Ξύπνημα

268 9 2
                                    


You explained the infinite
how rare and beautiful it is to even exist

I tried to write it down, but I could never find a pen


Ξύπνησε -ξημέρωμα όπως πάντα- στην κάμαρή της. Της φάνηκε ξένη μετά από τόσες ημέρες μακριά. Βλεφάρισε ήσυχα, τα μάτια της τυφλά μέσα στο σκοτάδι. Δίπλα της το στρώμα ήταν βαρύ, ένα συμπαγές κορμί την καλούσε στη ζεστασιά του.

Ανακάθισε ήσυχα μην τον ξυπνήσει. Ήταν Δευτέρα, δεν μπορούσε να παρακοιμηθεί. Ένα αχνό φως ξεμύτιζε από τις χαραμάδες στα κλειστά παντζούρια κι έβαφε γραμμές πάνω στον τοίχο. Όταν σηκώθηκε να τα ανοίξει πήρε μαζί της το λευκό σεντόνι, σαν κάποια νύμφη που πλανιέται μεσ' το δάσος. Μόλις το λιγοστό φως από το χάραμα γλίστρησε μεσ' το δωμάτιο η πρωινή δροσιά της φίλησε τα μάγουλα, κάνοντας την να αναρριγήσει.

Γύρισε να τον κοιτάξει. Ολόγυμνος ήταν αφού του πήρε το σεντόνι, γυρισμένος στο πλάι προς εκείνη. Είχε την πιο γαλήνια έκφραση στο πρόσωπό του, σαν μικρός άγγελος φάνταζε... άγαλμα σμιλεμένο από τον πιο ταλαντούχο γλύπτη. Ανεβοκατέβαινε αργά και σταθερά το στήθος του, ενώ τα βλέφαρά του δεν τρεμόπαιζαν στην πλάνη ενός ονείρου, μόνο βαθύς ύπνος έδειχνε να του έχει πάρει κάθε έγνοια.

Συνειδητοποίησε ότι είχε παγιδεύσει το κάτω χείλος της ανάμεσα στα δόντια της σαν τον κοιτούσε, δαγκώνοντας το ελαφρά.

Ένιωθε κάτι αλλόκοτο μέσα της να τη γαργαλάει απαλά, μια λαχταριστή πίεση να την προκαλεί. Τον χάζευε να κοιμάται στην αγκαλιά της γαλήνης, με το ψυχρό φως από το χάραμα να τον βάφει με τόνους γαλανούς, και άρχισαν να ρέουν από μέσα της εικόνες, θέλω, λέξεις... στίχοι. Αυτό δεν το είχε ξαναπάθει. Δεν ξέρει τι την έπιασε μα έβγαλε αθόρυβα από το κομοδίνο το παλιό σημειωματάριο, κουλουριάστηκε μαζί του στο περβάζι του παραθύρου κι έγραψε κάτι. Δεν την ένοιαξε τι, δεν πρόσεχε, μόνο τον κοίταζε και όλα αυτά που ξυπνούσαν μέσα της κύλισαν από το στυλό στη σελίδα, ώσπου δεν άντεχε άλλο μακριά του. Φύλαξε ξανά το τετράδιο που πλέον κουβαλούσε την πιο αναπάντεχα πολύτιμη ανάμνηση, ελπίζοντας να ήταν αρκετό για να την κρατήσει για μια ζωή. Γιατί ίσως... ίσως μόνο αυτό να της έμενε.

Λίγο χουζούρεμα κοντά του φάνταζε παράδεισος. Ήταν νωρίς ακόμα, η αυγή είχε δρόμο μπροστά της να διανύσει και το σχολείο αργούσε... Δεν της πήγε η καρδιά να αντισταθεί στον πειρασμό. Ούτε βρήκε λόγο να το κάνει.

Κρυφό ΓαλάζιοWhere stories live. Discover now