια σου! Η γιαγιά ήξερε πως κάθε παιδί της νύχτας είχε και μια ξεχωριστή δύναμη. Άλλοι μπορούσαν να αιωρούνται, άλλοι να δημιουργούν παραισθήσεις και μερικοί άλλοι να διαβάζουν και τις βαθύτερες σου σκέψεις...
Γ- θα μείνεις μακριά με άκουσες
Λ- τα ίδια λες κάθε φορά, έχω βαρεθεί δεν μπορώ να μιλάω μόνο με εσένα. Χρειάζομαι και άλλους ανθρώπους πιο κοντά στην ηλικία μου δεν το καταλαβαίνεις.... Μια ζωή με τους θρύλους και τις μαγκανιες σου θα ασχολούμαστε;
Η Λάουρα εμφανώς εκνευρισμένη πήρε το ημερολόγιο της και έφυγε κατευθυνόμενη προς το σπίτι. Η Μαντραγώ έντρομη λύγισε στα γόνατα και είπε 3 φορές «μεγάλη ιερια Νιγκλετ, χρειάζομαι την βοήθεια σου ». Τότε, ένα παχύ στρώμα από σκόνη εμφανίστηκε και από τα σπλάχνα του ακούγονταν η φωνή της Νιγκλετ «έλα το βράδυ στο γνωστό σημείο, θα σε περιμένω». Έτσι και έγινε, το βράδυ εκείνο όταν η Λάουρα έπεσε για ύπνο η Μαντραγώ έτρεξε σε εκείνο το πάρκο που έπαιζαν παιδιά με την Νιγκλετ. Σε μια μαύρη καλογυαλισμένη κολώνα έστεκε η Νιγκλετ. Ήταν εύκολο να την ξεχωρίσεις. Η ιέρεια ήταν ψηλή με γερή κορμοστασιά αλλά και τα πιο ωραία αφρικανικά μαλλιά! Το δέρμα της ήταν τόσο σκούρο που δεν καταλάβαινες διάφορα με την κολώνα, όμως δεν πειράζει γιατί τα μάτια της ήταν τόσο κόκκινα και κρυστάλλινα που δύσκολα τα μπερδευε κάνεις!
Ν- καλή μου Μαντραγώ, σε πήρανε τα χρόνια χαχχαχα!
Γ- και εγώ σε συμπαθώ ξεμωραμενη φίλη μου. Άκου, έχουμε πρόβλημα. Το γιασεμακι μου, αχ το γιασεμακι μου!
Ν- Η Λάουρα; Τι έπαθε;
Γ- για τώρα είναι καλά ... Μα την περιτριγυρίζουν δύο κρυστάλλινα μάτια είμαι σίγουρη .
Ν- ας μην προτρεχουμε. Τι ξέρεις για αυτο;
Γ- το απολύτως τίποτα! Όμως ιέρεια μου το είδα στα μάτια της! Ότι όποιος και να την κοιταξε δεν ήταν για καλό! Τα βάθη των ματιών της άλλαξαν!
Ν- αργά η γρήγορα θα την έβρισκαν και το ξέρεις..! Ευχαριστώ καλή μου φίλη Μαντραγώ, από αύριο κιόλας θα ασχοληθώ εγώ η ίδια με το γιασεμακι σου!
Αυτά είπε η Νιγκλετ και εξαφανίστηκε σαν καπνός!

Εκείνα δεν κρύβονται: ο Ηλιος, το Φεγγάρι, η ΑλήθειαWhere stories live. Discover now