7

4 2 0
                                    


Οι σταγόνες της βροχής πάλευαν με το παράθυρο και τον αέρα, είμαι χωμένη κάτω από τα σκεπάσματα μου, αρνούμαι να κάνω την παραμικρή κίνηση,από εχθές δεν εχω βγει από το δωμάτιο και δεν νομιζω να βγω ούτε σήμερα.
Μου λείπει το γέλιο της Ρόζας, οι πλάκες μας, μου λείπει η κελλυ, τα πειράγματα και οι τεράστιες συζητήσεις που είχαμε για τα πιο απλά πράγματα, οι βόλτες, μου λείπουν ολα.
Περισσότερο από όλους όμως μου λείπει ο αλεξ και αυτός ξέρω πως δεν θα γυρίσει πίσω.
Γύρισα πλευρό και κοίταξα το μικρό κομοδίνο δίπλα στο κρεβάτι μου, σχεδόν μηχανικά ανοιξα το συρτάρι και εβγαλα το τετράδιο που είχα κρύψει.
Το είχα ξεχάσει τελείως.
Χάιδεψα το γδαρμένο εξώφυλλο κι το ανοιξα στην πρώτη σελίδα.

Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 1992
Δεν περίμενα ποτε πως θα κρατάω ημερολόγιο,είναι όμως πολύ δύσκολο να μην έχεις κανέναν να πεις αυτά που σε βασανίζουν. Όλα αυτά που έμαθα με έχουν τρελάνει, τριγυρνάνε στο μυαλό μου οι πληροφορίες, προσπαθώ να τις βαλω σε μια σειρά αλλά δεν ξέρω από που να ξεκινήσω. Αποκλείεται όλα αυτά να είναι αλήθεια, ο διευθυντής μας δεν είναι τέτοιος άνθρωπος, ίσως κάτι δεν άκουσα καλά...

Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 1992
Αποφάσισα τελικά να μιλήσω σε κάποιον γιατί δεν άντεχα άλλο τις ίδιες μου τις σκέψεις, το μυαλό δεν μου έπαιζε παιχνίδια...άκουσα ο ίδιος τον διευθυντή να μιλάει στο τηλέφωνο με κάποιον και να κανονίζει συνάντηση στο δάσος. Γιαυτο χρειάζεται να μιλήσω σε κάποιον. Πρέπει να έρθει μαζί μου.
Οι παλάμες μου είχαν αρχίσει να ιδρώνουν, ο λαιμός μου ξεράθηκε, δεν μπορούσα να βγάλω άχνα..
Είχα συναντηθεί με τον Αρθουρ, είναι ο καλύτερος μου φίλος εξάλλου.
-Μαξ, θα μου πεις;
-Αρθουρ είναι κάτι που προσπαθώ να σου πω εδώ και πολύ καιρό, θέλω να μου υποσχεθείς πως ότι και να γίνει δεν θα μιλήσεις.
-Όλα καλά;
Με ρωτησε ανήσυχος
-Υποσχεσου Αρθουρ.
-Εντάξει το υπόσχομαι!
Είπε αγανακτισμένα, πήρα μια βαθιά ανάσα και ξεκίνησα να του εξηγώ την κατάσταση.

Γύρισα βιαστικά στην επόμενη σελίδα.
-λείπουν σελίδες.
Μονολόγησα καθως ψηλάφισα  το σκισμένο χαρτί.
κάποιος πρέπει να τις έκοψε, αποκλείεται να έφυγαν απο μόνες τους. Τις σκέψεις μου διέκοψε ο χτύπος της πόρτας,εκρυψα το ημερολόγιο κάτω από το μαξιλάρι μου και σηκώθηκα να ανοίξω.

-Γεια, σου έφερα αυτό.
Είπε ο Τζεικ, δίνοντας μου έναν δίσκο γεμάτο με φαγητό.
-Ευχαριστώ.
Ψέλλισα, πήρα τον δίσκο από τα χέρια του και τον ακούμπησα πάνω στο τραπεζάκι.
-Έχεις μέρες να κατέβεις και σκέφτηκα πως θα πείνας.
-ευχαριστώ, δεν ήταν ανάγκη.
-Πως είναι η κελλυ;
-ότι ξέρω, ξέρεις.
Του απάντησα και κάθισα στο κρεβάτι μου.
-Κατάλαβα, θα σου τηλεφωνήσει κάποια στιγμή.
Είπε και βούλιαξε δίπλα μου στο κρεβάτι.
Ένιωθα το βλέμμα του καρφωμένο επάνω μου,κοιτούσα ευθεία τον τοίχο προσπαθώντας να τον αγνοησω.
Το χέρι του ακούμπησε απαλά το μάγουλο μου και ελαφρά έγειρε το κεφάλι μου προς το μέρος του.
-τι κανεις;!
-Γιατί δεν με κοιτάς;
Μου απάντησε.
-Γιατί δεν θέλω.
Τα πρόσωπα μας πλησίασαν ακόμα πιο κοντά από πριν, προσπάθησα να κρατηθώ αλλα δεν μπόρεσα να το αποτρέψω.
Τα χείλι μας ενώθηκαν τρυφερά,ακολούθησα τον αργό και σταθερό ρυθμό του, όσο κι αν προσπαθώ να προσδιορίσω και να εξηγήσω αυτό ακριβώς που συμβαίνει στο σώμα και το μυαλό μου αυτή τη στιγμή,είναι σχεδόν αδύνατο να το καταφέρω. Έπιασε με δύναμη τους γοφούς μου και με τράβηξε πάνω του χωρίς να διακόψει το φιλί μας. το χέρι του γλίστρισε κάτω από την μπλούζα μου και κάλυψε με την χούφτα του το στήθος μου στέλνοντας κύματα ηδονής σε όλο μου το κορμί.
Είναι άραγε εκείνη η ακατανίκητη έλξη για τον άνθρωπο που έχεις απέναντί σου, που σε κάνει να μουδιάζεις ολόκληρος τη στιγμή που αισθάνεσαι τα χείλη του να πλησιάζουν τα δικά σου; Είναι αυτή η νευρικότητα κι η γλυκιά αμηχανία που νιώθεις; Δεν ξέρω και δεν έχει κι ιδιαίτερη σημασία νομίζω.
Το σίγουρο είναι πως σε αυτά τα λίγα μόλις δευτερόλεπτα, ένιωσα ολες τις αισθήσεις μου να φτάνουν στο ζενίθ και να λειτουργούν στο έπακρο. Θαρρείς πως ο χρόνος κάνει παύση κι η γη σταματάει να γυρνάει. Όχι δεν είναι υπερβολή, αν κάποιος σου έλεγε τη στιγμή εκείνη πως η γη σταμάτησε να γυρίζει, θα το πίστευες. Γιατί το μόνο που έχει σημασία αυτή την ώρα είναι το σώμα και τα χείλη του που τα νιώθω κολλημένα επάνω στα δικά μου . Η ανάσα του που αισθάνομαι να με διαπερνάει και να φτάνει μέχρι τα πνευμόνια μου. Η μυρωδιά κι η υφή των χειλιών του που με κάνουν να θέλω να μην σταματήσω δευτερόλεπτο.
Τότε ήταν που η λογική κατέκτησε τις σκέψεις μου.
Πλέον δεν έχει σημασία αν το φιλί είναι γεμάτο από αμηχανία, άγχος και νευρικότητα, μιας και τα χείλη αυτά που νιώθεις να καίνε παθιασμένα τα δικά σου τώρα, μετά μπορεί και να σε καταστρέψουν.
ο χρονος σταμάτησε, τότε ήταν η στιγμή που άρχισα να βράζω μέσα μου και δεν άφησα όλα τα παραπάνω συναισθήματα να εισχωρήσουν περισσότερο στο μυαλό μου. Τον απομάκρυνα !
-τι έπαθες ;
Είπε λαχανιασμένος.
Χωρίς να του απαντήσω βγήκα από το δωμάτιο και άρχισα να περπατάω με γρήγορο ρυθμό στον διάδρομο, άκουσα την πόρτα του δωματίου μου να κλείνει με δύναμη,έτρεξα στις τουαλέτες και έριξα παγωμένο νερό στο πρόσωπο μου. Κοιτώντας την αντανάκλαση μου στον καθρέπτη, είδα τον Τζεικ να στέκεται πίσω μου ανέκφραστος.
-Τι έκανα;
Με ρώτησε ήρεμα
-τίποτα
-τότε γιατί έφυγες έτσι;
-Γιατί δεν είναι σωστό!
-Για ποιον ;
-Γενικά.
Του είπα και κατευθύνθηκα προς την πόρτα.
-τι θες να πεις;
-θα σταματήσεις να με ακολουθείς;
Του απάντησα νευρικά.
-Ποια νομίζεις ότι είσαι και παίζεις έτσι ;
-Αχ, παράτα με!
Του απάντησα και έφυγα σχεδόν τρέχοντας για το δωμάτιο μου.
Το ξερω πως αυτό που έγινε δεν ηταν καθόλου σωστό για κανέναν, φοβάμαι πάρα πολύ να δεθώ, να αφεθώ ελεύθερη, να νιώσω. Συγκρατώ τον εαυτό μου διότι φοβάμαι πως άμα με αφήσω ελεύθερη, θα πληγωθώ για άλλη μία φορά και δεν βρίσκομαι σε θέση να αντιμετωπίσω άλλον έναν ψεύτη.
Απλώς αυτή την περίοδο χρειάζομαι χρόνο μετά από όλα αυτά που έγιναν, είναι όλα τόσο μπερδεμένα στο κεφάλι μου.
Το μόνο που μπορεί να με κρατήσει απασχολημένη αυτή την στιγμή είναι το ημερολόγιο.

Το δάσος Where stories live. Discover now