Μπλε: το χρώμα του ουρανού, της θάλασσας και του αέρα. Το μπλε συμβολίζει την ηρεμία και τη γλυκύτητα, τη σταθερότητα, την καθαρή σκέψη, τη σοβαρότητα και την καθαρότητα της ψυχής. Σαν χρώμα της ηρεμίας αποτελεί το χρώμα του διαλογισμού και της περισυλλογής. Η επιλογή του μπλε χρώματος γίνεται συνήθως από άτομα που νιώθουν πως έχουν ανακτήσει τις δυνάμεις τους.
—·—"Θα μου πεις κάτι για σένα, που δεν ξέρει κανείς;", με ρώτησε επιφυλακτικά, κρατώντας με σφικτά στην ζεστή αγκαλιά του, κάτω από τα λεπτά σεντόνια. Αναστέναξα βαθιά, με είχε ξανά ρωτήσει, μα η δύναμη της «άνω τελείας» φαίνεται να εξασθενεί.
Και η δίκη μου το ίδιο.Αγκάθια στον λαιμό.
Αγκάθια για λέξεις.
Και μόλις θα της πότιζα,
να βγάλουν ανθό, να πάψουν να πονούν.
Όσο μένουν μέσα μου, με δηλητηριάζουν.
Θέλουν αναγνώριση οι λέξεις.
Αυτό θέλουν.
Ότι τους(/μου) στερούσα τόσα χρόνια.Θα ρίξω νερό,
νερό στο ξερό χώμα
και το γκρίζο, μαραμένο αγκάθι.
Και θα το αφήσω να πάρει λίγη δόση ζωής, να ξεδιψάσει, να κυλήσει στις ρίζες του, αυτό που χρειάζεται.Και θα ανθίσει.
Μα για να παραμείνει έτσι,
έτσι ανθισμένο,
δεν πρέπει να πάψω να το ποτίζω.
(Να με ποτίζω)Γιατί τι είναι τελικά οι ανείπωτες λέξεις;
Είναι νεκρές λέξεις;
Θα σου πω τι είναι.
Είναι αγκάθια στον λαιμό σου.
Αγκάθια κάτω από την γλώσσα σου.
Αγκάθια να σε τρυπούν κάθε φορά που θες να αρθρώσεις μια πρόταση. Σε εκδικούνται γιατί δεν τις έβαλες σε σειρά, δεν τις άρθρωσες, δεν τις έβγαλες από μέσα σου. Δεν τις πότισες.
Για αυτό βγάζουν αγκάθια.
Μέχρι να μαραθούν εντελώς, μέχρι να μαραζώσουν μέχρι και τα αγκάθια τους.
Και εσυ πιστεύεις πως τώρα, τώρα που θα πέσει και το τελευταίο αγκάθι θα πάψει να σε πονάει. Θα πάψει επιτέλους! Αρκετά υπέφερες.
Μα κανεις λάθος. Κανεις μεγάλο λάθος.
Τα αγκάθια θα πέσουν, δεν θα σε γδέρνουν πια, πράγματι, μα οι ξέρες ρίζες μέσα στο άψυχο, γκρίζο χρώμα θα μείνουν εκεί να ζωγραφίζουν ρυτίδες άσχημες και σκληρές ως μια μόνιμη υπενθύμιση του τι σκοτώθηκε εδώ, σε αυτό το χώμα.
Και το χώμα, το έδαφος, ποτέ ξανά δεν θα είναι φιλόξενο, κάτι ξεψύχησε πάνω του, δεν θα ζωντανέψει ποτέ ξανά."Έχω σκοτώσει έναν άνθρωπο."
Και η στάλα νερού,
έπεσε,
δεν ήταν βροχής στάλα,
ήταν δακρύων.
Μα το αγκάθι την δέχτηκε με ευγνωμοσύνη.Κύλησε πάνω στα γράμματα, πέρασε γλυκά ανάμεσα από τα κενά, ώσπου με ενθουσιασμό και γρηγοράδα έφτασε στην τελεία, όχι την άνω.
Την τελεία.
Την τελεία της πρότασης.
Έχω σκοτώσει έναν άνθρωπο.
