Roma e sempre Roma/ part 2

195 44 125
                                        

Η σκηνή ενός μελλοντικού, πιθανού εγκλήματος, λάμβανε σάρκα και οστά, με μοναδικό κομπάρσο την μητέρα της, η οποία μάλλον θα ευχόταν να ήταν το πάτωμα μία θάλασσα πλατιά και να κατέληγε στο βυθό της. Το βλέμμα και των τριών, είχε συντονιστεί απόλυτα, προσομοιάζοντας με εκείνο των μηρυκαστικών τη στιγμή που αναμασούσαν την τροφή τους μακάρια. Η Μαριάντζελα πάλι, είχε την έκφραση και στάση ενός οργισμένου αίλουρου.

«Αγάπη μου;» άκουσε τη φωνή της μητέρας της, τρεμάμενη και ελαφρώς αβέβαιη. Οι άλλοι δύο παρέμεναν σιωπηλοί.

«Μαμά! Χαίρομαι που σε βλέπω» έκανε την αρχή «Δεν χρειάζεται να παριστάνουμε την ευτυχισμένη οικογένεια. Ας αφήσουμε στην άκρη αυτό το θέατρο του παραλόγου» της βγήκε σαν βρυχηθμός κοιτώντας τα μελλοντικά θύματα.

«Μαριάντζελα!»

«Ντιάνα!» έκοψε τη μητέρα της.

Η αλήθεια ήταν πως όσο περνούσε η ώρα, τόσο υποχωρούσε ο θυμός και τη θέση του έπαιρνε η απογοήτευση. Είχε αρχίσει να συνδυάζει γεγονότα και είχε καταλήξει, πως για ένα μεγάλο διάστημα, όταν εκείνη αναρωτιόταν τι συνέβαινε στο μυαλό του Ένζο, εκείνος μάλλον βρισκόταν στα κρυφά με την ξαδέρφη της. Αυτή η υπόθεση, πονούσε πολύ περισσότερο από την ατυχή κατάληξη της σχέσης τους. Φυσικά, είχαν το θράσος να την καλέσουν, απολαμβάνοντας μάλλον και το κερασάκι στην τούρτα της εκδίκησής τους. Ο χώρος γύρω της άρχισε να μικραίνει, το ταβάνι να χαμηλώνει και η ατμόσφαιρα να γίνεται αποπνικτική. Ήταν τότε, που άπαντες άκουσαν ένα χτύπημα στην πόρτα. Όλα τα ζευγάρια ματιών, καρφώθηκαν στα ξαφνικά πάνω της, σαν να καρτερούσαν την από μηχανής Θεού παρουσία που θα τους έβγαζε από τη δύσκολη θέση. Η Ντιάνα σηκώθηκε στρώνοντας όπως όπως την μπλούζα που φορούσε και με μία κίνηση άνοιξε. Έπειτα ακολούθησε η τελευταία ολιγόλεπτη σιωπή και κατόπιν ένα ουρλιαχτό θαυμασμού. Η Μαριάντζελα ίδρωσε. Αυτή η αντίδραση της ήταν οικεία. Την είχε ζήσει πολλές φορές και πάντοτε από πίσω, κρυβόταν ένα και μόνο άτομο. Ο Μικέλε Μπαρτολίνι. Αυτό όμως φάνταζε απίθανο. Ο ελαφρόμυαλος νεανίας είχε παραμείνει στην Τοσκάνη, συνεχίζοντας τον μήνα του μέλιτος με τις καλλονές από την Κόκκινη Πλατεία.

«Αγάπη μου; Συγγνώμη που άργησα, αλλά θυμάσαι που αναζητούσες το πορτοφόλι σου; Ε, το βρήκα!»

Μπροστά σε αυτή τη φράση, κάθε χνούδι του κορμιού της ανατρίχιασε μονομιάς, αρχικά στη σκέψη και μόνο πως είχε χάσει ένα πολύτιμο αντικείμενο, μέσα στο οποίο υπήρχαν τοποθετημένα τα κείμενα των γραμμάτων. Έπειτα, υπήρχαν κάρτες παντός είδους, καθώς τα μετρητά τα είχε τοποθετημένα σε μία μυστική θέση στην αποσκευή της. Αυτός ήταν και ο λόγος που δεν είχε αναζητήσει μέχρι τώρα το πορτοφόλι της. Ο συναισθηματικός της κόσμος έμοιαζε με καράβι παραδομένο στα πάθη και τις διαθέσεις της τρικυμίας. Ωστόσο, από το να βρεθεί εκτεθειμένη, προτίμησε να ακολουθήσει τη γραμμή του Μπαρτολίνι.

Γράμματα από το ΜπελάτζιοOpowieści tętniące życiem. Odkryj je teraz