Ένα ταξίδι στα σκαριά / part 4

193 43 102
                                    

Έμεινε για λίγο ολομόναχη με τις σκέψεις της. Τίποτε δεν έβγαζε ιδιαίτερο νόημα και όμως αισθανόταν πως υπήρχε ένας συνδετικός κρίκος, πάντοτε αόρατος, ανάμεσα σε αυτόν τον ενοχλητικό νεαρό και αυτά τα μυστηριώδη γράμματα. Το σενάριο του να αποτελούσε τον αποστολέα, δεν ευσταθούσε ιδιαιτέρως από πολλές απόψεις, με κυριότερη την παντελή έλλειψη ρομαντισμού εκ μέρους του. Ο άνθρωπος ήταν ο φλογερός απόγονος του Ντόριαν Γκρέυ. Λάτρευε εμφανέστατα το είδωλό του, μα δεν ήταν μονάχος του σε αυτή τη λατρεία. Ακολουθούσε πιστά όλη η Ιταλία και σιγά σιγά το φάσμα των θαυμαστών, απλωνόταν και στον υπόλοιπο κόσμο μιας που το ποδάρι του ήταν πλέον διεθνές. Τα πάντα επάνω του διαλαλούσαν περίτρανα τον πλούτο, από το ακριβό του άρωμα Αρμάνι, που αποτελούσε συλλεκτικό κομμάτι και το γνώριζε, μιας που είχε πάθος με τα αρώματα, ως το πιο κραυγαλέο, που ήταν η παρκαρισμένη σε ιδιωτικό κτήριο, Aston Martin σε χρώμα κυπαρισσί. Καθώς ο ήλιος βούλιαζε και οι δυο τους πλησίαζαν με την αποσκευή της το ακριβό όχημα, η Μαριάντζελα αναρωτιόταν, αν υπήρχε καθόλου διαθέσιμος χώρος για την βαλίτσα, ή το μόνο που τελικά έκανε αυτό το αυτοκίνητο χρήσιμο ήταν το ακριβό του περιτύλιγμα.

«Μετακομίζεις;» την ρώτησε ανόρεχτα ο Μικέλε καθώς πάσχιζε να τοποθετήσει την βαλίτσα στο πίσω μέρος «Και επιπλέον τι είναι όλα αυτά τα αστραφτερά πράγματα που έχουν γαντζωθεί επάνω μου; Ένα φυσιολογικό χρώμα, ένα μαύρο ας πούμε, δεν μπορούσες να αγοράσεις;» γκρίνιαζε καθώς εξαιτίας του γκλίτερ, η κυανή σκούρα μπλούζα του, είχε μετατραπεί σε μία απαστράπτουσα ταπετσαρία «Πάλι καλά που εγώ θα πάρω μονάχα μία τσαντούλα μικρή»

«Τι να την κάνεις την αποσκευή εσύ, αν διαθέτεις πέντε χρυσές και απεριόριστες κάρτες; Αγοράζεις μέχρι και σπίτι» σχολίασε η Μαριάντζελα και καθώς λάμβανε θέση στον συνοδηγό, τον είδε να μετατρέπει το αυτοκίνητο, σε κάμπριο «Με τέτοια ψύχρα;»

«Φοβάσαι μήπως χαλάσει η ταρίχευση του τριχωτού της κεφαλής σου; Με τόσα σκευάσματα, αν πλησιάσω αναπτήρα θα ανατιναχτούμε» έκανε μία παύση και της έδειξε τον ορίζοντα «Με αυτόν τον τρόπο, έχεις μία άμεση επαφή με το περιβάλλον. Μπορείς να δεις κάθε λεπτομέρεια και αν κουραστείς, με μία στάση, μπορείς να χαζέψεις τον έναστρο ουρανό. Το φθινόπωρο κάποτε, υπόσχεται γλυκές βραδιές και εσύ μου υποσχέθηκες να μου σημειώσεις τους προορισμούς» της έδωσε ένα χαρτί και ένα στυλό.

Η κουβέντα τους, της κέντρισε το ενδιαφέρον. Ήταν όμορφο να απολαμβάνει κανείς τη φύση και να δίνει στον εαυτό του μία ευκαιρία για να την θαυμάσει. Η διαδρομή μέχρι το αρχοντικό του σπίτι, με τα φλογοβόλα χρώματα του ηλιοβασιλέματος να τους χαρίζουν μία στάλα μαγείας, εμφανώς την είχε συνεπάρει και η κοπέλα έπιασε τον εαυτό της να χαμογελά. Για λίγο αφέθηκε σε αυτό, για λίγο ξέχασε εκείνη την απαίσια τούλινη πρόσκληση, την μοναξιά της και τη μελαγχολία έπειτα από τον χωρισμό της με έναν άνθρωπο, που κάποτε είχε ερωτευτεί και θαύμαζε. Ξέχασε ακόμη και τα υποχθόνια βλέμματα των θείων της, οι οποίοι κυριολεκτικά θα παρίσταναν ευθαρσώς τους τεθλιμμένους συγγενείς, στην περίπτωση που τελικά θα κατέληγε να πάει στον γάμο ολομόναχη. Κοίταξε ξανά τον Μικέλε. Φαινόταν γαλήνιος, μα θα ορκιζόταν πως στο βλέμμα του υπήρχε μία μελαγχολία. Σαν να είχε βυθιστεί και εκείνος στις δικές του σκέψεις, καθώς διέσχιζαν τα αμέτρητα χωράφια με τα γραφικά σπιτάκια, των οποίων το φως τρεμόπαιζε στα παράθυρα. Το αστροκέντητο στερέωμα τους συνόδευε, μέχρι την στιγμή που έφτασαν μπροστά από την σιδερένια πύλη του αρχοντικού, για να διασχίσουν τον περιποιημένο και φρεσκοποτισμένο βοτανικό κήπο, με τα καλά κρυμμένα αγαλματίδια Αγγέλων.

Γράμματα από το ΜπελάτζιοDonde viven las historias. Descúbrelo ahora