Πίσω από ένα σπασμένο βουλοκέρι/ part 3

169 42 59
                                    

Η Νίνα έμεινε ακίνητη να τους κοιτάζει, η ματιά της ωστόσο, παρέμενε καρφωμένη κυρίως στη φίλη της. Μη θέλοντας να φανεί αδιάκριτη, τη βοήθησε με τα πράγματά της και κατόπιν της ψιθύρισε πως θα συναντιούνταν αργότερα και αν εκείνη το επιθυμούσε, στο Ρίτα, το μαγαζί του αδερφού της. Απέναντί της, ο νεαρός φαινόταν θλιμμένος.

«Χάρηκα Ρωμαίο. Να ξέρεις πως τα γράμματά σου ήταν πολύ όμορφα, όπως και να έχει. Μας θύμισες μία άλλη εποχή, ξεχασμένη, μακριά από την απρόσωπη τεχνολογία» του είπε η Νίνα και χαμογελώντας στη Μαριάντζελα για μία τελευταία φορά, αποχώρησε. Η κοπέλα τον κοίταξε ελαφρώς αμήχανη.

«Θα ήθελες να έρθεις; Ή προτιμάς να περπατήσουμε;» τον ρώτησε.

«Ίσως θα ήταν καλύτερο να τα λέγαμε κάπου πιο ήσυχα και έπειτα, αν ακόμη το επιθυμείς, μπορούμε να περπατήσουμε. Μπορώ να σε βοηθήσω με τη βαλίτσα σου, μοιάζει βαριά» της πρότεινε ελαφρώς ντροπαλά.

«Δεν πειράζει...»

«Μην ανησυχείς, δεν είναι τίποτε» την σήκωσε και μαζί κατευθύνθηκαν στο εσωτερικό της πολυκατοικίας.

Μόλις εισήλθαν στο διαμέρισμα, εκείνη άνοιξε ευθύς τα παντζούρια, επιτρέποντας στο φως του ήλιου να εισέλθει. Ήταν τότε που φάνηκε το μπαλκόνι εκείνου του δωματίου που φιλοξενούσε τον Ρωμαίο τις δύσκολες στιγμές του. Εκείνος μετακινήθηκε προς τα εκεί, δείχνοντάς της το σκοτεινό δωμάτιο.

«Είχε θέα στο δικό σου μπαλκόνι» ξεκίνησε και η κοπέλα χαμογέλασε.

«Ήσουν...ήσουν εκείνη η ήσυχη φιγούρα λοιπόν, που για τουλάχιστον ένα εξάμηνο, έμενε κάποτε στο συγκεκριμένο δωμάτιο» απάντησε και κατόπιν άλλαξε απότομα το θέμα «Θα ήθελες φρέσκο χυμό λεμονιού; Μου τον έφερε μόλις η Νίνα»

«Ευχαρίστως» της απάντησε με ένα μειδίαμα και κάθισε αργά στον καναπέ.

Στα μάτια του, διαφαινόταν μία καλοσύνη, μία πραότητα. Η Μαριάντζελα  ωστόσο αισθάνθηκε μπερδεμένη. Δύο αδέρφια, ο ένας ήταν ο συγγραφέας εκείνων των γραμμάτων που της άλλαξαν τη ζωή, που την παρότρυναν να πραγματοποιήσει ένα ταξίδι στις ομορφιές της χώρας της, με πυξίδα τα δικά του ονειρεμένα μέρη. Ο άλλος...Αχ, αυτός ο άλλος. Η σχέση τους είχε με βεβαιότητα περάσει από σαράντα κύματα. Ο Μικέλε ήταν το κάτι άλλο, ήταν αυτή η προσωπικότητα που την ωθούσε στα όριά της και που ταυτόχρονα, την φιλούσε προστατευτικά στο μέτωπο, δείχνοντάς της την υποστήριξή της. Ξεκίνησε να τον αντιπαθεί, να ονειρεύεται το πρόσωπό του τυπωμένο στα είδη υγιεινής και κατέληξε να τον έχει συνεπιβάτη σε μία διαδρομή πρωτόγνωρη.

Γράμματα από το ΜπελάτζιοWhere stories live. Discover now