Κεφάλαιο 7

214 40 18
                                    

Κάποτε θ' ανταμώσουμε
στους λόφους του ήλιου.
Μην ξεχνάς. Περπάτα...

Γιάννης Ρίτσος


Ο Νίκος την είχε αναγνωρίσει αμέσως.

Ο καστανός πλούσιος χείμαρρος των μαλλιών της και η στητή της κορμοστασιά αποτελούσαν δύο χαρακτηριστικά που πάντα την ξεχώριζαν.
Αυτή η έμφυτη κομψότητα, στον τρόπο που καθόταν, που την χαρακτήριζε από έφηβη ακόμα.

Η "μη μου άπτου". Έτσι συνήθιζε να την κατονομάζει ειρωνικά στην αδελφή του.
Ένας χαρακτηρισμός οφειλόμενος στους τρόπους και την συμπεριφορά της.
Ψυχρή, χωρίς να δίνει δικαιώματα, με μόνη, στενή συντροφιά της την Άσπα.

Πλησίασε διστακτικός στο τραπεζάκι που ήταν καθισμένες οι δυο γυναίκες, αφήνοντας τον Γιάννη να προπορευτεί και να της συστηθεί.
Και έπειτα στάθηκε και ο ίδιος μπροστά της και της έτεινε το χέρι τυπικά.

Για λίγο έμεινε ακίνητη, σαν αβέβαιη για το τι έπρεπε να κάνει, μα τελικά ένωσε το χέρι της με το δικό του.

《Καλώς ήρθες.》, της είπε κοιτάζοντας το πρόσωπο της με τα μεγάλα καστανά μάτια.
Εκείνα τα αμυγδαλωτά μάτια, που παρά το συνηθισμένο χρώμα τους, μαγευαν τους συνομιλητές της απ' την εκφραστικότητα τους.

Το κεφάλι της έγειρε σε ένδειξη χαιρετισμού, όσο και η ίδια ακόμη τον επεξεργαζόταν.

Είχε αλλάξει. Ήταν φανερό. Είχαν περάσει άλλωστε και τόσα χρόνια...

Τα χαρακτηριστικά του ήταν πια έντονα. Αντρικά.
Το πρόσωπο του γεμάτο γωνίες, τα μαύρα φρύδια του πυκνά...
Το μόνο που είχε μείνει ίδιο και απαράλλαχτο ήταν τα μάτια του. Εκείνα τα μάτια, τόσο μπλε και διεισδυτικά, που πάντοτε της θύμιζαν θάλασσες μακρινές.
Θάλασσες που ακόμη δεν είχε ταξιδέψει.

Ισως και το πέλαγος τους.
Γι' αυτό, αλλωστε είχαν διαλέξει και οι γονείς τους  για ' κείνον το όνομα αυτό.
Ανήμερα του Αγίου Νικολάου είχε γεννηθεί.
Και όταν τον αντίκρυσε η μάνα του για πρώτη φορά και είδε τις θαλάσσιες χάντρες που είχε για μάτια, τον έταξε στον Άγιο της θάλασσας, τον προστάτη των ναυτικών, ευχόμενη εκείνος να καθοδηγεί το παιδί της στην ταραγμένη θάλασσα που λέγεται ζωή.

Κι όμως τα μάτια αυτά μόνο πόνο προκαλούσαν πια στη Μαρκέλλα.
Σαν μαχαιριά μπήγονταν στην ψυχή της.

Της θύμιζαν εκείνη τη μικρή πιθανότητα.
Εκείνες τις δύσκολες μέρες και τις μετέπειτα ακόμη σκληρότερες...
Εκείνες, για τις οποίες μόνο στον Παύλο είχε ανοιχτεί.
Μόνο σ' εκείνον είχε τολμήσει να εξομολογηθεί τη δική της αμαρτία...

Ο ρόλος της ζωής τηςWhere stories live. Discover now