Κεφάλαιο 3.

91 13 0
                                    

15 Φεβρουαρίου 1973

Σκέφτομαι να φύγω. Ίσως πάω κάποιο ταξίδι. Για όσο κρατήσει ακόμα αυτό που ονομάζεται ζωή για μένα. Ίσως να βγω λίγο έξω από αυτή την πόλη. Ήταν ένα όνειρο που ποτέ δεν έγινε πραγματικότητα, λόγω των συνεχών αναβολών. Πάντα κάτι έμπαινε στον δρόμο μου και ποτέ δεν ταξίδεψα, τουλάχιστον όσο θα ήθελα.

23 Φεβρουαρίου 1973

Σήμερα το ταξίδι που προγραμμάτιζα αρχίζει. Είμαι πια στην Ρώμη, την λεγόμενη «αιώνια πόλη». Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ήθελα να έρθω εδώ. Να απολαύσω την απεριόριστη ομορφιά κάθε δρόμου, κάθε μαγαζιού, κάθε μνημείου. Ονειρευόμουν να ζήσω εδώ, μακριά από τους άσκοπους καβγάδες και τις ατελείωτες φωνές. Φανταζόμουν ότι εδώ θα βρω τον έρωτα την ζωής μου και θα γευτώ επιτέλους την αγάπη. Ήλπιζα ότι εδώ θα ήμουν ευτυχισμένη και θα ζούσα την ζωή που είχα ονειρευτεί.

Έκανα βόλτες όλη μέρα μέσα στην γεμάτη πόλη. Απολάμβανα κάθε δευτερόλεπτο που το πόδι μου πατούσε στους δρόμους της. Κάθε μυρωδιά της με ευχαριστούσε και κάθε γεύση της ήταν μοναδική. Πολύχρωμα τοπία και όμορφα μαγαζιά και εστιατόρια στόλιζαν κάθε σπιθαμή της πολύβουης και γραφικής πολιτείας.

Η άφιξή μου στην πόλη αυτή, με βοήθησε να βγω από το σκοτεινό και έρημο δάσος στο οποίο είχα χάσει τον εαυτό μου.

25 Φεβρουαρίου 1973

Η σημερινή βόλτα με το νοικιαζόμενο ποδήλατο ήταν πραγματικά καταστροφική. Χρειάστηκε να γεμίσω τα λάστιχα μου αέρα δύο φορές για να καταφέρω να τελειώσω την διαδρομή που είχα προγραμματίσει και το κρύο ήταν τσουχτερό. Στην μέση της διαδρομής άρχισε να βρέχει και ήμουν τόσο κουρασμένη και ταλαιπωρημένη που έχανα συνέχεια την ισορροπία μου.

Μέχρι που έπεσα πάνω του. Είναι όμορφος. Μεγάλα πράσινα μάτια στολίζουν υπέροχα το πρόσωπό του. Το βαθύ τους χρώμα μου έδωσε την ευκαιρία να ταξιδέψω άλλη μία φορά μέσα σε μία βδομάδα. Οι ξεκάθαρες και έντονες γωνίες του προσώπου σε συνδυασμό με τα σαρκώδη του χείλη με ανάγκασαν να θαυμάσω την ομορφιά του. Οι γυμνασμένοι μυς του φαινόταν ξεκάθαρα κάτω από την μακρυμάνικη μπλούζα του καθώς με βοηθούσε να σηκωθώ από το έδαφος.

«Αλφρέντο Ελμίρα». Μίλησε πρώτος.

«Δάφνη Ακριβοπούλου» Κατάφερα και ξεστόμισα.

Η προσφορά του για ένα ζεστό καφέ σε μία όμορφη καφετέρια στην άκρη του δρόμου ήταν αρκετά δελεαστική ώστε να την απορρίψω. Χρειαζόμουν να φτάσω κάπου ζεστά και ήθελα απεγνωσμένα να μάθω όσο το δυνατόν περισσότερα για εκείνον τον άντρα.

Η όμορφη μυρωδιά του καφέ τρύπωσε μέσα μου καθώς άνοιγα την γυάλινη πόρτα της καφετέριας. Η μοντέρνα διακόσμηση σε συνδυασμό με κάποια κλασσικά στοιχεία δημιούργησαν την κατάλληλη ατμόσφαιρα. Όμορφοι πίνακες  στόλιζαν κάθε τοίχο. Μικρά ξύλινα τραπέζια αγκάλιαζαν με τον καλύτερο τρόπο τον χώρο που απλωνόταν μπροστά μου.

Μου μίλησε στα ελληνικά για την ζωή του. Φαίνεται αγαπούσε πολύ την Ελλάδα για αυτό και έκανε τον κόπο να μάθει την γλώσσα. Μένει σε μία μικρή πόλη αρκετά έξω από την Ρώμη. Ονομάζεται Τρεβιγνάνο Ρωμανό και έχει ένα σπίτι ακριβώς δίπλα στην λίμνη Λα Μαρμότα. Είναι διευθυντής μίας γνωστής Ιταλικής εταιρίας και βρίσκεται στην Ρώμη λόγω δουλειάς.

Ζεστός καφές και νόστιμα μπισκότα έφτασαν στο τραπέζι μας, όταν μου ζήτησε να με ξαναδεί. «Αν σε ξεναγήσω στην πόλη;» με ρώτησε με ελαφριά Ιταλική προφορά προσπαθώντας να με πείσει. Ποτέ μου δεν είχα ξανανιώσει τέτοιο ενδιαφέρον από κάποιον άλλο. Η ζεστή φωνή του καθώς μιλούσε και η λάμψη των ματιών του ήταν αρκετά για να δεχτώ την πρότασή του.

Σώσε την ψυχή μουTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang