ΕΦΥΓΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΑΓΕΙΡΕΙΟ του Ιγνάτιου όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Μόλις γύρισα στο μαγαζί, πέρασα σαν σαΐτα μπροστά από την Ελίζαμπεθ, χώθηκα στο γραφείο, βρόντηξα την πόρτα πίσω μου και σήκωσα τα γυαλιά μου για να κοιταχτώ στο καθρεφτάκι επάνω στο τραπέζι. Τα μάγουλά μου ήταν κατακόκκινα από τη συνομιλία μου με τη μελαχρινή στο αίθριο. Εντόπισα για πρώτη φορά τις αδιόρατες αυλακιές γύρω από τα μάτια μου, τις ρυτίδες έκφρασης της μητέρας μου που χαράζονταν στα μάγουλά μου. Έσβηνα; Μήπως με εγκατέλειπε η θελκτικότητά μου για πάντα; Με κείνη είχε καθίσει ο Μαρκ, όχι μαζί μου. Μαζί της είχε φλερτάρει, σ' εκείνη είχε δώσει το τηλέφωνό του, όχι σε μένα. «Έχεις απλώς "τις μαύρες σου", χρυσό μου... Το πήρες απ' την οικογένεια του πατέρα σου» άκουγα τη συρτή φωνή της μητέρας μου να λέει. Χαρακτηριστική νότια αντίληψη περί κατάθλιψης, που την έκανε να φαντάζει περισσότερο σαν κληρονομικό φορτίο παρά ως απόρροια των επιπέδων σεροτονίνης. Σωριάστηκα στην καρέκλα και κοίταξα το γραφείο μου. Είχα μαζέψει υπερβολικά πολλά πράγματα, το ήξερα αυτό. Αλλά έλεγα στον εαυτό μου πως, επειδή ήμουν τακτική και οργανωτική στα όρια του ψυχαναγκασμού, η συσσώρευση αυτή δεν ήταν παθολογική. Όλα είχαν τη θέση τους, το ταμπελάκι τους· ακόμα και το περφορατέρ. Κι όμως δεν μπορούσα να αποχωριστώ ούτε ένα από αυτά. Κι αν έχανα βάρος και κατάφερνα επιτέλους να χωρέσω σ' εκείνο το μοναδικό βυσσινί κουστούμι; Κι αν έφτιαχνα το τέλειο σύνολο για κάποια πελάτισσα, αλλά δεν είχα πια το κολιέ με την κουκουβάγια που θα τα έδενε μεταξύ τους; Κι αν χρειαζόμουν οπωσδήποτε κάτι και δε βρισκόταν πια εδώ; Γι' αυτό και τα έξι ντουλάπια αρχειοθέτησης και οι ντουλάπες που κάλυπταν τους τοίχους, ξεχειλισμένες από «καταπληκτικά ευρήματα» που ούτε να φορέσω μπορούσα ούτε να πουλήσω άντεχα. Ξέχνα το, Ντοφίν. Ξέχνα το. Η Ελίζαμπεθ έχωσε το κεφάλι της στο γραφείο. «Εντάξει. Το μαγαζί είναι άδειο. Το έβαλα στα γρήγορα. Πες μου την αλήθεια!» αναφώνησε και εμφανίστηκε ολόκληρη στο κάσωμα της πόρτας, αποκαλύπτοντας το ατέλειωτο κορμί της με τη μαύρη ολόσωμη φόρμα και τις άσπρες μπότες που είχα βάλει κατά μέρος για την επέτειό της. «Λοιπόν;» Ήταν έφηβη όταν της έκανα πρόσληψη με μερική απασχόληση για τα Σαββατοκύριακα. Τώρα ήταν είκοσι τεσσάρων, σπούδαζε ψυχολογία στο Τoυλέιν και εφάρμοζε πάνω μου μερικές από τις θεωρίες της. Μου έλεγε πως ήμουν άκαμπτη και λειτουργούσα με βάση τον φόβο. Της απαντούσα, ενώ μάζευα με την άκρη του δείκτη μου πέντε κόκκους ζάχαρης από τη γυάλινη επιφάνεια του πάγκου, ότι μιλούσε σαν τη μάνα μου. Τώρα στεκόταν μπροστά στον καθρέφτη κι έδειχνε εξαίσια, απ' την κορφή ως τα νύχια.
ESTÁS LEYENDO
S.E.C.R.E.T 2
RomanceΠληγωµένη από τον Γουίλ, τον εργοδότη και εραστή της, η Κέισσι αφιερώνεται ολοκληρωτικά στο S.E.C.R.E.T., τη µυστική οργάνωση που την άλλαξε για πάντα πραγµατοποιώντας τις πιο µύχιες σεξουαλικές φαντασιώσεις της. Τώρα έχει έρθει η σειρά της να καθοδ...