10

10 4 0
                                    

Η ώρα ήταν πέντε τα ξημερώματα. Η διορία του Έλιγκορ, έληγε σε μια ώρα. Ο Κάι ήταν νευρικός. Δεν μπορούσε να εντοπίσει τον Τζέι, επειδή για ακόμα μια φορά τον είχε αποκλείσει. Δεν κάθισε να περιμένει άλλο. Ξεκίνησε μόνος του για το μπαρ, όπου θα συναντούσαν το Νιβέριο. Ο Τζέι, μπορούσε να τον βρει εκεί.

Έτσι, ακολουθώντας τις οδηγίες του Έλιγκορ, βρέθηκε να στέκεται έξω από μία εσοχή μίας πόρτας πολυκατοικίας. Αναρωτήθηκε αν ήταν το σωστό μέρος. Δεν υπήρχε πουθενά ταμπέλα, ούτε άτομο στην είσοδο, αλλά ούτε και κόσμος να μπαινοβγαίνει. Αποφάσισε να χτυπήσει το μοναδικό κουδούνι που υπήρχε. Μετά από λίγο, την πόρτα άνοιξε μια εντυπωσιακή ξανθιά γυναίκα. Ζήτησε ευγενικά να την ακολουθήσει. Διέσχισαν εναν μακρύ, διάδρομο, κατέβηκαν μια σκάλα, που κατέληγε σε μια ακόμα κλειστή πόρτα. Αυτή τη φορά δεν χρειαζόταν να χτυπήσει το κουδούνι. Η ξανθιά γυναίκα, του είπε απλώς να γυρίσει το πόμολο και ανέβηκε ξανά πάνω. Μόλις το έκανε, ήταν σαν να βρέθηκε πίσω στον χρόνο, στην εποχή της ποτοαπαγόρευσης.

Μπήκε μέσα και προχώρησε στο βάθος του μαγαζιού. Διάλεξε ένα σημείο που ήταν άδειο και κάθισε εκεί. Είχε πολλά να συζητήσει με τον Τζέι και δεν ήθελε να στήνουν αφτί από τα διπλανά τραπέζια και να κρυφακούνε τις συζητήσεις τους, επειδή παλιότερα τους είχε τύχει και αυτό. Δεν είχε καλή κατάληξη. Η σερβιτόρα τον πλησίασε πρόσχαρα και εκείνος ζήτησε να του φέρει ενα ουίσκι.

Μερικά λεπτά αργότερα, βάλθηκε να παρατηρεί διακριτικά γύρω του, πίνοντας το ποτό του. Το μπαρ ήταν μεγάλο και είχε πολλά στοιχεία από την εποχή της ποτοαπαγόρευσης. Ένα από αυτά ήταν η τζαζ μουσική, που δεν θα μπορούσε να λείπει από έναν τέτοιο χώρο.

Την προσοχή του, τράβηξε ένα ζευγάρι, που μόλις μπήκε. Η κοπέλα, ήταν νεαρής ηλικίας και πολύ όμορφη, με σκούρα καστανά μαλλιά, που έφταναν μέχρι τη μέση της και γαλαζοπράσινα μάτια. Ήταν μετρίου αναστήματος. Φορούσε μακρύ, μαύρο παλτό και μαύρες ψηλοτάκουνες γόβες. Υπήρχε κάτι το παράξενο πάνω της, αλλά εκείνη τη στιγμή, δεν μπορούσε να προσδιορίσει τι ακριβώς ήταν αυτό.

Ο άντρας ήταν και αυτός καλοντυμένος και γοητευτικός. Με καστανόξανθα μαλλιά και γκρίζα μάτια. Ήταν λίγο ψηλότερος από την κοπέλα.

Το περίεργο, ήταν ότι δεν κάθισαν ούτε στο μπαρ, ούτε σε κάποιο τραπέζι. Στάθηκαν για ένα με δύο λεπτά μπροστά στη μπάρα. Ο άντρας μιλούσε με τον μπάρμαν. Του Κάι του φάνηκε ότι του έδωσε κάτι και ο μπάρμαν, με ένα νεύμα του έδειξε τις βαριές βελούδινες κουρτίνες με τα χρυσά κρόσσια, που βρισκόταν στο βάθος της αίθουσας. Ο άντρας έγνεψε και προχώρησε προς τα εκεί με την κοπέλα δίπλα του.

Άγγελοι Πολεμιστές: Ψεύτικη ΠροφητείαWhere stories live. Discover now