Η συνάντηση

104 29 12
                                    

Μετά από μισή ώρα περπάτημα έφτασα επιτέλους στο μέρος της συνάντησης. Μου κόπηκαν τα πόδια όταν άκουσα το τρένο να περνάει και συνειδητοποίησα ότι ήμουν πλέον στο σταθμό.
Έψαχνα με το μάτι μου για κάτι που να θύμιζε "μυστήριο" αλλά τίποτα... Γύρισα να φύγω και τότε ένιωσα ένα χέρι να με πιάνει από τον καρπό και να με τραβάει στην άκρη.

-«Γεια σου Ρόουζ» μου είπε.
-«ΠΟΙΟΣ ΕΙΣΑΙ;; ΠΟΥ ΞΈΡΕΙΣ ΤΟ ΌΝΟΜΑ ΜΟΥ;;» τσίριξα τρομαγμένη προσπαθώντας να ελευθερώσω τα χέρια μου από τα δικά του...αλλά ήταν δυνατός...Ήταν ψηλός και γυμνασμένος, γαλανομάτης με καστανά μαλλιά. Μάλλον κοντά στην ηλικία μου...
-«Ηρέμησε» μου είπε και κυριολεκτικά ο τόνος της φωνής του με έκανε να χαλαρώσω.
-«Τι θέλεις από μένα;» είπα με ένα μελαγχολικό αυτήν τη φορά ύφος.
-«Ξέρω για την κατάρα. Θέλω να σε βοηθήσω»
-«Ξέρεις;; Τι ξέρεις;; Από πού;;»
-«Δεν μπορώ να σου πω αλλά πρέπει να με εμπιστευτείς. Κινδυνεύεις. Το μόνο που θέλω είναι να σε προστατέψω.»
-«Από τι; Τι είναι αυτό που κινδυνεύω; Δεν καταλαβαίνω...»
-«Αυτός που σε καταράστηκε θέλει να πάρει εκδίκηση από τη μητέρα σου σκοτώνοντας σε»
-«Μα γιατί; Τι του έκανε;;»
-«Τέλος οι ερωτήσεις. Θα μ εμπιστευτείς;»
-«Και γιατί να το κάνω αυτό;...»
-«Λυπάμαι αλλά δεν έχεις άλλη επιλογή...»

Καλά ναι έχει δίκιο... Αφού έφτασα ως εδώ δεν έχω άλλη επιλογή παρά να τον εμπιστευτώ...

-«Εντάξει» είπα διστακτικά.
-«Ωραία. Πρέπει να φύγεις από την πόλη το συντομότερο δυνατόν»
-«Και πού να πάω; Το έσκασα από το σπίτι μου, δεν έχω που να μείνω.»
-«Έχω εγώ. Θα σε πείραζε να έρθεις να μείνεις μαζί μου;»
-«Εε μάλλον όχι...ξέρω γω;»
-«Εντάξει τέλεια. Ορίστε το εισητήριό σου. Αύριο στις 8 το βράδυ να είσαι έτοιμη θα περάσω να σε πάρω. Στις 10 πετάμε για Νέα Υόρκη»

Είχα μείνει χαζή. Όλα εξελίσσονται τόσο γρήγορα που δυσκολευομαι να συμβαδίσω. Δεν προλαβαίνω να σκεφτώ, να αποφασίσω...σα να είναι όλα προκαθορισμένα και γω να τα μαθαίνω τελευταία στιγμή.
Άραγε πώς να τον λένε; Και ποιος πραγματικά είναι;

-«Τζέις» μου είπε φιλικά λες και διάβαζε τις σκέψεις μου. Θα με είδε που ήμουν χαμένη φαίνεται και θα με διάβασε σαν ανοιχτό βιβλιαράκι...

-«Στείλε μου τη διεύθυνση σου σε μήνυμα. Θα τα πούμε» είπε και χάθηκε στο πλήθος της αποβάθρας...

~•~

Είμαι καταραμένη να είμαι άσχημη, το έσκασα από το "σπίτι μου", μένω με τον καθηγητή μου και το σκύλο του, συνάντησα έναν άγνωστο, κινδυνεύει η ζωή μου και θα μείνω σε άλλη πόλη με κάποιον που το μόνο που ξέρω είναι το όνομά του.

Συμπέρασμα;... Έχω μία κατεστραμμένη ζωή.
Χάρη σ αυτά ρισκάρω τα πάντα και δε χάνω τίποτα.
Δεν πρόλαβα να τελειώσω τις σκέψεις μου και...

-«Ρόουζ; Τι κάνεις έξω;»
Ο κύριος Ρόμπερτ!!
-«Κ-κ-κύριε Ρόμπερτ! Δε θα γυρνούσατε α-αργότερα;» είπα τραυλίζοντας.
-«Ξέχασα ένα βιβλίο μου και γύρισα να το πάρω για το επόμενο μάθημα. Εσύ γιατί δεν είσαι σπίτι; Πού ήσουν;»
-«Εεε...εεε... σ-στο περίπτερο ν-να δω για ένα περιοδικό. Ξέρετε κοριτσίστικα πράγματα...»
-«Ναι ναι ξέρω μόδες, κουτσομπολιά... Ανούσια πράγματα. Τέλος πάντων με το σπίτι που ψάχνεις έχουμε καμιά πρόοδο;»
-«Για να είμαι ειλικρινής ναι. Βρήκα συγκάτοικο στη Νέα Υόρκη. Φεύγω αύριο.»
-«Υπέροχα θα σε βολέψει και με το πανεπιστήμιο, καλή αρχή λοιπόν Ροουζ»
-«Ευχαριστώ»
-«Και πώς τον λένε τον συγκάτοικο;»
-«Τζέις»
-«Τζέις, Τζέις... Κάτι μου θυμίζει αυτό το όνομα» ψιθύρισε.
-«Είπατε κάτι;» ρώτησα απορημένη.
-«Όχι όχι τίποτα, πέρασε η ώρα θα αργήσω» είπε βιαστικά κι έφυγε.
-«Και το βιβλίο;» φώναξα.
Δεν είχε απομακρυνθεί ούτε ένα μέτρο κι όμως δε με άκουσε.
Μα πού είναι το μυαλό του;

Πραγματική ΕυτυχίαOù les histoires vivent. Découvrez maintenant