Part 6

66 2 0
                                    

Αλέξης POV

Καθόμουν στο δωμάτιο μου και έβλεπα τσόντες στο laptop μου. Άναβα μόνο απο την φωνή αύτης της μικρής πουτανίτσας. Όταν τελείωσε αυτός μέσα της, έκλεισα το laptop και πήγα να κάνω ένα μπάνιο να συνέλθω λίγο. Ο μικρός μου φίλος πάντως δέν θα συνέλθη πολύ εύκολα.
Όταν πήγα κάτω στην κουζίνα άκουσα την Σεσίλια να μιλάει με την Μία στο τηλέφωνο.
<<Πού πάς;>> την ρώτησα καθώς την έβλεπα να ετοιμάζει μια τσέντα και να κρατάει τα κλειδιά στο χέρι.
<<Σπίτι της Μίας>> μου λέει εκείνη με ένα παράξενο ύφος λές και δέν έπρεπε να την ρωτήσω.
<<Δέν θα πάς πουθενά>> και λέω αδιάφορα.
<<Γιατί να μην πάω; Δεν είναι ούτε η μητέρα μου ούτε ο πατέρας μου>> μου λέω και αρχίζω να θυμώνω
<<Είμαι ο μεγάλος σου αδελφός! Οπότε δέν θα πάς πουθενά>> της λέω τόσο δυνατά που έβαλε τα κλάματα.
<<Έί-σαι α-δυκος>> μου λέει μέσα απο τους λιγμούς της και άρχισε να τρέχει πρός το δωμάτιο της.

Μετά απο λίγο σκεύτηκα κάτι.
Θα πάω στο σπίτι της. Δέν ξέρω γιατί αλλά θέλω πολύ να πάω να την δώ. Απο την πρώτη μέρα που έπεσε πάνω μου καταλάθως την σκεύτομαι συνέχεια.
'Την αγαπάς' ακούω μια φωνή στο μυαλό μου.
Βλακίες, εγώ ποτέ δεν αγάπησα καμία. Απλά πήγενα, την πηδούσα και έφευγα. Τίποτα παραπάνω, ούτε συναισθήματα ουτε τίποτα απο αυτές της βλακίες.

Σηκώθηκα απο τον καναπέ, πήρα τα κλειδιά και έκλεισα την πόρτα πίσω μου.

Μετά απο λίγη ώρα έφτασα στο σπίτι της και χτήπησα την πόρτα.
Όταν μου άνοιξετην είδα τόσο
ξαφνιασμένη αλλα τότο υπέροχη έστω και άν φορούσε φόρμες.

Όταν πέρασα μέσα παρά την θέλησή της, καθήσαμε στον καναπέ και έβαλα μια ταινία στο laptop της. Έβαλα μια ταινία τρόμου, το the conjuring. Σίγουρα η Μία δέν ξαναείδε ταινία τρόμου ετσι σίγουρα θα σπάσουμε πλάκα.

Καθώς βλέπαμε την ταινία φοβόταν τόσο πολύ που σε κάποια στιγμή μου έπειασε το χέρι και αμέσος τραβήκτηκε.

Τότε εγώ της έπιασα το χέρι και της είπα να έρθει πιό κοντά μου και την τράβηξα προς τα εμένα. Μείναμε να κοιτάμε ο ένας τον άλλον.
Το βλέμα της ήταν τόσο αθώο που ήθελα να την βάλω κάτω και να της κάνω έρωτα όλη νύχτα.
Αλλά όχι, τί είναι αυτά που λέω; Εγώ δεν ήμουν έτσι. Δέν είμαι ο εαυτός μου μαζί της. Όλα αυτά περνούσαν απο της σκέψεις μου αυτα τα δευτερόλεπτα.
Οι σκέψεις μου όμως χάθηκαν όταν η γλυκία της φωνή έσπασε την σιωπή.

<<Γιατί με κοιτάς έτσι;>> με ρώτησε.
<<Απλά είσαι τόσο γαμημένα όμορφη και αυτά τα μάτια αρχίζω να τα ερωτεύομαι.>> της απαντάω καθώς της χαιδεύω το πηγούνι λίγο πιο κάτω απο τα χείλη της
<<Δέν σε πηστεύω. Απλά θέλεις να ικανοποιήσης της ορέξεις σου και τίποτα παραπάνω, ξέρπουμε όλοι πόσο γυναικάς είσαι>> μου απαντάει και νιώθω κάπως παράξενα
<<Δέν σε θέλω μόνο για το sex. Δέν έχω τέτοιες προθέσεις για εσένα>> της λέω και ελπίζω να με πιστέψει. Αλλά τί λέω, θέλω πολύ να την κάνω sex όλη νύχτα και να τελειώσω μέσα της. Αλλά είναι τόσο γαμημένα αθώα που δέν θα μπορούσα να της το κάνω ποτέ αυτό, θα την πληγώση
<<Ακόμα δεν σε πηστεύω. Δέν με ξέρεις κάν και ούτε εγω σε ξέρω και πολύ. Εγώ είμαι ρομαντική ενω εσύ είσαι.....>> μου λέει και αρχίζω να πιστεύω πως έχει δίκαιο. Πώς θα μπορούσα να είμαι εγώ μαζί με αυτήν. Δέν ξέρει τίποτα απο sex και εγώ μόνο αυτό θέλω. Αλλά μαζί της νομίζω είναι αλλιώς.
<<Τί είμαι;>> την ρωτάω
<<Είσαι άγριος, ανώμαλος και δεν είχε ποτέ συναισθήματα για καμεία αφού της αλλάζεις σαν της μπλούζες σου κάθε μέρα.>>μου λέει και απο μακρίνεται απο δίπλα μου.
Όχι ρε γαμώτο μήν απομακρίνεσαι.

<<θα κάνω τα πάντα για να με πιστέψεις.>> της λέω και σηκώνομαι να πάω στην πόρτα.
<<Συγνώμη που ήρθα εδώ χωρίς να σε ειδοποιήσω.>> συνεχίζω να λέω και έσκηψα να την φιλήσω στο μάγουλο.
Αυτή δεν με σταμάτησε. Μετά την χαίδεψα στα  μελλιά, την κάρφωσα με τα μάτια μου και μετά απλά έφυγα.

Γαμώτο γιατί να μου αρέσει; Γιατί αυτή; Υπάρχουν τόσες κοπέλες εξω που με κυνηγάνε .Γιατί να μου αρέσει αυτή;

Μπήκα στο αυτοκινητο και οδηγούσα χωρίς προορισμό. Τελικά έφτασα έξω απο ένα club και μπήκα μέσα. Χρειαζόμουν ένα ποτό.

Το 1 έγιναν 2, τα 2 έγιναν 3 και τα 3 έγιναν ούτε εγώ ξέρω πόσα.

Το πρωί ξύπνησα σε ένα κρεβάτι με μια ξανθιά να κοιμάται δίπλα μου. Θέε μου τι έκανα; Είμαι ηλίθιος.

Σηκώθηκα σιγά σιγά λογω του ότι πονούσα τρομερά το κεφάλι μου και επειδή δεν ήθελα να την ξυπνήσω.
Της άφησα ένα σημείωμα και έφηγα.

Οδήγησα μέχρι το σπίτι της Μίας και στάθηκα μπροστά στην πόρτα. Κοίταζα την πόρτα μέχρι που πήρα την απόφαση να χτηπήσω.

Για καλή μου τύχη μου άνοιξε η Μία. Ήταν πανέμορφη. Όταν την κοίταξα στα μάτια έβαλα τα κλάματα και έπεσα στην αγκαλιά της και δεν με ενδιέφερε ποιός μας έβλεπε.

The bad boy's nerdWhere stories live. Discover now