Τεχνική Σχολή Heimburg

40 4 0
                                    


Heimburg

Σεπτέμβριος 2107 – Τεχνική Σχολή Heimburg 

Ο Angus έτρεχε στον κεντρικό διάδρομο της Σχολής, πηδώντας πάνω από πεταμένα σακίδια, ξαπλωμένους φοιτητές και οποιοδήποτε εμπόδιο έβρισκε μπροστά του, ουρλιάζοντας από την χαρά του. Το πλήθος γυρνούσε και τον κοίταζε, άλλοι ενοχλημένοι, άλλοι χαρούμενοι, αλλά όλοι χαμογελαστοί με τον μικροκαμωμένο έφηβο, που έκανε φασαρία αντιστρόφως ανάλογη με το μπόι του. 

Ο Angus από ένα ροδαλό, γεματούτσικο παιδί είχε μετατραπεί σε έναν λιγνό, νευρώδη νεαρό, όχι πάνω από 1,70, με χλωμό δέρμα από τα ξενύχτια που είχε ρίξει διαβάζοντας τα τελευταία τρία χρόνια. Τα μαύρα του μαλλιά έπεφταν μονίμως στο ιδρωμένο του μέτωπο, αλλά δεν τα χτένιζε ποτέ προς τα πίσω. Τα αφτιά του πετούσαν λίγο, αλλά ποτέ δεν τον είχαν απασχολήσει σοβαρά, όπως και η όλη του εμφάνιση. Δεν ήταν άσχημος, αλλά θα μπορούσε να ήταν και καλύτερος, αν είχε ασχοληθεί έστω και λίγο με τον εαυτό του. Πάντως τώρα δεν τον ένοιαζε τίποτα από όλα αυτά: είχε περάσει εκεί που ήθελε! 

Κρατώντας στα χέρια του το χαρτί με την εισαγωγή του στη Σχολή που είχε δηλώσει πριν τέσσερις μήνες και ουρλιάζοντας ακόμα, πήδηξε από την κορυφή της σκάλας που οδηγούσε στην είσοδο του κτιρίου και ξεχύθηκε σαν σίφουνας στον δρόμο για το σπίτι του. 

*** 

Ο πατέρας του έλαμπε από χαρά, το ίδιο και η μάνα του. Διάβαζαν το χαρτί ξανά και ξανά, για να το πιστέψουν. Ο Albert στεκόταν παράμερα, συμμετέχοντας στην χαρά της οικογένειας, αλλά χωρίς να το δείχνει. Χαιρόταν πραγματικά για την επιτυχία του αδελφού του να περάσει, και μάλιστα σε ένα τόσο δύσκολο τμήμα, αλλά μέχρι εκεί. Ούτε κραυγές, ούτε δάκρυα χαράς. Του έδωσε συγχαρητήρια κι έπειτα έκατσε να δει τηλεόραση. Ίσως και να ζήλευε κάπου μέσα του, αλλά δεν θα το έδειχνε με τίποτα. 

Ο Markus διάβασε άλλη μια φορά το χαρτί. 

«Σχολή Πλοιάρχων... Vladinburg... τρίτος από τους επτά... έλα εδώ γιε μου», είπε συγκινημένος και άρπαξε τον Angus που έκανε μια μικρή προσπάθεια να του ξεφύγει, αλλά έπειτα αφέθηκε στην πατρική αγκαλιά. Τον γέμισε φιλιά. 

«Έλα ρε πατέρα... δεν έγινε και τίποτα... άσε με...» προσπάθησε να αποτραβηχτεί ο Angus, αλλά μέσα του ένιωθε πολύ περήφανος που ο πατέρας του, ο οποίος δεν τους είχε συνηθίσει σε τέτοιου είδους συναισθηματικά ξεσπάσματα, είχε συγκινηθεί. 

Warzone - Τα Χρονικά της ΑνθρωπότηταςWhere stories live. Discover now