Άνοιξα τα μάτι μου δεν μπορούσα να καταλαβω που ήμουν, ήταν όλα θολά. Το σώμα μου πονούσε ολόκληρο, γιατί; Γιατί πονάω; Που είναι η Aurora;
Ξαφνικά όλα γύρο μου καθάρισαν. Ήμουν σίγουρα ξαπλωμένος, το μόνο που έβλεπα ήταν ο ουρανός, τα αστέρια. Ήμουν ζαλισμένος δεν μπορούσα να καταλάβω τι γίνετε. Έκλεισα για λίγο τα μάτια μου και μετά τα ξανά άνοιξε. Ξαφνικά άρχισα να βλέπω και άλλα. Ήταν φώτα γύρο μου κόκκινα και μπλε. Τ-τι; Τι έγινε; Γ-Γιατί δεν ακούω τίποτα; Που είναι το παιδί μου !;... με όση δύναμή είχα, γύρισα το κεφαλι μου δεξιά. Είδα την Aurora ξαπλωμένη δίπλα μου, κλειστά τα ματιά, η γλυκιά μου κύματα. Αργά κουνησα το χερι μου και της έπιασα το χερι. Που, που είναι το αρκουδάκι της;
Ξαφνικά η Aurora άρχισε να απομακρύνετε,κάποιος την έπαιρνε μακριά μου, ήθελα να φωνάξω αλλά δεν είχα δύναμη και τότε τα μάτια μου άρχισαν να κλείνουν.
Όταν τα άνοιξα ήμουν, ήμουν πάνω σε ένα πλοίο, το οδηγούσα εγώ, δίπλα μου ήταν η Aurora
"Είναι ποιο ωλαιο το σπίτι το καινουλιο, σωστά μπαμπά;"
Εγώ απλά χαμογέλασα και συνέχισα να οδηγώ, όταν συνειδητοποίησα ότι δεν οδηγό σε κανονική θάλασσα αλλά... Ήταν σαν γαλαξίας. Η Aurora κοιτούσε με θαυμασμό τα αστέρια και τα ωραία χρώματα του. "Πάντα ήθελα να έλθω εδώ μπαμπα, ευχαλιστώ που με έφελες"
Μου είπε αγκαλιάζοντας το πόδι μου. Αλλά πρίν προλάβω να αγκαλιάσω την μικρή μου, τεράστια κύματα άρχισαν να έρχονται κατά πάνω μας μέχρι μου μας κάλυψαν. Βρεφικά να κρατιεμε απο μια σανίδα, άρχισα να πανικοβάλλομαι, κοιτούσα γρήγορο να βρώ την μικρή. Αλλά ... πουθενά. Έσκυψα το κεφάλι μου με απογοήτευσή.
"ΜΠΑΜΠΆ!"
Άκουσα ξαφνικά να μου φωνάζει. Σήκωσα το κεφάλι μου και ήταν μπροστά μου. Ήταν πολύ κοντά, αλλά αρκετά μακριά ώστε να μην μπορώ να την φτάσω.
"Μ-μικρή εδώ είναι ο μπαμπάς"
Είπα προσπαθώντας να την φτάσω.
"Μπ-μπαμπά φοβάμαι"
"Όχι όχι μην φοβάσαι ο μπαμπάς θα σε φτάσει, και μετά θα, θα πάμε σπίτι μας"
"Μπαμπα, ίσως δεν πλέπει να πάω σπίτι, ε-εγώ φταίω"
Μου είπε αδύναμα και αρχισε να κλαίει
"Για πιο πράγμα Aurora,μην κλαίς"...
"Αντίο μπαμπά"
Ήταν το Τελευταίο πραγμα που ειπε και εξαφανίστηκε.
Και ξανά.... σκοτάδι.
Όταν άνοιξα πάλη τα μάτια μου τιναχτηκα και πήρα μια βαθιά ανάσα. Μια νοσοκόμα ήταν δίπλα μου και κάτι μου έλεγε. "Δεν ακούω; " της είπα... αυτή πήρε ένα χαρτί, άρχισα να γράφει και μετα μου το έδωσε
《Ήταν απλά όνειρο, χαλαρώστε 》 το διάβασα και ηρέμησα. Όλα! Γιατί είμαι σε νοσοκομείο!; Που είναι η Aurora!;
" Που είναι η Aurora!;"
