Ο κόσμος ήταν γκρι, ένας ουδέτερος και άχρωμος κόσμος, όπου οι πράξεις του ενός επηρέαζαν και όλους τους υπολοίπους. Η επιβίωση ήταν το πιο σημαντικό. Όλα τα πλάσματα του κόσμου συνυπήρχαν και προσπαθούσαν να συνυπάρχουν δίκαια και να τηρούν τους νόμους που αρμόζουν στο καθενα, χωρίς προβλήματα. Όμως αυτό δεν πετύχαινε πάντα. Ο κόσμος ήταν γκρι, μέχρι που έγινε το Ξόρκι.
Όλα ξεκίνησαν όταν μία μάγισσα ερωτεύτηκε παράφορα έναν άνθρωπο. Αυτό ήταν παράνομο, γιατί κανένας άνθρωπος δεν έπρεπε να μάθει για την ύπαρξη των μαγισσών και τις δυνάμεις τους. Μόλις το έμαθαν οι γονείς της, της είπαν πως ήταν πολύ επικίνδυνο, γιατί θα μπορούσε να μάθει την πραγματική της ταυτότητα, και να μην χαραμίζει την ζωή της για έναν άνθρωπο. Όμως εκείνη πίστευε πως είχε βρει το άλλο της μισό και υποσχέθηκε στους γονείς της πως θα το κρατήσει μυστικό για πάντα.
Ο καιρός πέρασε και τελικά κατάφεραν να είναι μαζί και ευτυχισμένοι. Όμως η μάγισσα κατάλαβε πως αν θα ήταν μαζί για πάντα, θα έπρεπε να ξέρει για τις δυνάμεις της, και αποφάσισε να του το πει. Μόλις εκείνος το έμαθε, ξέχασε την αγάπη του για εκείνη, και την κορόιδεψε. Της είπε πως αφού είναι ζευγάρι θα έπρεπε να έχει και εκείνος δυνάμεις. Η μάγισσα δεν δέχτηκε, καθώς αυτή ήταν η μεγαλύτερη απαγόρευση των μαγισσών. Ο άνθρωπος θύμωσαι πολύ και την απείλησε πως αν δεν του δώσει δυνάμεις, θα πει σε όλους την αλήθεια. Εκείνη είχε μείνει αναυδη. Δεν πίστευε πως την είχε πουλήσει έτσι. Δεν είχε άλλη επιλογή, και έτσι του έδωσε δυνάμεις. Όμως αυτός δεν ήταν ευχαριστημένος με τίποτα. Όλη η κακία που έκρυβε μέσα του βγήκε στην επιφάνεια. Παρόλο που τώρα είχε ότι ήθελε, είπε σε όλους για τις δυνάμεις αυτής και της οικογένειάς της. Μόλις η μάγισσα έμαθε για το κακό που της έκανε, έφυγε από το σπίτι και πήγε βαθιά στο δάσος για να ξεσπάσει σε κλάμα. Δεν μπορούσε να το διαννοηθεί ότι όλη της την ζωή είχε εμπιστευτεί αυτόν τον άνθρωπο. Τώρα θα κινδύνευε όλη η φυλή.
Τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα. Πολλοί άκαρδοι άνθρωποι πίστεψαν ότι η οικογένεια αυτή είναι απειλή για το ανθρώπινο είδος και ότι πρέπει να καεί. Έτσι μπήκαν μέσα στο σπίτι της μαγισσας, ενώ εκείνη έλειπε στο δάσος, και βρήκαν μόνο τους γονείς της. Τους αλισσόδεσαν και μετά από λίγες μέρες τους έκαψαν με τον πιο επίπονο τρόπο. Η μάγισσα ήταν η μόνη που επιβίωσε από την οικογένεια της. Όλα αυτά που της συνέβησαν ήταν πολύ σκληρά. Ένιωσε απεγνωσμένη, αδικημένη και μόνη. Αλλά πάνω απ'όλα ένιωσε προδομένη. Το μισούσε αυτό το συναίσθημα. Κανένας δεν θα έπρεπε να νιώσει έτσι. Πότε ξανά.
Αποφάσισε πως θα έκανε κάτι. Κάποιος θα έπρεπε να κάνει κάτι. Υπήρχαν άνθρωποι οι οποίοι ήταν άγνοι και καλοί, και δεν είχαν πειράξει κανέναν και ούτε και θα το έκαναν. Γιατί να καταστραφεί η ζωή και η ευτυχία τους, επειδή υπήρχαν άλλοι που το μόνο που ήθελαν ήταν να τους καταστρέψουν τη ζωή. Αυτοί οι άνθρωποι ήταν κακοί, και δεν τους άξιζε τίποτα. Έτσι υποσχέθηκε στον εαυτό της, πως θα κάνει ένα ξόρκι τόσο δυνατό που όλος ο κόσμος θα άλλαζε. Έτσι κι έγινε.
Μετά το Ξόρκι οι άνθρωποι εξαφανίστηκαν και ο κόσμος χωρίστηκε σε 2 βασίλεια. Το άσπρο και το μαύρο. Στο άσπρο ήταν όλοι οι μάγοι και μάγισσες που χρησημοποιούσαν άσπρη και αγνή μαγεία και ήταν "καλοί" και στο μαύρο όσοι χρησημοποιούσαν μαύρη μαγεία και ήταν "κακοί". Αυτά τα βασίλεια ακόμη και αν το ήθελαν δεν θα μπορούσαν ποτέ να γίνουν ένα λόγω του Ξορκιού. Κανένας δεν μπορούσε να περάσει στο αντίθετο βασίλειο. Ή τουλάχιστον έτσι πίστευαν...
CZYTASZ
The spell
FantasyΚάποτε ο κόσμος ήταν φυσιολογικός. Άνθρωποι και μάγισσες, καλό και κακό συνυπήρχαν. Μέχρι που ένα παντοδύναμο ξόρκι, τα άλλαξε όλα. Τώρα ο κόσμος είναι χωρισμένος σε άσπρο και μαύρο, δύο διχασμένα βασίλεια. Τι κι αν όμως όλα μπορούν να ξανά γυρίσουν...