Όλα καλά

53 6 7
                                    

Περπατάω στους διαδρόμους αναζητώντας γνώριμα πρόσωπα, αλλά τίποτα...
Ξαφνικά, ακούω το όνομα μου.
«Γεια σου Ρόυζ!»
«Αχ Τζέσι επιτέλους!» αναφωνώ ανακουφισμένη και την αγκαλιάζω.
«Πώς κι από εδώ;» ρωτάει γελώντας και τραβιέται.
Δεν απαντώ, δεν έχω όρεξη. Η μορφή του κυρίου Ρόμπερτ έχει κολλήσει στο μυαλό μου και πάνω που πάω να τη θάψω, πάντα βρίσκει τρόπο να αναδύεται και να με βασανίζει.
«Καλέ; Γη καλεί Ρόουζ, λαμβάνεις; Ουυυ» λέει και κουνάει τα χέρια της μπροστά μου.
«Αα εεμ συγγνώμη είμαι λίγο χαμένη στις σκέψεις μου» απαντώ καθώς επανέρχομαι στην πραγματικότητα.
«Κάτι κατάλαβα... Όλα εντάξει; Δε φαίνεσαι και πολύ καλά... Πάντως αν θες μπορείς να μου μιλήσεις, είμαι εδώ για σένα.»
Το ύφος της αλλάζει. Από χαρούμενο και ορεξάτο μετατρέπεται σε συμπονετικό και φιλικό. Ακουμπάει τον ώμο μου και χαμογελάει αχνά.
«Απλά...» προσπαθώ να απαντήσω αλλά βουρκώνω. «Απλά έχασα μια για πάντα το μόνο άνθρωπο που ένιωθα οικογένεια και...» λυγμοί διακόπτουν τα λόγια μου. «Και πονάει, πονάει πολύ!» ολοκληρώνω και ξεσπάω σε κλάματα.
«Λυπάμαι... Αλλά έχεις εμαααςςς!» αλλάζει ξανά το ύφος της προσπαθώντας να μου φτιάξει τη διάθεση.
«Εσάς; Ποιους εσάς;»
«Τον Μπραντ, το Γουίλ κι εμένα!»
«Τι λέτε για μας;» ακούμε και ξαφνικά εμφανίζονται τα αγόρια μαζί με μία κοπέλα. Ψηλή, αδύνατη, με ξανθά μαλλιά, πράσινα μάτια και ροζουλί χείλια...
«Κορίτσια να σας γνωρίσω μια μαθήτρια που μόλις ήρθε στη σχολή. Τζέσι, Ρόουζ, από εδώ η Νόρα.» μας συστήνει ο Μπραντ.
«Χαίρω πολύ» απαντάμε σχεδόν συγχρόνως και καθόμαστε γύρω από ένα θρανίο στην αίθουσα βιοτεχνολογίας.
Μετά από λίγο, μπαίνει μέσα ο καθηγητής και όλοι πηγαίνουμε στις θέσεις μας.

~•~

Αφού τελειώσαμε όλα τα μαθήματα, μαζευτήκαμε σε μια καφετέρια κοντά στη σχολή.

«Γεια σου κούκλα» λένε και σφυρίζουν δύο αγόρια στην Νόρα.
«Εμένα με συγχωρείτε» λέει και παρατηρώ ότι τα μάτια της έχουν κοκκινίσει.
«Πάω κι εγώ μαζί» ενημερώνω και την ακολουθώ στις τουαλέτες του μαγαζιού.
«Γιατί κλαις;» τη ρωτάω και συνειδητοποιώ ότι η ερώτηση ακούστηκε λίγο αδιάκριτη. «Με συγχωρείς, εννοώ, ξέρεις είσαι καλά;»
«Γιατί να σου πω;»
«Έχεις δίκιο, ούτε γω θα μου έλεγα... Ποιος εμπιστεύεται μια κοπέλα που κρύβει κάθε της χαρακτηριστικό κάτω από τόσες στρώσεις μέικαπ;» απαντώ μελαγχολικά και κάθομαι κάτω δίπλα της.
«Δεν είναι αυτό» μου λέει. «Όσες φορές εμπιστεύτηκα πληγώθηκα... Όλοι με εκμεταλλεύονται για τη δήθεν ασύγκριτη ομορφιά μου... Οι γονείς μου με είχαν στείλει εσώκλειστη στην καλύτερη και καλά σχολή, για να γίνω μοντέλο. Εκεί υπήρχαν 24 ώρες το εικοσιτετράωρο άνθρωποι να ελέγχουν το τρώμε. Και φυσικά μετά από κάθε γεύμα έπρεπε να κάνουμε εμετό, για να μην πάρουμε ούτε ένα κιλό. Τα περισσότερα κορίτσια είχαν καταλήξει με βουλιμία και άλλες τις έδιωχναν γιατί όταν τις ζύγιζαν, είχαν υπερβεί τα επιτρεπόμενα κιλά... Παρόλα αυτά στις επιδείξεις έπρεπε να χαμογελάμε σα να μη συμβαίνει τίποτα, σαν η ζωή μας να είναι παραμυθένια. Όσοι μας έβλεπαν στο δρόμο μας θαύμαζαν κι έλεγαν ότι θέλουν να μας μοιάσουν, ακόμα και νέα παιδιά. Ήμασταν τα πιο λάθος πρότυπα κι όμως κανείς δεν ήξερε τι κρύβεται από πίσω. Το αγόρι μου δε με σεβόταν, αλλά μόνο και μόνο για τη διασημότητα έπρεπε να ανέχομαι να συνοδεύω παντού ένα απαίσιο άτομο. Έτσι το έσκασα και εδώ κι ένα μήνα προσπαθώ να ξεκινήσω μια καινούρια φυσιολογική ζωή, να γίνω διατροφολόγος για να μπορώ να βοηθήσω τις περιπτώσεις που είδα και ένιωσα στη σχολή, αλλά παντού συναντώ εμπόδια. Όλοι εξακολουθούν να με αντιμετωπίζουν σαν αντικείμενο...»
Είχα μείνει άναυδη να την κοιτάζω ενώ αφηγούνταν σχετικά γρήγορα το παρελθόν της...
«Εσύ; Εσύ γιατί κρύβεσαι κάτω από τις στρώσεις, όπως λες, μέικαπ;» με ρωτάει και διστάζω να απαντήσω.
«Σου υπόσχομαι ότι δε θα μάθει κανείς ό,τι μου πεις, όπως κι εσύ ελπίζω να μην τα αποκαλύψεις σε κανέναν...» μου λέει, ελπίζοντας ότι θα την εμπιστευτώ, ότι θα της συμπεριφερθώ σαν άνθρωπο.
«Δεν πρόκειται να τα μάθει κανείς, μην ανησυχείς» απαντώ αποφασισμένη να της διηγηθώ την ιστορία μου.
«Αντίθετα με εσένα, εμένα με ακολουθεί η κατάρα της ασχήμιας. Οι μόνοι άνθρωποι που με αγαπούσαν για αυτό που είμαι, ήταν οι γονείς μου, τους οποίους έχασα από πολύ μικρή σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Από τότε με ανέλαβε η θεία μου η Λάρα, αδερφή της μητέρας μου, επειδή ήταν η κοντινότερη συγγενής μου και κανείς δε με ήθελε. Με κρατούσε κλεισμένη στο σπίτι και ερχόταν για ιδιαίτερα μαθήματα ο κύριος Ρόμπερτ. Ήμασταν πολύ δεμένοι. Εκτός από δάσκαλός μου, ήταν και η παρέα μου, η οικογένειά μου. Η θεία μου με πρόδωσε, με ξεφορτώθηκε και ένα αγόρι ο Τζέις επέμενε να με προστατεύσει από κάτι τύπους που με κυνηγούν. Προχθές με απήγαγαν και ανακάλυψα ότι αυτοί οι τύποι ήταν η θεία μου και ο πατέρας του Τζέις. Επίσης, σκοτώθηκε ο κύριος Ρόμπερτ, ο οποίος μετά από μήνυμα μου, είχε έρθει μαζί με την αστυνομία για βοήθεια. Έτσι, τώρα μένω με τον Τζέις, καλύπτω και "διορθώνω" τα άσχημα χαρακτηριστικά μου με μέικαπ για να μου συμπεριφέρονται σαν φυσιολογικό κορίτσι και ακόμα κινδυνεύω χωρίς να ξέρω από ποιον.»
Η Νόρα δεν πίστευε αυτά που άκουγε. Με κοιτούσε σαν να είμαι εξωγήινος.
«Ουάου, μπερδεύτηκα λίγο, αλλά μου φαίνεται έχουμε πολλά κοινά... Ίσως κάνουμε καλή παρέα εμείς οι δύο...» μου αποκρίνεται και χαμογελάει.
«Έτσι νομίζω κι εγώ...»
Γελάμε για λίγο κι επιστρέφουμε πάνω στα παιδιά που μάλλον είχαν ανησυχήσει.
«Όλα καλά;» ρωτάει ο Γουίλ.
«Όλα καλά» απαντάμε και καθόμαστε.

_________________________________

Ζελεδαακιααα μουυυ γειααααα😘

Ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους όσους συνεχίζουν να με στηρίζουν και να απολαμβάνουν την ιστορία αυτή, σας λατρευωωωωω 😍

Επίσης περάσαμε τις 2 χιλιάδες προβολές!!!!
🎉🎆🎇🎉🎆🎇🎉🎆🎇🎉🎆🎇

Γι αυτό και ένα λίγο ενδιαφέρον και σχετικά μεγαλουτσικο κεφαλαιακι για σαςς😚

Και να θυμάστε τι κάνουμε στα δύσκολα;
Κολυμπάμε, κολυμπάμε 🐠

Вы достигли последнюю опубликованную часть.

⏰ Недавно обновлено: Sep 07, 2017 ⏰

Добавте эту историю в библиотеку и получите уведомление, когда следующия часть будет доступна!

Πραγματική ΕυτυχίαМесто, где живут истории. Откройте их для себя