16

115 10 6
                                    

Την επόμενη μέρα στο σχολείο πήγα μαζί με τον Σκοτ. Ο Αιζακ δεν έχω ιδέα που είναι. Σήμερα δεν είμαι και στα καλύτερα μου. Το κεφάλι μου βουιζει και ακούω διάφορους ήχους.
"Είσαι καλά;" Με ρώτησε ο Σκοτ.
"Ναι" είπα πιστικα και έφυγα. Δεν είμαι καλά. Όσο πάει και οι ήχοι δυναμώνουν. Ο Σταιλς σήμερα θα έκανε μαγνητική οπότε πήγα στο νοσοκομείο. Ο Σκοτ πρέπει να είναι ήδη εκεί. Μόλις έφτασα εκεί είδα τον Αιζακ να βγαίνει από το αμάξι της Αλ. Μόλις τους είδα πήγα τρέχοντας εκεί. Ο Αιζακ μόλις με είδε να τρέχω, κοίταξε κάτω και μόλις πλησιασα με έριξε πίσω.
"Αλεξα" φωναξε. Μόλις κοίταξα πίσω είδα τον Αιζακ να πέφτει κάτω αναίσθητος στο ηλεκτρισμενο νερό.
"Αιζααααακ!!!!" Φωναξα. Τότε ο Ντερεκ ήρθε και τον έπιασε.
"Δεν αναπνέει" ειπε.
Τον πήγαν μέσα στο νοσοκομείο και εγώ έμεινα εκεί να κλαίω τα μάτια μου έξω. Ο Σκοτ με παρακάλεσε να πάω σπίτι αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να τον αφήσω εδώ. Δεν με άφηναν ούτε να τον δω γιατί δεν είμαι συγγενής. Τους είπα πως δεν έχει αλλά δεν με άφησαν. Εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκα καθόλου. Είχα βάλει τα πόδια μου στο στήθος μου και είχα γίνει μπάλα. Τότε ήρθε ο Σκοτ.
"Αλεξα." Είπε. Μόλις γύρισα είδε τα κατακόκκινα μάτια μου.
"Θεέ μου Αλεξα. Θα γίνει καλα" Είπε η μαμά.
"Δεν με αφήνουν να τον δω" είπα.
"Θα βρω τρόπο" είπε αυτή και έβγαλε την κάρτα της. Εγώ σηκωθηκα γρήγορα. Μόλις μπήκα μέσα άρχισα να κλαιω. Το πρόσωπο του είχε καει  όπως και το χέρι του και δεν είχε επουλωθεί καθόλου.
"Γιατί δεν έχει επουλωθεί;" Ρώτησα.
"Δεν ξέρω" είπε. Ο Σκοτ τότε πήρε λίγο από τον πόνο του.
"Πολύ;" Ρώτησα.
"Ναι" είπε αυτός χαμηλόφωνα.
Τότε πήγα και ακούμπησα το χέρι μου στον λεμο του. Προσπάθησα να το επουλωσω. Αυτός κουνήθηκε λίγο αλλά δεν επουλωθηκε. Έτσι σταμάτησα.
"Δεν μπορώ" είπα και άρχισα να κλαιω πάλι.
"Είναι έτσι εξαιτίας​ μου" είπα.
"Αλεξα αυτός μπορεί να επουλωθεί. Εσύ όχι"
"Θα γινομουν καλά. Κοίτα τον τώρα" είπα. Αφού του επιασα το χέρι ο Σκοτ βγήκε έξω.
"Αιζακ σε παρακαλώ γίνε καλά." Είπα.
"Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα"
"Σε αγαπάω. Τόσο πολύ" είπα και έκλαιγα πιο πολύ.
"Αλεξα. Πρέπει να βγεις" είπε η μαμά μου.
"Λίγο ακόμα σε παρακαλώ" είπα. Αυτή τότε έκλεισε την πόρτα και βγήκε έξω. Αφού έμεινα εκεί για πόλη ώρα που έμοιαζε με αιώνα έφυγα. Πήγα σπιτι και εκατσα εκεί να κοιτάω το ταβάνι. Ο Σταιλς είναι το Νογκιτσουνε. Ο Αιζακ χαροπαλευει στο νοσοκομείο. Η Κίρα είναι Κιτσουνε. Και εγώ αρχίζω να τα χάνω. Χάνω το μυαλό μου. Δεν μπορώ να κάνω τίποτα και όλα αυτά επειδή δεν είμαι συγκεντρωμενη.


Αφού για μία μέρα δεν κουνήθηκα από το σπίτι μου αποφασισα σήμερα να βγω για να ξέρουν ότι είμαι ζωντανή. Οπότε χωρίς να ξέρω που πάω βρέθηκα στο μέρος του Ντέρεκ.
"Τι κάνω εδώ;" Σκέφτηκα.
Μπήκα μέσα και είδα τον Σταιλς ή Νογκιτσουνε, την Αλ και τον Κρις και τον Ντέρεκ.
"Αλεξα. Γλυκιά μου. Λυπάμαι πολύ για το αγόρι σου απλά έτυχε να είναι στο λάθος σημείο την λάθος στιγμή. " Είπε.
"Που είναι ο φίλος μου;" Ρώτησα.
"Όχι εδώ πάντως" είπε. Τότε ο ήλιος έπεσε. Τα Ονι ηρθαν μεσα
"Τέλεια" είπα.
"Αφού ήρθε η Αλεξα. Έχω πιθανότητες να τα καταφέρω" είπε και ήρθε από πίσω μας. Ο Σερίφης και ο Κρις άρχισαν να πυροβολούν αλλά δεν έκαναν τίποτα. Αφού καταφέραμε και τα διώξαμε όταν γύρισα να δω τον Σταιλς. Δεν ήταν εδώ.
"Που είναι ο Σταιλς;" Ρώτησα. Όλοι με κοίταξαν.
"Τέλεια."
"Αλεξα. Θα σε πάω σπίτι." Μου είπε η Αλ.
"Εντάξει" είπα.
"Είδες τον Αιζακ; Μήπως είναι καλύτερα;" Ρωτησε όταν μπήκαμε στο αμάξι.
"Από εχτες δεν τον είδα. Δεν με αφήνουν να μπω." Είπα.
"Λυπάμαι." Είπε.
"Δεν φταίς εσύ" είπα. Μόλις φτάσαμε γύρισα και την κοίταξα.
"Ευχαριστώ πολύ." Είπα.
"Τίποτα"
"Καληνύχτα"
"Καληνύχτα" είπα και βγηκα έξω. Με το που έφτασα στο δωμάτιο μου κοιμηθηκα στο πάτωμα.

The first love ( an Isaac Lahey love story)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora