9. Πράσινο

33 4 1
                                    

Πράσινο: είναι το κατ' εξοχήν χρώμα της φύσης και της ισορροπίας. Το πράσινο συμβολίζει την ελπίδα, την αναγέννηση, την ωριμότητα, την ευημερία και την ανάσταση. Λογίζεται σαν το χρώμα της αρμονίας, της κοινωνικής προσφοράς και του αλτρουισμού. Είναι το πιο κατευναστικό χρώμα που υπάρχει, καθώς φέρνει τη δυναμική ισορροπία ανάμεσα στο κίτρινο και το μπλε. Όσοι το επιλέγουν είναι πολύ πιθανόν να βρίσκονται σε αναζήτηση πραγματικής αγάπης.
-·-

Δεν μου αρέσει η άμμο.
Κολλάει στα πόδια. 
Κολλάει στα μαλλιά.
Και έχει πολλά κοχύλια.
Πολλά.

Κουρασμένη σηκώνομαι από την πετσέτα μου και μαζεύω τα πράγματα μου, μηχανικά περπατώ κατά μήκος του λιμανιού και προσπερνώ μερικές χαρούμενες παρέες που βγάζουν φωτογραφίες το ηλιοβασίλεμα.

Στρίβω δεξιά στο πρώτο χαλικόστρωτο στενό και μπαίνω στον φούρνο. Τα χέρια μου ψηλαφιζόσουν την τσάντα μου για το πορτοφόλι μου όσο παραγγέλνω αδιάφορα τον καφέ μου.

"Κερασμένο.", μια γέρικη γνωστή φωνή ακουστικά μερικά μέτρα μακριά μου και χαμογέλασα πλατια προτού καν αντικρίσω την γλυκύτατη κυρία Αγγελική με την μαύρη της πόδια.

"Πως είστε κυρία Αγγελική;", άνοιξε τα χέρια της στο άκουσμα της ερώτησης μου, "Έχεις χρόνο για έναν καφέ;", ρώτησε και οι ρυτίδες της που σαν κλωστές τύλιγαν το πρόσωπο της έμοιαζαν να χαμογελούν ατόφια.

"Φυσικά.", χαμογέλασα και την ακολούθησα στο ξενοδοχείο. Έχουν περάσει τέσσερις μέρες και δεν έχω δει τον Απόλλωνα πουθενά, υποθέτω έχει φύγει από το νησί. Αυτή η σκέψη ανακουφίζει κομμάτια του εαυτού μου. Κομμάτια όμως που θέλω να αποβάλω από μέσα μου.

"Πες μου κορίτσι μου, τι άλλαξε;", ρώτησε αψυχολόγητα και την κοίταξα παραξενευμένη, "Τι άλλαξε στην ζωή σου και έλαμπες εκείνο το πρωινό που σε είδα; Και τι άλλαξε τώρα και έχεις μαραζώσει πάλι;", εξήγησε.

Εγώ.
Εγώ άλλαξα.
Μα δεν θα μιλούσα.
Εγώ μιλάω μόνο σε όποιον αγαπώ.
Έτσι έλεγε και εκείνος.

Μια βελόνα τρύπησε την καρδιά μου.
Γιατί πράγματι, έτσι έλεγε εκείνος.
Μα δεν είμαι αυτή που περίγραφε, όχι πλέον.
Όχι άλλο.

Και της μίλησα.
Μίλησα σε αυτή την γερασμένη γυναίκα, με κλωστές να δένουν κάθε σπιθαμή του κορμιού της.
Και με άκουσε σαν να είχε όλο τον χρόνο του κόσμου,
και τον είχε,
εγώ δεν τον είχα.
Και το γνώριζε.

(ξ)έφυγες;Where stories live. Discover now