Το ατύχημα.

685 38 1
                                    

Το πρωί επικρατούσε μια περίεργη αύρα που έκανε και τους δύο να νιώθουν άβολα. Ο Μάνθος παρατήρησε την ησυχία που επικρατούσε στο πρωινό:

- Παιδιά υπάρχει κάποιο πρόβλημα; Χριστίνα σου έκανε τίποτα ο Ιάσωνας;
- Εεεε... Όχι! Όλα καλά κύριε Μάνθο.
- Ναι μπαμπά, όλα καλά.
- Χμμ, αν υπάρχει κάτι θα ήθελα να το μάθω.
- Όχι, όχι είναι όλα μια χαρά κύριε Μάνθο.
- Εντάξει κορίτσι μου, αφού το λες.
Λοιπόν Ιάσωνα πρέπει να φύγουμε θέλω να σου γνωρίσω κάποιον.
- Εντάξει, όμως πρώτα θέλω να μιλήσω λίγο με την Χριστίνα.
- Σε περιμένω στο αυτοκίνητο.

Ο Ιάσωνας παίρνει την Χριστίνα από το χέρι και την πάει στο δωμάτιο του:

- Χριστίνα το ξέρω ότι δεν έπρεπε να το κάνω αυτό χθες και πως ένιωσες άβολα, αλλά το σκέφτηκα και δεν το μετανιώνω. Σου έχω εκφράσει τα συναισθήματα μου και θα περιμένω μέχρι να κάνεις και εσύ το ίδιο. Δεν μπορώ να σε βγάλω από το μυαλό μου γαμωτο, μου είναι τόσο δύσκολο. Σε ξέρω μια ολόκληρη ζωή.

Της έδωσε ένα φιλί την κοίταξε στα μάτια και της είπε:

- Σ'αγαπάω. Θα σου αλλάξω γνώμη ότι και να γίνει.

Ο Ιάσωνας ηταν έτοιμος να φύγει, τότε η Χριστίνα χωρίς να το σκεφτεί ακουμπάει το χέρι της στο πρόσωπο του και του δίνει και αυτή ένα φιλί:

- Ιάσωνα νιώθω και εγώ κάτι για εσένα.

Ο Ιάσωνας της κάνει μια σφιχτή αγκαλιά και της φιλάει το μέτωπο:

- Χριστίνα δεν τελειώσαμε ακόμα ότι έχουμε να πούμε. Θα επιστρέψω σύντομα. Να με περιμένεις.

Ο Ιάσωνας στρέφει την πλάτη του και φεύγει. Περνάει κάποια ώρα και η Χριστίνα δέχεται ένα τηλεφώνημα.
Στο τηλέφωνο ήταν μια νοσοκόμα η οποία της είπε πως οι γονείς της έπαθαν ένα ατύχημα και πως η υγεία τους βρίσκεται σε κίνδυνο. Η Χριστίνα μπαίνει γρήγορα στο αυτοκίνητο και πάει στο νοσοκομείο. Μιλάει με τους γιατρούς οι οποίοι της λένε να μην ανησυχεί και πως η κατάσταση των γονιών της είναι σταθερή. Νιώθει μια ανακούφιση αλλά και άγχος.

Ο Ιάσωνας γυρνώντας σπίτι δεν βρίσκει την Χριστίνα. Αρχίζει να ανησυχεί και σκέφτεται πως η Χριστίνα τον εγκατέλειψε. Περνάνε οι ώρες και η Χριστίνα άφαντη. Ο Ιάσωνας νευριάζει και αρχίζει να φωνάζει και να σπάει ότι βρει μπροστά του, εκείνη τη στιγμή μπαίνει η Χριστίνα μέσα κλαμένη και αντικρίζει τον Ιάσωνα τόσο νευριασμένο που δάκρυζε. Ο Ιάσωνας σταματάει ότι κάνει και αρπάζει την Χριστίνα στην αγκαλιά του και της λέει:

- Χριστίνα που ήσουνα; Τι έγινε; Νόμιζα ότι με εγκατέλειψες.

Η Χριστίνα αρχίζει να κλαίει πάλι και του λέει:
- Ιάσωνα... οι γονείς μου...
- Χριστίνα πες μου τι έγινε σε παρακαλώ, σταμάτα να κλαις.
- Ιάσωνα οι γονείς μου είχαν ένα ατύχημα.
- Τι; Πως; Πως είναι στην υγεία τους;
- Δεν ξέρω πως έγινε. Οι γιατροί μου είπαν πως η κατάσταση της υγείας τους είναι σταθερή.
- Έλα Χριστίνα, όλα καλά, εμπιστεύσου τους γιατρούς. Πρέπει να ξεκουραστείς τώρα. Θα σε πάω στο δωμάτιο σου,έλα.

Ανεβαίνουν στο δωμάτιο. Ο Ιάσωνας περιμένει στο δωμάτιο μέχρι να κοιμηθεί η Χριστίνα. Μόλις κατάλαβε πως η Χριστίνα κοιμήθηκε σηκώθηκε να πάει στο δωμάτιο του αλλά η Χριστίνα του έπιασε το χέρι και του είπε:

- Ιάσωνα μπορείς να κάτσει μαζί μου, σε παρακαλώ. Δεν είμαι καλά.
- Εεεμ... Ναι, φυσικά.

Ο Ιάσωνας ξαπλώνει δίπλα στην Χριστίνα και την βάζει μέσα στην αγκαλιά του. Της ψιθυρίζει στο αφτί:

- Ξεκουράσου, είχες μια δύσκολη μέρα.

Τι Και Αν...Tahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon