Κάθισαν κυκλικά στο τραπέζι, μπουκώνοντας τα στόματα τους με διαφορα είδη ασιατικής κουζίνας, στο κοντινότερο εστιατόριο της περιοχής.
«Λοιπόν» ρεφτηκε ο Jason πιάνοντας μια πετσέτα. «Κάτι πρέπει να κάνουμε».
«Συμφωνώ» σκούπισε τα χέρια του στο παντελόνι του ο Jiwon « το ράμεν με μετέτρεψε σε δράκο, πρέπει να το αλλάξουν» κοπάνισε το πιρούνι του στο τραπέζι πριν τον κυριεύσει η φλόγα του φαγητού ξανά και αδειάσει την κανάτα με το νερό στο στόμα του.
«Τρως κυριολεκτικά παραδοσιακό καυτερό ράμεν» συμπέρανε ο Gray διαβάζοντας την απόδειξη. «Και εξτρα καυτερά μάλιστα» αναστέναξε.
Ο Jiwon καμπουριασε ενοχλημένος, στρίμωξε άλλη μια πιρούνια μέσα στα μάγουλα του. Συνέχισε να μιλάει με γεματο στομα, καθόλου ενοχλημένος που το ζουμί έκανε έναν μικρό καταρράκτη στην άκρη του στόματος του, λερώνοντας τα ρούχα του. «Νόμιζα ότι εννοούσε σε ποσότητα, έτσι το κάψιμο θα είχε μοιραστεί...»
«Δεν νομίζω πως λειτουργεί έτσι» γέλασε η Selena αγνοώντας το ψωμί που εξαφανίστηκε από το χέρι της από έναν άγνωστο δράστη.
«Τέλος πάντων» τσαλάκωσε την πετσέτα του και την πέταξε στον Jiwon. «Αυτό που έλεγα είναι πως έχουμε βρεθεί σε μια πολύ περίπλοκη κατάσταση»
«Τώρα το κατάλαβες;»
«πολύ αστείο Sel, πραγματικά ξεκαρδίστηκα» ρολαρε τα μάτια του από την άλλη πλευρά. Όταν ξανά μάζεψε τις σκέψεις του, τους ξανακοιταξε.
«Σήμερα ήμασταν τυχεροί»
«εσύ ήσουν τυχερός, αν δεν ήταν ο Cole να με ειδοποιήσει εγκαίρως, θα ήσουν κεφτεδάκι τώρα.» Κούνησε απειλητικά τα ξυλάκια του στον αέρα ο Gray τονίζοντας το «εσύ» για να υπενθυμίσει στον φίλο του ποιος είχε μερίδιο ευθύνης. «Πραγματικά τι σκεφτόσουν;»
«Αυτό θέλω να μάθω και εγώ» άρπαξε πίσω το ψωμί της από τον Jason. «Ήμασταν μια χαρά στη παραλία.» Τα ξανθά μαλλιά του κάλυψαν τα μάτια του σε μια αμυντική στάση.
«Απλά κάτι μέσα μου βγήκε εκτός ελέγχου όταν σου αφηγήθηκα τι έγινε στο Salvatore... όταν είδα τις δυο συμμορίες μαζί. Έπειτα από εκείνη την ομιλία σου... το μόνο που σκεφτόμουν ήταν ο Tyler και πως εκείνος οδηγούσε την μηχανή.» Σταύρωσε αμυντικά τα χέρια του.
«Καταλαβαίνω» χαμήλωσε στιγμιαία το βλέμμα της.
«Εγώ πάλι όχι» διέκοψε ο Gray υψώνοντας ένα δάχτυλο. «Έχεις ιδέα τι έκανες; Μπήκες στο στόμα του Λύκου...» κοίταξε τον διπλανό του ο οποίος ακόμη δεν είχε καθαρίσει τη σάλτσα από το πρόσωπο του, ωστόσο τον κοιτούσε ειρωνικά. «Χωρίς παρεξήγηση» πρόσθεσε αμήχανα.
«Σε συγχωρώ» έκανε μια μικρή υπόκλιση, πράξη που ο Gray δεν είδε γιατί είχε συνεχίσει ήδη το κήρυγμα στον φίλο του.
«Η Valeria εκτέθηκε πάρα πολύ, όλοι μας βασικά. Πραγματικά τι σκεφτόσουν; Ότι μια ολόκληρη συμμορία θα ανέχονταν έναν νταή που εισβάλλει στην περιοχή τους; Ήσουν τυχερός που είχα το τηλέφωνο της και την ειδοποίησα, αλλιώς θα του έκανες παρέα τώρα...» άφησε το υπονοούμενο να χαθεί στον αέρα, πράγμα που έγινε, το πήρε ο άνεμος και το έριξε σαν καπνό στο πρόσωπο του Jason.
Εκείνος ξεφύσησε ταυτόχρονα ενοχλημένος αλλά και νευριασμένος. «Το ξέρω εντάξει; Το ξέρω πολύ καλά. Είναι κάποιες φορές που το σώμα μου δρα πιο γρήγορα από το μυαλό μου, δεν το ελέγχω... δεν με ελέγχω» έσπασε τα ξυλάκια από την υπερβολική πίεση που ένιωθε στο μυαλό του. Η Selena γλίστρησε τα δικά της προς το πιάτο του, υποβιβάζοντας τον εαυτό της να χρησιμοποιήσει ένα κουτάλι λες και ήταν μωρό που της έκοβαν οι γονείς τις τα μακαρόνια για να μπορέσει να τα φάει. Στη σκέψη αυτής της ανάμνησης γέλασε, αφήνοντας την σκέψη της να ονειροπολήσει σε μακρινά καρέ της ζωής της, γεμάτα γέλιο, ήλιο και κυνηγητό με τους αδερφούς της.
«Πρέπει να σταματήσει αυτό όμως» τον κοίταξε επιβλητικά ο Gray. Το δεξί του χέρι χτύπησε επιθετικά την παλάμη του Jiwon, που προσπάθησε να του πάρει ένα κομμάτι σούσι. Οι δυο τους κοιτάχτηκαν με βλέμματα που ελεγε το ένα «έλεος» και το άλλο «δεν υπάρχει περίπτωση».
«Δεν χρειάζεται να αναλύουμε το παρελθόν τώρα» ήπιε το αναψυκτικό της πριν συνεχίσει «μας ενδιαφέρει τι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε από το παρόν μας για το μέλλον. Καμία ιδέα;»
«Ίσως μια» μπήκε στη συζήτηση πιο ενεργά ο Κορεάτης. «Το είχα ακούσει παλιότερα αλλά δεν μου επέτρεπαν να ρωτάω για αυτό... υπάρχει η φήμη πως οι Raiders υπακούν πιο πολύ τον Kyro ως αρχηγό τους παρά τον Carson, η Lydia πιστεύει πως ο Kenneth είναι απλά η βιτρίνα»
«Δηλαδή;»
«Δηλαδή» σηκώθηκε όρθιος έχοντας ένα μπολ με σούπα ψαριού κλεμμένη από τη Selena. Με το πιρούνι του άρπαξε κάμποσα κομμάτια ψαριού και τα πέταξε στο τραπεζομάντηλο, δημιουργώντας ένα σχεδιάγραμμα. Οι υπόλοιποι τρεις τον κοίταξαν με απορία, ίσως και με λίγη περιέργεια.
«Ο policeman boy Grayson υποστήριξε πως ο Carson είχε ένα ισχυρό κονέ. Εάν ο Carson είναι ο ανεξέλεγκτος δολοφόνος που σκοτώνει ανελέητα όπως ισχυρίστηκε η Merida δίπλα μας, τότε ο μόνος τρόπος να χειριστείς κάποιον τόσο αντιδραστικό είναι να του δώσεις ψεύτικη δύναμη.» Τρύπησε με το ξυλάκι το μεγάλο κομμάτι ψαριού, υψώνοντας το στον αέρα για να το δει καλύτερα μια τελευταία φορά πριν το καταβροχθίσει. «Επομένως, κανένας ξύπνιος δεν θα εμπιστευόταν έναν τρελάκια για ηγέτη μιας συμμορίας, επομένως ο τίτλος είναι ψεύτικος.» Μασούλησε απολαμβάνοντας τα σκεπτικός βλέμματα γύρω του.
«Δεν έχει βάση αυτό, όλοι στη συμμορία τον υπακούν» διόρθωσε ο Jason.
«Νομίζεις» του πέταξε μια γωνία ψωμιού στο κεφάλι. «Όταν παίζεις τυφλόμυγα, η μύγα νομίζει πως η πραγματικότητα είναι το σκοτάδι που βλέπει στα κλειστά της μάτια, ωστόσο οι γύρω της βλέπουν, συνεννοούνται και συμβάλλουν στο ψέμα για να την παραπλανήσουν και να σωθούν.»
Καμαρωσε κορδωμένος έχοντας το ένα πόδι πάνω στο τραπέζι, θυμίζοντας πορτρέτο ενός βετεράνου που ποζάρει μετά από μια επιτυχημένη μάχη.
Η μαγείρισσα εντόπισε κατευθείαν τη χειρονομία του, πετώντας σαν σνάϊπερ μια παντόφλα στο κεφάλι του. Ο νέος βρέθηκα ξανά καθισμένος, μουρμουρίζοντας δυο βρισιές στα κορεάτικα έχοντας αμερικανική προφορά.
Η Selena στήριξε το βάρος της πίσω, ακουμπώντας την πλάτη της στον καναπέ.
«Τον είδα ελάχιστα.» Έφερε την εικόνα του στο μυαλό της προβληματισμένη. «Φορούσε εκείνη την λευκή μάσκα σαν να είχε κάτι να κρύψει.» Συνέχισε να κοιτάει το ταβάνι ξεφυσώντας. «Δεν καταλαβαίνω, γιατί να κρύψει το πρόσωπο του ενώ κανένας μας δεν υπάρχει περιπτώσει να τον ξέρει;»
«Ίσως επειδή μπορεί να τον ξέρουμε.» Συμπέρανε ο Jason ελάχιστα εκνευρισμένος στην σκέψη μιας πιθανής προδοσίας από κάποιον γνωστό τους.
«Και λοιπόν;»
«Προστατεύεται. Οι άνθρωποι φοβούνται το άγνωστο και κανένας δεν μπορεί να του επιτεθεί όταν δεν ξέρουν τίποτα για αυτόν. Μπορεί να κυκλοφορεί σε οποίο στρατόπεδο θέλει χωρίς να γίνει το επίκεντρο της προσοχής.» Ηρέμησε με την επιβεβαίωση του τον φίλο του. Ο Gray κατείχε ξανά εκείνο τον έλεγχο του εαυτού του. Πλέον όμως η φωνή του αν και σοβαρή δεν ήταν ψυχρή και απόμακρη, ήταν θερμή, καθοδηγητική.
«Υπέροχα» έσπρωξε το άδειο πιάτο του μπροστά.
«Επιτέλους λίγη δράση» ειρωνεύτηκε.
«Μην βιάζεσαι Jiwon.» Τον έκοψε ο αστυνομικός. «Jason τι πιστεύεις;»
«Τι να πιστεύω; Αυτό που πιστεύουμε όλοι, ίσως και ότι είναι λίγο γελοίο...» ανακάθισε κοιτάζοντας τις περίεργες εικόνες στα κάδρα του τοίχου. Οι πολύχρωμες αποχρώσεις σε κάθε σκίτσο του δημιουργούσε μια πληθώρα συναισθημάτων που τον κυριεύαν ταυτόχρονα. Ένιωσε τα αυτιά του να κοκκινίζουν. «Ίσως...» ψέλλισε με λιγότερη ένταση αυτή τη φορά. «Ίσως να μην την φόρεσε για εμάς, όχι μόνο για εμάς τουλάχιστον.» Πέρασε γρήγορα την μάτια του πάνω από τον καθένα τους, επιβεβαιώνοντας πως είχε την προσοχή τους. «Όταν ο Gray με ελευθέρωσε από την λαβή του Raider... το βλέμμα του καρφώθηκε πάνω σε αυτόν τον, Kyro. Σαν να έβλεπε κάτι τρομακτικό αλλά ταυτόχρονα σπουδαίο... δεν ξέρω πως να το περιγράψω αλλά εκείνη την στιγμή είχα την αίσθηση πως αυτός ο άντρας ήταν τόσο γνωστός στους Raiders όσο και σε εμάς.»
«Τέλος πάντων, πρέπει να μάθουμε περισσότερα για αυτόν, στον αγώνα του Alex. Αν επιτρέψουμε στα πράγματα να βγουν εκτός ελέγχου όπως χθες, τότε μπορεί ένας από εμάς να τον προσεγγίσει ή να αποσπάσει πληροφορίες από τους υπόλοιπους Raiders.» Είπε ο Jiwon. «Καταλαβαίνεται τι λέω;» Σήκωσε σαν κουτάβι τα μάτια του.
«Βασικά...ναι» έτριψε τα γένια του ο Gray πριν κοιτάξει για αρκετή ώρα τα κομμάτια ψαριού που περικύκλωσαν ένα μεγάλο κομμάτι στο σχέδιο που είχε φτιάξει ο Jiwon.
«Το ήξερα πως δεν θα με απογοητεύσεις policeman boy» χαμογελασε πλατιά.
«Μην με λες έτσι» ίσιωσε τη στολή του.
«mister policeman;»
«Ούτε.»
«Commandante;» Τοποθέτησε ένα φύκι πάνω από τα χείλη του υποδύοντας έναν Ισπανό εραστή με μουστάκι.
«Γιατί δεν με λες απλά με το όνομα μου;» Αναστέναξε, ρίχνοντας του μια πλαγιά ματιά.
«Γιατί την μισή Αμερική την λενε Grayson και κανένας αστυνομικός δεν τρώει σουσι αφού την έπεσε στο αφεντικό μου» εγυρε το κεφάλι του χαμογελώντας πονηρά, αποφεύγοντας τα ξαφνιασμένα βλέμματα των άλλων δυο.
«Δεν της την έπεσα» διαμαρτυρήθηκε.
Η Selena κοίταξε τον Jason απολογητικά σαν να έφταιγε εκείνη, αναγνωρίζοντας πως η συζήτηση θα γινόταν άβολη.
«Έλα τώρα, γράπωσες την δεσποσύνη με την πρώτη ευκαιρία»
«Δεν θα πάνω αυτή τη συζήτηση» άναψε ένα τσιγάρο και σηκώθηκε όρθιος. Πέταξε την κάρτα του στο τραπέζι μπροστά από τον Jason και κατευθύνθηκε προς το περιπολικό.
«Συγχαρητήρια» ειρωνεύτηκε η Selena σηκώνοντας το φρύδι της σαρκαστικά στον Jiwon, υπονοώντας πως συμφωνούσε με την θεωρία του σχετικά με τον αστυνομικό.
Την ίδια στιγμή, στην άλλη άκρη της πόλης, ο Michael λάμβανε ένα μήνυμα από έναν γνωστό ξένο, με την διεύθυνση μιας τοποθεσίας κρυμμένη σε σοκάκια. Κοιτώντας το ρόλοι του, δεν ήξερε πως έπρεπε να νιώσει. Να χαρεί που επιτέλους θα τον δει ή να παρακαλέσει να μην αργήσει να κοιμηθεί ώστε να μην κλάψει για το πρωινό ξύπνημα. Τίναξε τα καστανά ίσια μαλλιά του πίσω από τον ώμο του, ενοχλημένος από μια τούφα που διαρκώς πολεμούσε για μια θέση ανάμεσα στα μάτια του. Χαλάρωσε την κορμοστασιά του, επιτρέποντας στους πλατύ ώμους του να ριχθούν μπροστά, μένοντας να κοιτάει το μήνυμα του.
Το πέτρινο μονοπάτι τον ενοχλούσε στις μπότες του, καθώς το μικρό τακούνι στη σόλα του αναγκαζόταν να βυθίζεται στα κενά ανάμεσα στις πέτρες. Από το βάθος, την νύχτα άνθιζαν ζητοκραυγασματα και χορευτικές μελωδίες, μιας διαφορετικής κουλτούρας που συγκρούονταν περιέργεια με το άπειρο αυτί του. Ακολούθησε τα φώτα και τα γέλια των ανθρώπων, καθώς τις σκέψεις του κάλυψαν οι χορδές μιας περίεργης κιθάρας. Φτάνοντας στο αδιέξοδο, ήρθε αντιμέτωπος με ανθρώπους διαφορετικής κοινωνικής τάξης, αλλιώτικους, περίεργους.
Τα καφάσια είχαν μετατραπεί ταυτόχρονα σε σκαμνί αλλά και τύμπανο, χτυπώντας το ρυθμικά μερικοί άντρες έδιναν τον πάτημα στους χορευτές να κάνουν τα μαγικά τους. Μια κεντρική φωτιά σιγόκαιγε, φωτίζοντας τις γωνιές του προσώπου του σαν να τον φιλούσε, κάνοντας πιο ελκυστικά τα καστανόξανθα μαλλιά του, κάνοντας τον ένα με τον αέρα, τη φωτιά. Ένας παππούλης χάιδεψε τον καστανόξανθο με τρυφερότητα στη πλάτη, ωθώντας τον να μπει στο κέντρο του κύκλου, ανάμεσα στις νεαρές κοπέλες που σχεδόν αιωρούνταν σαν στριφογύριζαν με τις φούστες τους.
«Κάθε βράδι κουβεντιάζω, και με παίρνει το πρωί» τραγούδησε μελωδικά το παλικάρι, ανοίγοντας εγκάρδια τα χέρια του στον ουρανό προσκαλώντας τον να κατέβει και να τον αγκαλιάσει. Έκανε μια στροφή, δυο, τρεις, τα μάτια του Michael ακολούθησαν την κάθε κίνηση του, από το βάθος, ανάμεσα από τους ανθρώπους, θαυμάζοντας τον. «Να το ξέρεις σου φωνάζω, πως σε αγάπησε πολύ, το καλύτερο παιδί» συνέχισε παθιασμένο να τραγουδάει, χαμογελώντας σε όσους τον κοιτούσαν, σε όσους τον χειροκροτούσαν και σε οποιονδήποτε άλλο περίμενε να δει δίπλα από τα γνώριμα πρόσωπα.
Το πουκάμισο του ήταν ανοιχτό ως τέσσερα κουμπιά, κολακεύοντας το χρυσάφι του δέρμα, χρωματισμένο από τον καλοκαιρινό ήλιο, χαρίζοντας του εκείνη την απόχρωση του σιταριού, του ψωμιού.
Τα βήματα του ήταν προσεγμένα, χορογραφημένα, κάνοντας το εμφανές πως επρόκειτο για κάποιο συγκεκριμένο χώρο γραμμένο από τους ίδιους τους αρχαίους αιώνες, όμως γεμισμένο από την ψυχή των απλών ανθρώπων, εκείνων που δεν φοβούνται να είναι ο εαυτός τους.
Ο Αλέξανδρος ήταν τέτοιο παιδί. Ήταν παλικάρι. Μπορεί όχι στο ύψος μα στη ψυχή. Χόρευε το ζεϊμπέκικο ακολουθώντας τους χτύπους της καρδιάς του, όχι από το μπουζούκι. Ορισμένες φορές παρασυρόταν από την χώρα που βρισκόταν και από την ρουτίνα της, ξεχνούσε τις ρίζες και την πατρίδα του και ένιωθε τύψεις για αυτό. Ήταν από τις στιγμές που θεωρούσε την κουλτούρα δεδομένη και δεν την τιμούσε. Όταν όμως η καρδιά του συννέφιασε και μπούχτιζε, ένιωθε την ανάγκη να δώσει έναν χορό στα κρυφά, να ανοίξει τα χέρια του στον Θεό κι ας μην πίστευε. Ήξερε πως η πατρίδα του στήριζε την πλατύ όπου κι αν βρισκόταν, από την μια άκρη της γης ως την άλλη, αρκεί να κοιτούσε τον ουράνιο πατέρα και να αναπολούσε το ηλιοβασίλεμα της Σαντορίνης, τα φαγητά της Μεσογείου, την δροσιά των κυμάτων της Κρήτης και τη ζεστασιά ενός σπιτιού χτισμένο από αγάπη και σκληρή δουλειά. Κλείνοντας τα μάτια, ταξίδευε στα χρόνια κοιτάζοντας τον εαυτό του, έφευγαν τα καράβια το ένα μετά το άλλο, ψαράδες τον καλημέριζαν, χανόταν κάθε νύχτα στις φωτιές των παραδόσεων και ένιωθε ένα ασύγκριτο πάθος να φουντώνει μέσα του, έπαιρνε μορφή και τον τραβούσε στην ζωή που πάντα βαθιά ήθελε. Κάθε του βήμα οδηγούσε τον κυκλωτικό χορό που δημιουργούσαν γύρω οι άνθρωποι του, λες και άνθιζε μέσα από το χώμα που όργωναν, σαν να τον θυσίαζαν για ένα καλύτερο αύριο. Έριξε το κεφάλι του πίσω σαν δυο άντρες έπιασαν τους ώμους τους, κάνοντας το κορμί του βάση για να στηριχτούν πριν πάρουν φόρα και κάνουν διαφορες φιγούρες στον αέρα σαν άλλαξε το τραγούδι. Οι γυναίκες σκορπίστηκαν, αφήνοντας χώρο για τον πολεμικό κρητικό χορό να τις εντυπωσιάζει. Με κάθε ομαδικό χτύπο του χώματος, θαρρείς πως προσπαθούσαν να ξυπνήσουν τους νεκρούς ή να τους επιβεβαιώσουν πως τους ακούν να φωνάζουν κάτω από το έδαφος. Οι μουσικοί κρατούσαν τις λύρες και τα μπουζούκια σαν προέκταση των χεριών τους, με αγάπη αλλά συνάμα με πάθος για αυτό που συνέβαινε. Ήταν λίγες οι φορές που βρίσκονταν άνθρωποι με κοινές ρίζες σε μια ξένη χώρα, ακόμη περισσότερες οι γενιές που γνώριζαν παραδοσιακούς χορούς και τους ασκούσαν. Το πεντοζάλι δεν ήταν οποιοσδήποτε χορός. Πρόκειται για καθαρά πολεμικό χορό, Καθαρά πολεμικός χορός. Αντιπροσωπεύει την εξέγερση, τον ηρωισμό και την ελπίδα της Κρήτης να απελευθερωθεί από τους Τούρκους. Ένας ζωντανός χορός που χαρακτηρίζεται από υψηλές κινήσεις άλματος, οι χορευτές κρατούν ο ένας τους ώμους του άλλου και κάνουν έναν κύκλο που περιστρέφεται με διαφορετικές ταχύτητες. Όσοι τον χορεύουν λεβέντικα θυμίζουν τους αετούς της Κρήτης, πτηνά γεμάτα αυτοπεποίθηση, δύναμη και αφοσίωση, πτηνά που δεν μπορούν να κατακτηθούν και πάντοτε θα μάχονται μέχρι το τέλος. Το τραγούδι του γέροντα στο βάθος σήκωνε το ανάστημα τους, ενώ η λύρα αύξανε ταχύτητα καθιστώντας τον βηματισμό πιο γρήγορο και έντονο, αγχωτικό και επιβλητικό.
Μετά από ώρα ήρθε η σειρά του Αλεξάνδρου να υψωθεί στα ουράνια, μια ευχαρίστηση ζωγραφίστηκε στο βλέμμα του, τα πόδια του ήδη χόρευαν γρήγορα από την ανυπομονησία. Οι άλλοι άνδρες του φώναξαν γεμίζοντας τον αυτοπεποίθηση. Ο αετός εμπιστεύτηκε τον άνεμο και άνοιξε τα φτερά του, στριφογυρισε χάνοντας την αίσθηση της βαρύτητας και η γη πλέον δεν μπορούσε να τον κρατησει. Γύρισε ξανά και ξανά σταματώντας τον χρόνο να θαυμάσει από ψηλά τα χαμόγελα των ανθρώπων του, ανάμεσα τους και ο Michael. Η φωτιά έκανε τον απότομο χτύπο της μπότας του να αντηχήσει ως το κέντρο της πόλης, σαν ο χορός έσπασε, έλαβε αγκαλιές από γνωστούς και αγνώστους. Τους χτύπησε στοργικά στη πλάτη και έψαξε το πρόσωπο που είχε προσκαλέσει.
«Ήρθες τελικά» τον αγκάλιασε.
«Πάντα θα έρχομαι» του απάντησε μέσα από την αγκαλιά.
«Έλα να κάτσουμε» του πρόσφερε ένα καφάσι και μια μπίρα δίπλα από την φωτιά σαν οι γυναίκες συνέχισαν να χορεύουν έναν πιο ήρεμο χορό. Οι δυο τους απολάμβαναν την ομορφιά της νύχτας στη σιωπή, ώσπου ο ένας έκανε την αρχή.
«Δεν είχα μάθει ποτέ τις ρίζες σου, δεν είχαμε συζητήσει τίποτα τόσο... βαθύ» κοίταξε νευρικά το κουτάκι μπίρας στα χέρια του πριν πιει μια μικρή γουλιά. Τα μάτια του Αλεξάνδρου μαλακωσαν στην όψη του Michael που προσπαθούσε να υπομείνει την μπίρα ενώ δεν του άρεσε.
«Ναι...» συμφώνησε «αλλά σκέφτηκα ότι σου αξίζει να με μάθεις... έστω και τόσο αργά» κοίταξε από την άλλη.
Ξαφνιάστηκε. «Τι εννοείς ακόμη και αργά;»
Άνοιξε το στόμα του να απαντήσει, πριν τσαλακώσει την σκέψη τελευταία στιγμή και πει «τίποτα το ιδιαιτερο». Δεν είχε βρει το θάρρος ακόμα να του το πει, ο χρόνος κυλούσε αντίστροφα, έπρεπε να το κάνει.
«Αυτοί οι άνθρωποι είναι ότι έχω από την πατρίδα» εξήγησε δείχνοντας τους. «Μαζευόμαστε αρκετά συχνά και στήνουμε γλέντι. Ένας λόγος που λείπω τόσο συχνά είναι αυτός, ταξιδεύω σε διάφορα μέρη του κόσμου για να τους βρω. Να τους προσφέρω μια κοινωνία που δεν θα φοβούνται να τιμούν την πατρίδα τους ούτε θα αναγκαστούν να ξεχάσουν ποιοι είναι»
Ο Michael παραξενεύτηκε.
«Γιατί δεν γυρνάς πίσω;»
«Στη Κρήτη;» Μεγάλωσε τα μάτια του λες και πανικοβλήθηκε.
Εκείνος ενευσε καταφατικά.
«Δεν μπορώ... η οικογένεια μου, έχει πολλά χρόνια βεντέτα. Βεντέτα που δεν μπόρεσα να σταματήσω... για αυτό έφυγα...δεν ήξερα τι να κάνω» τσαλάκωσε το κορμί του περνώντας αν χέρι στο στέρνο του, μέσα από το ανοιχτό πουκάμισο.
«Είναι τόσο δύσκολο; Γιατί δεν συμφιλιώνεστε;»
«Δεν καταλαβαίνεις τι λέω... στη πατρίδα δεν υπάρχουν συμφωνίες ούτε συμφιλιώσεις... όλα είναι τόσο βίαια φτιαγμένα... οι άγραφοι νόμοι, οι οικογένειες, δεν μπορούσα να ανταπεξέλθω όταν το βάρος έπεσε στις πλάτες μου σαν πρωτότοκος.» Ξεφύσησε «όμως δεν έχει σημασία αυτό τώρα, δεν σε έφερα εδώ για να αναλύσουμε πόσο κότα ειμαι.»
«Πάντως μου αρέσει εδώ, να το κάνουμε πιο συχνά» θαύμασε ο μακρυμαλλης το τοπίο, νιώθοντας τη θέρμη μιας ανοιχτής αγκαλιάς να τον περιμένει.
«Ναι...» ακούμπησε το κεφάλι του πάνω του.
Νιώθοντας τις τύψεις να τον τυλίγουν επικίνδυνα τίναξε το κεφάλι του ώστε να παραταχθούν οι σκέψεις του. Στο πίσω μέρος του μυαλού του, κάτι μέσα του έσπαγε.
«Άκου Mike...» είπε το παρατσούκλι του προσπαθώντας να τον γλυκάνει. «Είναι κάτι που θέλω να σου πω» .
Ο Michael αποτραβήχτηκε, αποστασιοποιοντας τον εαυτό του από εκείνον ώστε να μπορεί να τον κοιτάζει στα μάτια. Πήρε μια βαθιά ανάσα πριν πέσουν τα φρύδια του πάνω στα βλέφαρα του.
«Δεν θέλω να το ακούσω» σηκώθηκε μόλις είδε πως ο Αλέξανδρος δίστασε.
«Περίμενε» τον έπιασε από το χέρι και τον κατέβασε κάτω. «Σε παρακαλώ».
«Δηλαδή εσύ μπορείς να φεύγεις αλλά εγώ όχι;»
Ο χρόνος πάγωσε με τα λόγια του, κοιτάχτηκαν για αρκετή ώρα, μη ξέροντας ποιος είχε δίκιο.
«Δεν καταλαβαίνεις» δίστασε, αρνούνταν όμως να αφήσει το χέρι του. Ίσως να το έσφιξε λίγο παραπάνω.
«Εγώ δεν καταλαβαίνω;» Τραβήχτηκε. Η έκφραση του Michael ήταν ακριβώς η ταυτοποίηση της καρδιάς που σπαράζει. Της αδικίας, της δυσπιστίας. Το φρεσκοξυρισμενο του πρόσωπο δεν φαινόταν πια γλυκό και τρυφερό, αντιθέτως τα μαλλιά του έπεφταν πίσω επιτρέποντας στα συναισθήματα του να μην κρύβονται πια. Καιρό τώρα κρατούσε πίσω τις αληθινές του σκέψεις ώστε να τους ευχαριστεί όλους και κύριος εκείνον, όμως όταν αδικούνταν οριοταν.
«Εγώ δεν σε καταλαβαίνω;» Επανέλαβε ακόμη πιο έντονα σμίγοντας τα φρύδια του, σφίγγοντας τα χείλη του κρατώντας τα δάκρυα του. «Ήμουν ο μόνος που σε καταλάβαινε. Ο μόνος! Από την πρώτη στιγμή που σε γνώρισα, ήμουν εδώ. Καταλάβαινα πιο πολύ από ολους την ανάγκη σου να φύγεις, την ανεξήγητη και κρυφή ανάγκη σου να εξαφανίζεσαι! Νομίζεις εγώ δεν ήθελα να εξαφανιστω μετά το θάνατο της αδερφής μου; Ή μετά το ατύχημα της Sel; Νομίζεις πως εγώ δεν θέλω να εξαφανιστω από προσώπου γης επειδή οι ευθύνες με πνίγουν;» Εκνευρισμένος αρνήθηκε να τον κοιτάξει άλλη φορά. Σταύρωσε τα χέρια γυρνώντας του την πλάτη. Η χαρά έφευγε από τα χείλη του και η γλύκα της γινόταν πικρή και ανυπόφορη. Ο Αλέξανδρος έκανε μια ενοχλημένη γκριμάτσα σκεπτόμενος τα λόγια του Michael.
«Δηλαδή τι θες να πεις με αυτό;» Αντέδρασε.
«Ότι εγώ ήμουν εδώ. Έμεινα ανεξαρτήτως τι γινόταν στις ζωές μας, στη ζωή μου! Εσύ με την παραμικρή δυσκολία εξαφανιζόσουν χωρίς να πεις αντίο, και περίμενες όλα να είναι όπως πριν κάθε φορά που θα γυρνούσες μέσα στη νύχτα. Υποσχέθηκες πως θα ήταν η τελευταία φορά που θα το περνούσα αυτό! Το υποσχέθηκες!»
Ο Αλέξανδρος χτύπησε το χέρι του στον τοίχο και σηκώθηκε, στάθηκε απέναντι του αμυντικά.
«Συγνώμη που δεν μπορώ να είμαι τέλειος! Συγνώμη που ήσουν με κάποιον τόσο δηλό!» Είπε τις λέξεις σαν να έφτυνε τις αποφάσεις της ζωής του στα μούτρα.
«Ήμασταν μαζί; Αυτό εσύ το θεωρείς σχέση; Δεν ήσουν εδώ! Καμία φορά που σε χρειαζόμουν. Και τώρα τι κάνεις; Με γλυκαίνεις δείχνοντας μου ένα κομμάτι του εαυτού σου ώστε να έχω κάτι να σκέφτομαι πριν φύγεις πάλι;»
«Φοβάμαι εντάξει;» Ούρλιαξε πιάνοντας το κεφάλι του.
«Τι ακριβώς έχεις να φοβάσαι από ένα άτομο που ήθελε μόνο να σε αγαπήσει;» Φώναξε κι αυτός με τον ίδιο επιθετικό τόνο.
«Να μην σε χάσω!»
Κοκκαλωσε. Μια διαχωριστική γραμμή τραβήχτηκε ανάμεσα τους. Πρώτη φορά φώναζαν ο ένας τον άλλον, τότε ήταν που ο μήνας του μέλιτος τελείωσε. Ο Michael άρχισε να τρέμει. Έκανε ένα βήμα κοντά του.
«Τι;» Ψυθίρισε. Ο Αλέξανδρος μαζεύτηκε, κοίταξε γύρω του πριν κατι μέσα του του δώσει θάρρος να είναι ειλικρινείς μαζί του.
«Μου έφτανε να είμαστε μαζί, δεν είχα ανάγκη τίποτα άλλο από το να είμαι δίπλα σου, να σε έχω... όμως η ζωή που ζω, σε φέρνει σε κίνδυνο, όπως τότε στο Salvatore όπου ο Tyler πήγε να το καταστρέψει επειδή είχε έρθει σε κόντρα μαζί μου. Δεν σου κάνω καλό, μόλις παραδέχτηκες ότι δεν ήμουν άξιος ούτε να σε παρηγορήσω στα πιο δύσκολα βραδιά της ζωής σου...»
«Το μόνο που ήθελα ήταν να έχω κάτι σταθερό ενώ όλη μου η ζωή άλλαζε καθημερινά» καθάρισε τον λαιμό του κοιτάζοντας τον Αλέξανδρο. Δυο μάτια που μπορούσαν να γίνουν πολύ ειρωνικά και αλαζονικα , τώρα κοιτούσαν πληγωμένα.
«Δεν αντέχω άλλο να σε σέρνω στη ζωή μου...»
«Αυτό είναι το αντίο;»
«Ναι»
«Τότε γιατί πονάει τόσο;»
«Το ξέρω,θα περάσει»
«Μου λείπεις»
«Εδώ είμαι»
«Κι όμως, δεν είσαι. Ούτε τώρα».
Γύρισε και έφυγε με δυο μάτια δακρυσμένα και μια καρδιά να λέει «γυρνά πίσω» ενώ το μυαλό επέμενε «περπατα». Τα μεσάνυχτα τον άφησαν πληγωμένο, το ξημέρωμα τον βρήκε μεθυσμένο. Στις σκάλες του διαμερίσματος του, αγνοώντας την φωνή της Valeria να πάει μέσα. Κάθισε δίπλα του, αρπάζοντας το μπουκάλι με το κρασί από το χέρι του. Γρήγορα της το πήρε πίσω πριν προλάβει να πιει.
«Είσαι τρελή; Απαγορεύεται»
«Ηρέμησε» γέλασε «είναι ακόμη ο πρώτος μήνας»
«Ξέρω ότι δεν ήταν η καλύτερη επιλογή της ζωής σου να το κρατήσεις, όμως αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να πληρώσει αυτός τα λάθη σου.»
«Πιστεύεις πως είναι αγόρι;» Ακούμπησε το κεφάλι της χαμογελώντας στον ώμο του φίλου της.
«Μπορεί, πάντως θα σου ταίριαζε ένας γιος, αρκεί να μην μοιάζει στον πατέρα» κατέβασε μια μεγάλη γουλιά από το κρασί αφήνοντας μερικές σταγόνες να λερώσει τα ρούχα του.
«Ούτε σε εμένα θέλω να μοιάσει» πέρασε τα δάχτυλα της από τον κρίκο στο αυτί του. «Δεν θέλω να γίνει σαν τον πατέρα μου, σαν εμένα»
«Val δεν έχεις καμία σχέση με αυτόν! Είναι Δήμαρχος και πλούσιος, νομίζει πως όλοι τον υπηρετούν, είναι ο διαβολος!» Την έσπρωξε ώστε να μπορέσει να την αντικρίσει, προσπαθώντας να καταλάβει αν έπιαναν τόπο τα λόγια του.
Εκείνη χασμουρήθηκε. «Μα όλοι τον υπακούν, ο Grayson μου είπε πως διατάζει την αστυνομία να καλύπτουν τις δουλειές του, οποίες κι αν είναι...»
«Του έχεις εμπιστοσύνη;»
«Του Grayson;» Τεντώθηκε. «Ναι. Θυσιάζει και τη δική του ζωή σε αυτή την υπόθεση, ποιος ξέρει ποια θα είναι η επόμενη κίνηση του πατέρα μου; Έχει μείνει σιωπηλός αρκετό καιρό τώρα από όταν έβαλε φωτιά στο σπίτι μου.» Τύλιξε τα χέρια της γύρω από τα μπράτσα της αμήχανα στην υπενθύμιση της φωτιάς.
«Μην το σκέφτεσαι» την επιβεβαίωσε. «Μείνε μαζί με εμένα και τα παιδιά όσο χρειαστεί, είμαι εγώ εδώ.» Την αγκάλιασε από το πλάι.
«Ευχαριστώ Mike. Σε ευχαριστούμε» κοίταξε την κοιλιά της.
«Για αυτό είναι οι φίλοι.»
YOU ARE READING
Surviving Death.
Science FictionΟ Jason, ένας αστυνομικός προσπαθεί να λύσει την υπόθεση της δολοφονίας του πατέρα του, ταυτόχρονα ένας ψυχοπαθής δολοφόνος με το όνομα Kyro ανεβαίνει στην ιεραρχία και αποδίδει μια δική του εκδοχή της δικαιοσύνης. Αρχίζει ένας χορός με τον θάνατο...