Καθημερινότητα... 2

877 87 29
                                    

 Βανκούβερ 2016

Άλλη μια δύσκολη μέρα για την Κάρα.

Έβγαλε τα λαστιχένια γάντια της και τα πέταξε στον κάδο απορριμμάτων. Κοίταξε πίσω της, πάνω από τον ώμο συναντώντας το αγωνιώδες βλέμμα της Ρόζας.

«Μπορείς να την πάρεις από εδώ, τελείωσα. Δεν μπορούμε να ανακαλύψουμε τίποτε άλλο. Η γυναίκα πέθανε από ανακοπή καρδιάς πριν από τέσσερεις μέρες. Τις λεπτομέρειες τις έχω μαγνητοφωνήσει.» Μουρμούρισε η Κάρα μέσα από την προστατευτική μάσκα της.

Η αποσύνθεση είναι κάτι που δεν θα συνήθιζε ποτέ. Βγήκε από το νεκροτομείο αφαιρώντας ταυτόχρονα τη μάσκα που κάλυπτε το μισό πρόσωπό της, εισπνέοντας άπληστα τον καθαρό χλωριωμένο αέρα του διαδρόμου. Η απαίσια μυρωδιά σάπιας σάρκας όμως φαινόταν να νοτίζει το δέρμα της. Έπρεπε να βγει στον καθαρό αέρα.

Έτρεξε πρώτα στο προσωπικό της μπάνιο γιατί είχε ανάγκη να βγάλει ό,τι περιείχε το στομάχι της, δεν ήταν τίποτε άλλο από τους καφέδες που είχε πιει κατά τη διάρκεια της νύχτας και είχε πάει κιόλας δύο το μεσημέρι.

Αδειάζοντας το στομάχι της αισθανόταν τώρα καλύτερα. Ανακάθισε στα πλακάκια του μπάνιου με τη λευκή νοσοκομειακή ρόμπα της να απλώνεται γύρω της. Όλα στο χώρο ήταν σε λευκές αποχρώσεις, τα ρούχα της όμως ερχόταν σε αντίθεση με τη λευκή ουτοπία, φτιάχνοντας μια σουρεαλιστική εικόνα του μαύρου και του άσπρου.

Από τότε που θυμόταν τον εαυτό της αδυνατούσε να αποχωριστεί τις σκούρες αποχρώσεις. Βλέποντας τις γυναίκες της ηλικία της να φοράνε ροζ, κίτρινα και λαχανί, το στομάχι της διαμαρτυρόταν κάθε φορά, αηδίαζε. Όσον αφορά πάλι τα έντονα ροζ κραγιόν μπορούσε να ξεράσει εκείνη την ώρα. Η ίδια ποτέ δε χρειαζόταν να αποκαλύπτει περισσότερη σάρκα απ' όση χρειαζόταν μιας και θεωρούσε τον εαυτό της αρκετά ελκυστικό ακόμη και με ένα πουκάμισο που κούμπωνε ως το σαγόνι της.

Κοίταξε τον εαυτό της για να ελέγξει μήπως κάπου πάνω στα ρούχα της υπήρχαν κηλίδες από πηγμένο αίμα ή υπολείμματα νεκρών κυττάρων.

Τα μακριά πόδια της απλώνονταν μέχρι τον απέναντι τοίχο του στενόμακρου μπάνιου, ελαφρός λυγισμένα, με τα λεπτά τακούνια της να βυθίζονται μέσα στις εσοχές των πλακιδίων. Φορούσε ένα δερμάτινο κολάν και οι μπότες της -αν και ακόμη καλοκαίρι, δεν υπήρχε διαφορά για εκείνη αφού στο νεκροτομείο είχε πάντα χαμηλές θερμοκρασίες, ένας λόγος παραπάνω που αγαπούσε τη δουλειά της- έφταναν στα μισά της γάμπας της. Το τακούνι της ήταν μεταλλικό με περίτεχνα σχέδια μιας νεκροκεφαλής και σκελετωμένων χεριών γύρω του. Η όψη των υποδημάτων της τής απέσπασαν την προσοχή καθώς τα θαύμαζε με λατρεία. Λύγισε το πόδι της φέρνοντας την μπότα της πλάι στο γοφό της, χάιδεψε το σχέδιο που θαύμαζε τόση ώρα με τα ακροδάχτυλά της, παρατηρώντας συγχρόνως τα κοντά βαμμένα με μαύρο βερνίκι νύχια της. Πόσο θα ήθελε να είναι μακριά, μα η δουλειά της δεν της το επέτρεπε.

Οι Άλφα και οι Γαλαζοαίματοι {TYS17}Where stories live. Discover now