Η γιορτή της γέννησης των διδύμων κοριτσιών της Μαρίλιας και του Ανδρέα ήταν πλέον γεγονός! Προσκεκλημένοι έφθαναν ντυμένοι με τα κομψότερα ενδύματα τους, οι γυναίκες με εντυπωσιακές τουαλέτες και κοσμήματα που άστραφταν κάτω από το χρυσαφένιο φως του πολυέλαιου ενώ οι άνδρες με φίνα πουκάμισα και τζιν. Οι μικρές φαινόταν να απολαμβάνουν την προσοχή των παρευρισκόμενων σκάζοντας φαφούτικα χαμόγελα, κουνώντας τα χεράκια τους και περιεργαζόμενες τον χώρο με το βλέμμα τους να στρέφεται πότε στη μητέρα πότε στον πατέρα τους αναζητώντας την επιβεβαίωση ότι οι άνθρωποι τους ήταν εκεί, κοντά τους. Μια στοίβα δώρων υπήρχε ήδη δίπλα από την σκάλα ενώ στο δωμάτιο της τραπεζαρίας η οικονόμος μαζί με τις βοηθούς έτρεχαν και δεν έφθαναν προκειμένου να σερβίρουν τα πιάτα με το φαγητό που άχνιζε. Η πόρτα ήταν ανοιχτή για όλους και απόψε κανένας κάτοικος δεν θα έμενε νηστικός, είτε ήταν πλούσιος είτε φτωχός , έτσι είχε ορίσει η Μαρίλια.
Η αίθουσα ήταν στολισμένη με συνθέσεις λουλουδιών που αποτελούνταν από υάκινθους, τριαντάφυλλα και κρίνα με τις μυρωδιές να ενώνονται με αυτές του μπουφέ δημιουργώντας μια γλυκιά ζάλη.
Η Μαρίλια έλαμπε έτσι όπως ήταν ντυμένη μια πανέμορφη τουαλέτα στο χρώμα του ανέφελου ουρανού με τούλινες ανάλαφρες στρώσεις κεντημένες με στρας και ασημένια κλωστή που φεγγοβολούσαν σαν αστέρια με μήκος ως τον αστράγαλο . Ταχτάριζε την μικρή Κοραλλία ενώ συζητούσε με την Αλεξάνδρα, την θνητή σύζυγο του Κάσπιαν ο οποίος συνομιλούσε εκείνη την στιγμή με τον σύζυγο της που κρατούσε στην αγκαλιά του την μικρή Υακίνθη.
««Σου πάει πολύ αυτό το βραχιόλι, φιλενάδα. Αν και είναι κάπως ασυνήθιστο..»» είπε η Αλεξάνδρα ντυμένη με μια κόκκινη βελούδινη τουαλέτα που άφηνε γυμνό τον έναν ώμο. Στον λαιμό της κρεμόταν ένα χρυσό κόσμημα σε σχήμα λουλουδιού με πολύχρωμα πέταλα ενώ το σύνολο της να ολοκληρώνεται με τις κρεμ γόβες που χτυπούσαν επιβλητικά στο μαρμάρινο πάτωμα.
Η Μαρίλια έσμιξε τα φρύδια της παραξενέμενη δροσίζοντας τον ουρανίσκο της με λίγη σαμπάνια.
««Γιατί το λες αυτό?
««Γιατί τυχαίνει να γνωρίζω τον κοσμηματοπώλη. Βλέπεις, ο Κάσπιαν μου παίρνει συχνά δώρα από εκεί. Το ξέρεις ότι το εσωτερικό τους είναι κούφιο? Μπορείς να βάλεις από μια ανάμνηση σου μέχρι μαγεία εκεί μέσα. Ίσως η τσιγγάνα που γνώρισες τις προάλλες στο δάσος να μπορεί να σε βοηθήσει σε αυτό»» της είπε η Αλεξάνδρα κλείνοντας της παιχνιδιάρικα το μάτι.
Η Μαρίλια είχε ακολουθήσει τελικά την γάτα στο δάσος. Την είχε οδηγήσει σε ένα τροχόσπιτο πολυκαιρισμένο μεν αλλά φροντισμένο δε με κίτρινο χρώμα που ήταν καρφί στο μάτι μέσα στο πράσινο της φύσης. Εκεί γνώρισε την Ρουγιά, την γυναίκα που είχε παραστεί στα γενέθλια της ωστόσο δεν πρόλαβε να την χαιρετίσει. Της άρεσε αμέσως το ελεύθερο πνεύμα της, τα πολύχρωμα ρούχα της που ταίριαζαν άψογα με τα μαύρα σγουρά μακριά της μαλλιά που της θύμιζαν Αμαζόνα πολεμίστρια. Η γυναίκα είχε αρρωστήσει από βρώμικο νερό. Αποδέχθηκε με χίλια ζόρια την πρόσκληση να έρθει να μείνει στο σπίτι του ζευγαριού ωστόσο χανόταν συχνά πυκνά. Έλεγε ότι καθήκον της ήταν η ίαση των ανθρώπων με τα βότανα και τα μαγικά της ξόρκια. Των ανθρώπων που είχαν πατήσει πόδι για να παραχωρηθεί γη και σπίτια στην φυλή της ώστε να μπορέσουν επιτέλους τα παιδιά τους να πάνε στο σχολείο. Η Μαρίλια είχε αποκτήσει επίσης έναν μικρό φίλο, την γάτα η οποία τώρα τριβόταν στα πόδια των καλεσμένων οπότε άφηνε ελεύθερη την Ρουγιά να κάνει ό, τι την πρόσταζε το μυαλό μαζί με την καρδιά της.
««Ωραία σκέψη! Με τον Κάσπιαν πώς τα πάτε?»»
««Πολύ καλά. Κάνουμε καταδύσεις όλη την ώρα, μου δίνει και ένα βότανο οπότε μπορώ να αναπνέω μέσα στο νερό χωρίς τον απαραίτητο εξοπλισμό. Όμως , όλα αυτά πρέπει να κοπούν μαχαίρι τώρα»» είπε ακουμπώντας το χέρι της στη ελαφρώς φουσκωμένη κοιλιά της.
Η Μαρίλια έπνιξε ένα επιφώνημα με το χέρι της να χαϊδεύει απαλά την κοιλιά της φίλης της.
««Με το καλό. Το ξέρει?»» ευχήθηκε νεύοντας προς την μεριά του Κάσπιαν.
««Σχεδιάζω να του το πω »» είπε εκείνη απλά ανασηκώνοντας τους ώμους της.
![](https://img.wattpad.com/cover/346840014-288-k478644.jpg)
أنت تقرأ
ΣΚΙΕΣ ΚΑΙ ΦΩΣ #TYS2023
خيال (فانتازيا)Η Υακίνθη, μια νεαρή μητέρα μαζί με την κόρη την επτάχρονη Κρυσταλλία ξεκινούν μια νέα ζωή στο νησί της Κεφαλλονιάς, στο σπίτι που ανήκε μια φορά και έναν καιρό, στην μητέρα της Μαρίλια. Όμως, κάτω από την θάλασσα υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος ενώ μ...