Φοβάμαι...

65 23 2
                                    

«Μου κρατάς ακόμα μούτρα εε;» λέει σπάζοντας τη σιωπή και ακουμπάει το χέρι μου.
Με μία απότομη κίνηση το διώχνω. Αυτή τη φορά δεν πιάνουν οι γλύκες του.
«Δε θα έπρεπε. Θα μάθεις πολύ σύντομα οτιδήποτε θέλεις.»
«Πού πάμε;» ρωτάω προσπαθώντας να αλλάξω θέμα.
«Κάπου. Θα δεις» απαντάει σαν να προσπαθεί να αποφύγει τις ερωτήσεις μου.
«Και η προπόνηση;» συνεχίζω τις ερωτήσεις παραξενεμένη.
«Ποια προπόνηση;»
Καλά τι λέει; Εκείνος δεν είπε ότι έχει προπόνηση και να μην αργήσω;
«Αααααα αυτηηη την προποονηησηηη λεςςς.» λέει ξαφνικά, αφού βλέπει ότι κατάλαβα.
«Ναιι καλέ αυτήν την προποονησηη.» συνεχίζω ύποπτα.
«Ναι εεεμμμ δε θα πάω τελικά.»
«Και που θα πάμε *τελικά*;» ρωτάω ελαφρώς εκνευρισμένη.
Κάτι μου λέει ότι πάλι στα ίδια θα καταλήξουμε και δε μ αρέσει καθόλου.
«Δεν μπορώ να σου πω»
«Ααα πρωτότυπο. Υπάρχει κάτι τέλος πάντων που να μπορείς να μου πεις;» λέω ειρωνικά.
«Όχι ακόμα»
«Και ποτέ δηλαδή θα μάθω τι μου συμβαίνει;;; Σε όλη μου τη ζωή βρίσκομαι στην άγνοια! Οι μοναδικοί άνθρωποι που θα μου έλεγαν είναι νεκροί κι έχω εσένα να με παραμυθιάζεις! Ως πότε αυτή η ιστορία, μου λεςςςςςς;;;»
«Σσσ κάνε λίγο ησυχία θα μας ακούσουν» λέει χαμηλόφωνα.
«Ποιος θα μας ακούσει; Τρελάθηκες;;!!» λέω ακόμη πιο δυνατά από πριν.
«Σσσσσσσσ μη φωνάζεις!»
Φαίνεται πολύ ανήσυχος...Έως τρομαγμένος θα έλεγα...
«Πού είμαστε;» λέω ψιθυριστά αυτή τη φορά.
«Μη μιλάς. ΣΚΥΨΕ!» λέει έντονα και σκύβει με ταχύτητα φωτός.
Η καρδιά μου χτυπάει σαν τρελή. Που είμαστε; Τι γίνεται;;
Μετά από λίγη ώρα βλέπω τον Τζέις να βγαίνει σκυφτός αργά από το αυτοκίνητο.
«Μην κουνηθείς.» μου λέει επιτακτικά.
Δεν περνάνε πέντε λεπτά κι ακούω πυροβολισμούς. Μα καλά σε αστυνομική ταινία βρίσκομαι; Δεν ξέρω αλλά φοβάμαι. Φοβάμαι πολύ. Δεν αντέχω και κάνω το λάθος να σηκώσω τ κεφάλι μου. Αμέσως μία σφαίρα περνάει ξυστά από το κεφάλι μου. Τι γίνεται εδωωω;; Θα με τρελάνουν!
Ο Τζέις έρχεται γρήγορα, ανοίγει την πόρτα, με αρπάζει από το χέρι και αρχίζουμε να τρέχουμε.

~•~

Έχει περάσει ένα τέταρτο και ακόμα τρέχουμε. Δεν ξέρω πού πάμε, δεν ξέρω ποιος μου κρατάει το χέρι, δεν ξέρω πού έχω μπλέξει, ξέρω μόνο ότι γλύτωσα από θαύμα. Όλα θυμίζουν τις σειρές που βλέπω στην τηλεόραση αλλά όσες φορές και να ανοιγοκλείνω τα μάτια μου δεν αλλάζει τίποτα.
«Στο επόμενο στενό αριστερά.» ακούω ίσα ίσα τον Τζέις να λέει και τον ακολουθώ τυφλά. Αφού στρίβουμε με σπρώχνει προς μία μισογκρεμισμένη αποθήκη.
«Θα κρυφτούμε εδώ. Είχαμε προβάδισμα και δε μας είδαν που μπήκαμε.»
«Ποιοι;; Ποιοι μας κυνηγούν; Τι θέλουν;;;;»
«Εσένα θέλουν Ρόουζ. Δε σου είπα ότι κινδυνεύεις;;»
«Κι εμείς πώς βρεθήκαμε σε αυτούς;;»
«Έπρεπε να...»
Δεν προλαβαίνει να τελειώσει κι ακούγεται ένας δυνατός θόρυβος από πίσω μου. Ψάχνω γύρω μου να δω αλλά δεν είναι κανείς.
«Τζέις φοβάμαι.» ψιθυρίζω αλλά όταν γυρνάω πάλι ο Τζέις δεν είναι εκεί.
«Τζέις;; Τζέις δεν είναι αστείο... ΤΖΕΙΣΣΣΣ!!!... Μη μ αφήνεις μόνη σε παρακαλώ!!!» φωνάζω με όλη μου τη δύναμη αλλά η μόνη απάντηση που παίρνω είναι η φωνή μου που χτυπά στους τοίχους της τεράστιας αποθήκης και ξαναγυρίζει σε μένα...
«Τζέις πού είσαι;...»

Πραγματική ΕυτυχίαTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang