Cure

489 61 25
                                    

Ο Harry μας αφήνει έξω από την πολυκατοικία που μένει ο Louis. Εγώ τον χαιρετώ όσο ο Louis ανοίγει την πόρτα και με περιμένει.

Περνώ από δίπλα του και κοιτάζω τα μάτια του. Κενά, ανεκφραστα. Τα στολιζει η απογοήτευση και η οργή.

Δεν του μιλάω, δεν θέλω να τον αναστατωσω περισσότερο. Δεν μου αρέσει που είναι έτσι και θα ήθελα να τον στηρίξω όμως θα σωπασω για να βρει την ηρεμία του.

Βγαίνουμε από το ασανσέρ και ξεκλειδώνει την πόρτα. Μπαίνει μέσα και παραταει την μαύρη του ζακέτα στο πάτωμα και ξαπλωνει στον καναπέ. Εγώ μαζεύω την ζακέτα, την διπλωνω και την αφήνω στην πολυθρόνα.

'Που έχεις γαζες, μπενταντιν, φάρμακα και τέτοια;' τον ρωτάω και αυτός παίρνει τα μάτια του από το κενό.

'Τι τα θες;' με ρωτάει όλο περιέργεια. Καλά τον πόνο στο χέρι του δεν τον νιώθει;

'Θα δεις'του απαντάω και εκείνος μου δείχνει πάνω το μπάνιο. Εγώ γνεφω και ανεβαίνω τις σκάλες.

Ψάχνω και τελικά βρίσκω ένα άσπρο κουτί με διαφορα ιατρικά στο ντουλάπι κάτω από τον νυπτηρα. Καθώς σηκώνω το κεφάλι χτυπαω στον νυπτηρα. Βρίζω λίγο αλλά σηκωνομαι.

Μαζί με το κουτί κατεβαίνω τις σκάλες και στεκομαι δίπλα από τον καναπέ που βρίσκεται ο Louis. Εκείνος καταλαβαίνει και μαζεύει τα πόδια του για να καθισω.

'Σήκω και δώσε μου το χέρι σου'του λέω και με κοιτάει λες και είπα κάτι αινιγματικο. Αμέσως όμως σηκώνεται και μου δίνει το χέρι του, αφού έχει τραβήξει πάνω το μανίκι του.

Στερεωνω το άσπρο κουτί στα πόδια μου και το ανοίγω. Παίρνω βαμβάκι στο οποίο βαζω λίγο μπενταντιν και το φέρνω κοντά στον πληγωμενο του ώμο. Εκείνος αναστεναζει στην αρχή όμως σωπαινει. Μάλλον θα ετσουξε.

Με απαλές κινήσεις φέρνω το βαμβάκι γύρω και πάνω στην πληγή του. Εκείνος δεν παραπονιεται. Έπειτα παίρνω μια λευκή γαζα και την ξεδιπλωνω. Την τυλιγω προσεκτικά, προσεχωντας να μην είναι πολύ σφιχτη. Μετά από πέντε έξι φορές που την τυλιγω την δένω.

'Είναι εντάξει;' τον ρωτάω και εκείνος μου γνεφει κσταφατικα. Το πρόσωπο του έχει χαλαρωσει, είναι πιο φιλικό και γλυκό από ότι πριν.

Σηκωνομαι και κατευθυνομαι προς τις σκάλες.

'Valerie..'τον ακούω να ψυθιριζει και αμέσως γυρνάω.

'Ευχαριστώ'λεει με έναν χαριτωμένο και ντροπαλο τόνο, σαν παιδί. Ώρες ώρες αυτό με κανει να πιστεύω, πως είναι παιδί. Μου βγάζει αθωότητα και πόνο. Στοργή και αγάπη. Ένα μικρό χαμόγελο υπάρχει στο πρόσωπο του και χαμογελαω και γω στο θέαμα. Δεν το πιστεύω πως σε αυτή την αναστάτωση κατάφερα να τον κάνω να χαμογελασει.

DESIRE. Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang