Για μερικά βασανιστικά δευτερόλεπτα, κανείς από τους δύο δεν μιλούσε, μέχρι που ο Ρωμαίος αποφάσισε επιτέλους να σπάσει τη σιωπή.
«Θυμάσαι τις δροσερές ανοιξιάτικες βραδιές στο Μπελάτζιο, που παίζαμε με τον παππού Αλφόνσο εκείνο το παιχνίδι του ποιος θα γελάσει πρώτος;» τον ρώτησε, μα η σκιά πάνω από τα μάτια του Μικέλε δεν αποχώρησε ούτε για ένα λεπτό. Ίσα ίσα που έγινε εντονότερη. Σχεδόν μπορούσε να ακούσει την καρδιά του να βροντοχτυπά, ενώ τα άνω άκρα του είχαν παγώσει εξαιτίας της αγωνίας.
«Ρωμαίο, ό,τι και αν είναι αυτό που θέλεις να μου πεις, απλά πες το να τελειώνουμε! Αισθάνομαι πως κάτι κακό έχει συμβεί» ο ήχος της φωνής του θα έλεγε κανείς πως ήταν σχεδόν παρακλητικός. Ο Ρωμαίος χαμογέλασε, μα η γκριμάτσα αυτή της χαράς δεν έφτασε ποτέ μέχρι τα μάτια του.
«Σταμάτησα τις θεραπείες» απλώς του ανακοίνωσε, μπερδεύοντάς τον περισσότερο.
«Δεν καταλαβαίνω. Στο είπαν οι γιατροί; Έγινες καλά;» συνέχισε να ρωτά με αγωνία.
«Ναι, αδερφέ. Είμαι καλά. Τώρα έλα να μιλήσουμε για κάτι άλλο. Για την Μαριάντζελα» μειδίασε, ωστόσο αυτό το απότομο τείχος που υψώθηκε απέναντι στον καταιγισμό των ερωτήσεών του, τον άγχωσε περισσότερο. Ένα κύμα καχυποψίας όργωσε το κορμί του, υπήρχε κάτι που ο Ρωμαίος του έκρυβε, κάτι που το κρατούσε σαφέστατα για τον εαυτό του προκειμένου να μην τον στεναχωρήσει. Ήξερε πόσο πολύ τον αγαπούσε.
«Μα..» πάλεψε να αντισταθεί και είδε τον αδερφό του να υψώνει αργά το χέρι του.
«Σε παρακαλώ, απλώς κάντο για εμένα»
«Εντάξει» ξεροκατάπιε ο Μικέλε «Ωστόσο, αν υπάρχει κάποιος που οφείλει εξηγήσεις, αυτός είσαι εσύ» τον πείραξε ελαφρώς.
«Δεν αντιλέγω. Τις οφείλω πράγματι. Λοιπόν, ξέρεις πόσο πολύ αγαπούσα να γράφω, σχεδόν από πάντα. Επίσης γνωρίζεις πόσο πολύ είχα αποφασίσει να πάω κόντρα στην τεχνολογία, αποφασίζοντας να στέλνω γράμματα όποτε μου δινόταν η ευκαιρία, παρά μηνύματα στο κινητό. Κάθε φορά λοιπόν που ερχόμουν στο Μιλάνο για τις χημειοθεραπείες και καθώς φυσικά απεχθανόμουν να μένω στο σπίτι μας, τις μέρες που δεν βρισκόμουν εντός του νοσοκομείου, πλήρωνα δωμάτιο σε ξενοδοχείο. Έτυχε λοιπόν, μία από τις εκατοντάδες φορές που χρειάστηκε να μείνω, να επιλέξω το ξενοδοχείο απέναντι από το σπίτι αυτής της κοπέλας. Το παράθυρο του δωματίου μου, είχε θέα το μπαλκόνι της. Κάποτε, κάποια ηλιοβασιλέματα που αισθανόμουν πολύ αδύναμος για να κουνηθώ, στεκόμουν απλώς σιωπηλά στο παράθυρο, χαζεύοντάς την. Ήταν όμορφη, πρόσχαρη. Είχε μία ανεξήγητη θα έλεγα αγνότητα και εγώ αυτήν την εικόνα, την είχα ανάγκη» έκανε μία παύση.
![](https://img.wattpad.com/cover/277851859-288-k538162.jpg)
BẠN ĐANG ĐỌC
Γράμματα από το Μπελάτζιο
Lãng mạnΜπορεί η πόλη του Φωτός και του έρωτα, να είναι το Παρίσι, μα τα υπέροχα τοπία της Ιταλίας είναι αρκετά για να μαγέψουν, πραγματοποιώντας τα όνειρά σου. Η Μαριάντζελα εργάζεται ως σεφ σε ένα φημισμένο εστιατόριο, στην καρδιά του Μιλάνου. Με μια αποτ...