Κεφάλαιο 1.

199 18 2
                                    

Σκοτεινός ουρανός γεμίζει την πόλη μπροστά μου και κρύος αέρας εισχωρεί μέσα μου καθώς κατευθύνομαι προς εκείνο το σπίτι. Το σπίτι των παιδικών μου χρόνων. Ήταν το μέρος που έζησα όλη μου την ζωή. Δυστυχώς μεταβιβάζεται σε καινούριο ιδιοκτήτη. Χρωστάω πολλά για να μπορέσω να τα καλύψω μόνος μου.

Το σπίτι αυτό είναι άχρωμο και άδειο χωρίς εκείνη. Γεμάτο αναμνήσεις. Αναμνήσεις που θα μείνουν πάντα μέσα μου, να μου κρατάνε συντροφιά.

Πάντα την αγαπούσα, η αγάπη μου για εκείνη δεν τελείωνε ποτέ. Παρόλα αυτά δεν σταματούσα να της κάνω κακό. Την πλήγωνα ξανά και ξανά, και εκείνη με δικαιολογούσε πάντα. Ήμουν όμως αδικαιολόγητος.

Έχω σχεδόν αδειάσει το σπίτι, μόνο τα πράγματά της έχουν μείνει εδώ. Μαζεύω τα ρούχα της σε μία βαλίτσα. Θα τα δώσω. Είναι ανώφελο να τα πάρω μαζί μου.

Το κουδούνι του άδειου σπιτιού μου χτυπάει. Όταν ανοίγω την πόρτα αντικρίζω ένα νέο και όμορφο άντρα.

«Βρήκα την κάρτα σας εδώ μέσα» λέει και μου παραδίδει ένα μικρό μπαούλο.

«Σκέφτηκα ότι ίσως αυτό χρειάζεται να είναι στα χέρια σας.» μου είπε και έφυγε, αφού τον ευχαρίστησα. Ανοίγοντάς το άρχισα να ψάχνω κάτω από φακέλους και άδειες κόλλες αλληλογραφίας. Αντίκρισα πολλές φωτογραφίες, φωτογραφίες από τότε. Έκλεισα τα μάτια μου στην προσπάθεια μου να διώξω την κακή ανάμνηση που απεικόνιζε το πρώτο φύλλο χαρτιού στο χέρι μου. Πάντα ήταν τόσο υπομονετική μαζί μου, και δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να προσπαθεί, ενώ εγώ πετούσα κάθε προσπάθειά της στο κενό. Ένα σημειωματάριο είναι στριμωγμένο στην γωνία του. Ανοίγοντάς το κι άλλες αναμνήσεις ξεπηδούν από μέσα του αποτυπωμένες με ακρίβεια πάνω στο χαρτί.

                                                                                                                                                                 12 Ιανουαρίου 1973

Το σώμα μου ήταν βαρύ σήμερα το πρωί. Δεν μπορώ να καταλάβω, ο γιατρός είπε ότι ο πόνος θα αργήσει πολύ ακόμα να έρθει.

Καρκίνος, σε τρώει αργά και σε ταλαιπωρεί για χρόνια. Βασανίζεσαι προσπαθώντας να ζήσεις και το μόνο που ζητάς είναι όλα να τελειώσουν και να φτάσεις επιτέλους εκεί που ανήκεις.

Τρία χρόνια ζωής, είπαν στο νοσοκομείο δώδεκα μήνες πριν. Προχωρημένο στάδιο λευχαιμίας. Δεν υπάρχει επιστροφή. Αλλά τι σημασία έχει και να πεθάνω; Ούτε παιδία, ούτε καριέρα, ούτε έρωτας υπήρξαν ποτέ στην ζωή μου. Μίζερη και μόνη σε μία οικογένεια που έψαχνε και αναζητούσε πάντα την τελειότητα. Μόνο τσακωμοί και φωνές γεμίζουν την μνήμη μου. Μπορεί μετά το θάνατο του πατέρα μου οι φωνές να σιώπησαν μέσα μου, η απώλειά του όμως με πληγώνει πιο βαθιά.

Ποτέ δεν ερωτεύτηκα, ποτέ δεν αγάπησα κανέναν άλλο πέρα από τον εαυτό μου. Κανείς δεν κατάφερε να βγάλει στο φως αυτό που πραγματικά ήμουν, ούτε εγώ η ίδια. Τραυματικά παιδικά χρόνια και αιχμηρές εμπειρίες με στοιχειώνουν μέχρι σήμερα. Το μόνο που θέλω είναι να φύγω, να φύγω όσο πιο γρήγορα γίνεται.

Σώσε την ψυχή μουUnde poveștirile trăiesc. Descoperă acum