Μπορεί η νύχτα βέβαια να ήταν ατέλειωτη, αλλά νομίζω πως άξιζε τον κόπο. Γιατί έκανα διάφορες σκέψεις που με βοήθησαν να ξεκαθαρίσω κάποια πράγματα που αφορούσαν εμένα. Συνειδητοποίησα πόσο λίγο ήξερα τελικά τον εαυτό μου μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Ας τα πάρω όμως από την αρχή. Δεν με έπαιρνε ο ύπνος. Το μυαλό μου βασανιζόταν από χίλιες σκέψεις. Έτσι λοιπόν σηκώθηκα από το κρεβάτι, έκλεισα την πόρτα του δωματίου μου μην τυχόν και με ενοχλούσε κάνεις και προσπάθησα να βάλω μια τάξη στο χάος που μου προκαλούσε πονοκέφαλο.
Καταρχάς, όλο αυτό το συναίσθημα που ένιωθα για τον Γιούρι μου θύμισε κάτι. Θυμήθηκα οτι δεν μου ήταν πρωτόγνωρο τελικά. Το είχα αισθανθεί παλιότερα αρκετές φορές. Πρώτη φορά ήταν στην πέμπτη δημοτικού. Ήταν η ημέρα των γενεθλίων μου και ο Χάρης, μαζί με κάτι άλλα παιδιά, μου είχαν ετοιμάσει ένα πάρτι έκπληξη. Τέλος πάντων, στο τέλος του πάρτι είχαμε μείνει μόνοι μας -εννοω εγώ με τον Χάρη- και καθαρίζαμε το σπίτι. Στο τέλος, λίγο πριν φύγει, με πλησίασε, με αγκάλιασε και μου είπε "χρόνια πολλά", δίνοντας μου ένα φιλί στο μάγουλο. Ήταν ακριβώς το ίδιο συναίσθημα με τώρα.
Μόνο που ανακάλυψα και κάτι άλλο. Όσες φορές κι αν το είχα νιώσει, ήταν μόνο με αγόρια. Ούτε μια φορά με κορίτσι. Αυτό λοιπόν με οδήγησε σε ένα άλλο συμπέρασμα: "Μήπως είμαι γκέι;"
Έπειτα από πολλή σκέψη, κατέληξα στο οτι μάλλον ο θαυμασμός για το φύλο μού δημιουργούσε αυτή την αίσθηση. Και μετά θυμήθηκα εκείνα τα Χριστούγεννα πέρυσι, που είχαμε πάει στον Καναδά, στο σπίτι του αδερφού μου. Εκείνος είχε καλέσει τον κολλητό του τον Έρικ στο τραπέζι. Κάποια στιγμή, του έπεσε λίγη σάλτσα από το ψητό στο πουκάμισό του. Τότε εγώ του πρότεινα να του δανείσω ένα δεύτερο που είχα πάρει μαζί μου τυχαία. Όταν λοιπόν πήγα να του το φέρω από τη βαλίτσα μου, ήρθε μαζί μου. Αλλά μόλις γύρισα να του το δώσω, είχε ήδη βγάλει το δικό του και στεκόταν μπροστά μου, ημίγυμνος, ενώ έτσι έριξα μια γρήγορη ματιά στο κορμί του. Ήταν πολύ γυμνασμενος, με τέλειους καλοσχηματισμένους κοιλιακούς. Λογικό για έναν αθλητή πόλο. Ξαφνιάστηκα μόλις τον είδα έτσι, δεν περίμενα να έχει βγάλει το πουκάμισο του. Ένιωθα το πρόσωπο μου να καίει, ενώ μόλις πήγα στο μπάνιο, κοιταχτηκα στον καθρέφτη και ήμουν κατακόκκινος. Και, εκτός από αυτό, ήμουν και σκληρός. Κυριολεκτικά. Εννοείται πως δεν ήθελα να το παρατηρήσει κανείς, για αυτό λοιπόν έμεινα για λίγο μέσα στο μπάνιο, μέχρι να συνέλθω.
Ναι λοιπόν, το παραδέχομαι. Είμαι γκέι. Είχα πολλά σημάδια βέβαια, αλλά τώρα το αντιληφθηκα. Εκείνος, ή μάλλον η παρουσία του, με βοήθησε να το καταλάβω έμμεσα. Και τώρα; Σε ποιόν θα το πω; Στους γονείς μου; Ούτε για αστείο. Μπορούσα να φανταστώ την αντίδραση τους. Θα πάθαιναν υστερία. Είναι τόσο θρησκόληπτοι, που δεν υπάρχει καμία περίπτωση να το χωνέψουν, χώρια που μπορεί να με πήγαιναν σε εξορκιστή, για να "βγάλει το σατανά από μέσα μου". Κάτι τέτοιες μαλακίες λένε ώρες ώρες και εγώ δεν μπορώ να αποφασίσω αν πρέπει να γελάσω, να κλάψω ή να θυμώσω. Στον ίδιο τον Γιούρι δεν θα το έλεγα, όχι ακόμη τουλάχιστον. Στο κάτω κάτω δεν τον ξέρω καν. "Καλύτερα να τον γνωρίσω πιο πολύ", σκέφτηκα. Μήπως να μιλήσω με τον Χάρη; Αυτός σίγουρα θα δείξει κατανόηση. Όμως, δεν νιώθω έτοιμος ακόμα. Κι αν δεν με στηρίξει; Ίσως να μην σταθεί στο πλευρό μου.
Η τελική απόφαση είναι να μην το αποκαλύψω σε κανέναν προσωρινά. Χρειάζομαι χρόνο, αυτά δεν γίνονται από την μια στιγμή στην άλλη.
Μόλις επιτέλους αποκοιμήθηκα ήταν πάρα πολύ αργά. Μου φάνηκε οτι το ξυπνητήρι χτύπησε αμέσως μόλις έκλεισα τα μάτια μου. Ο ήλιος φέρνει τις ακτίνες του στο δωμάτιο μου από το κλειστό εξώφυλλο της μπαλκονόπορτας. Δεν έχω καμία διάθεση να σηκωθώ από το κρεβάτι. Είμαι πτώμα.
Οι γονείς μου, που έχουν ήδη ξυπνήσει εδώ και ώρα, μου φωνάζουν εναλλάξ, με διαφορά μερικών λεπτών ο καθένας, οτι πρέπει να σηκωθώ. Το παίρνω απόφαση και πηγαίνω στο μπάνιο, ρίχνω λίγο κρύο νερό στο πρόσωπο μου για να ξυπνήσω και πάω στην κουζίνα για πρωινό. Πεινάω απίστευτα, οπότε πέφτω με τα μούτρα στην ομελέτα που μου έχει ετοιμάσει ο πατέρας μου. Ευτυχώς οι γονείς μου βιάζονται για να πάνε στις δουλειές τους και έτσι σχεδόν δεν μου μιλάνε. Η Ιόλη, η αδερφή μου, κοιμάται ακόμη. Πόσο τη ζηλεύω που δεν έχει να ξυπνήσει πρωί πρωί!
Κι αφού έχω ντυθεί και ετοιμαστεί, φεύγω για το σχολείο. Ξαφνικά ακούω κάποιον να φωνάζει το όνομα μου. Την φωνή όμως την αναγνωρίζω αμέσως. Είναι ο Γιούρι. Σκάω ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά. Γυρνάω και τον χαιρετάω.
"Καλημέρα", λέει, ενώ έχει ένα γλυκό χαμόγελο στο πρόσωπο του. Είναι τόσο χαριτωμένος και γοητευτικός. Προσπαθώ να φανώ ψύχραιμος, αλλά νιώθω τα μάγουλα μου να παίρνουν φωτιά, ενώ ακούω την καρδιά μου να χτυπάει, λες και προσπαθεί να πετάξει έξω από το στήθος μου.
"Τι κάνεις;", καταφέρνω να πω, προσπαθώντας να ανοίξω κουβέντα.
"Καλά", απαντάει, "εσύ;"
"Νυστάζω και βαριέμαι να πάω σχολείο!"
"Δεν κοιμήθηκες καλά ε;", με ρωτάει. Αυτό είναι τέλειο! Σημαίνει οτι ενδιαφέρεται! Μήπως νιώθει και εκείνος κατι παρόμοιο με αυτό που νιώθω κι εγώ;
"Όχι. Σκεφτόμουν.", απαντώ με στοχαστικό ύφος, ενώ λίγες από τις σκέψεις που έκανα την νύχτα περνούν αστραπιαία από το μυαλό μου.
"Τι σκεφτοσουν και δεν σε άφηνε να κοιμηθείς;", ρωτάει, ενώ χαμογελάει πονηρά, "Ή μήπως είναι κάτι πιο προσωπικό;"
"Και που να ήξερες τι σκεφτόμουν", λέω από μέσα μου. Απ'έξω μου λέω όμως: "Θα το έλεγα πιο ιδιωτικό.", ενώ ανταποδίδω το πονηρό χαμόγελο.
"Εντάξει, όπως θες." και σχεδόν ταυτόχρονα αφήνει ένα γελακι, το οποίο ακούγεται παραδεισένιο στα αυτιά μου. Προφανώς θέλει να με σκοτώσει. Είναι κούκλος ο άτιμος, το όνειρο κάθε ανθρώπου που ενδιαφέρεται για το αρσενικό φύλο.
"Δεν μου λες", αλλάζω θέμα, " γιατί δεν ήθελες να έρθεις μαζί μας για καφέ χθες;" Η αλήθεια είναι οτι ήμουν περίεργος και για αυτό, αν και είχα προβλέψει περίπου τι θα έλεγε.
"Εεε κοιτα...", είπε αμήχανα, "Ντράπηκα"
" Μα γιατί; Ήταν ευκαιρία να γνωριστούμε καλύτερα!"
Τώρα έχει κοκκινίσει για τα καλά. Δεν θέλω να τον πιέζω. Καταβάλλω τεράστια προσπάθεια για να μην τον φίλησω στο μάγουλο, γιατί φαίνεται τόσο γλυκούλης.
"Πιστεύω θα ένιωθα άβολα", απαντάει τελικά.
"Μαζί μου μην νιώθεις άβολα." , του λέω και του ακουμπάω το μπράτσο, πολύ διακριτικά. Θέλω τόσο πολύ να το χαϊδέψω, είναι τόσο μυώδες, αλλά και τρυφερό. Πριν να φυγω εκτός ελέγχου και κάνω πράγματα που αργότερα με προδώσουν, απομακρυνω το χέρι μου τόσο διακριτικά όσο το έφερα κοντά του, πάνω του. Χαμογελάει. Συνεχίζουμε να περπατάμε, ενώ λέμε διάφορα πράγματα, μέχρι που φτάνουμε στο σχολείο. Εκεί, λίγα μέτρα πέρα από την είσοδο, περιμένει ο Χάρης. Μας χαιρετάει και συστήνεται στον Γιούρι. Και ο Γιούρι σε εκείνον.
Από εκείνη την στιγμή και έπειτα ο Γιούρι έγινε το τρίτο άτομο στην παρέα μας. Αυτό μου έδωσε τη δυνατότητα να έρθω πιο κοντά μαζί του. Κάναμε πιο πολύ παρέα και γνωρίσαμε ο ένας τον άλλο. Κάθε μέρα νιώθω οτι το ενδιαφέρον μου για αυτόν φουντώνει ολοένα και περισσότερο. Κι εκείνος όμως εκφράζει κάποια σημάδια, πιθανόν του αρέσω. Κάθε μέρα έρχεται και με παίρνει από το σπίτι, που είναι δύο τετράγωνα μακριά από το δικό του και περπατάμε μαζί για το σχολείο. Λατρεύω να τον βλέπω κάτω από το παράθυρο μου κάθε πρωί, να περιμένει και να στηρίζει την πλάτη κόντρα στον τοίχο της πολυκατοικίας. Πάντα πηγαίνουμε και παίρνουμε καφέ πριν το σχολείο και πολλές φόρες νιώθω πως προσπαθεί να το παίξει τζέντλεμαν, αφού επιμένει να πληρώνει ο ίδιος. Είμαι σίγουρος οτι του αρέσω, αλλιώς δεν θα έκανε όλες αυτές τις χειρονομίες. Είναι τόσο γλυκός, που με κάνει να λιώνω.
Παρόλα αυτά δεν του λέω ακόμη κάτι για αυτά που αισθάνομαι, αν και αφήνω κάτι να υπονοείται.
Κάπως έτσι πέρασαν οι πρώτες εβδομάδες. Δηλαδή, έτσι συνέχισε ο υπόλοιπος καιρός, μόνο που τίποτα δεν μένει σταθερό, γίνονται αλλαγές. Οι οποίες οφείλονται στο γεγονός οτι γνωρίζουμε και τους υπόλοιπους συμμαθητές μας. Οι περισσότεροι είναι ίδιοι, χωρίς καμία διαφορά. Ανώριμα καγκουρια που δεν ξέρουν που τους πάνε τα τέσσερα και νομίζουν οτι είναι και μάγκες. Ντίβες που φοράνε τα πιο κοντά και τα πιο κολλητά ρούχα, μερικές έρχονται με μακιγιάζ στο σχολείο. Λίγα είναι τα φυσιολογικά άτομα, με τα οποία μπορώ να κάνω παρέα. Αυτά που ο μέσος μαθητής θα χαρακτήριζε φυτά.
Στο μεταξύ, όσο περνάει ο καιρός, εκτός από γνωριμίες και φιλίες, κάποια άτομα κάνουν φάσεις και σχέσεις, ή τουλάχιστον προσπαθούν. Για παράδειγμα, ο Χάρης έχει αρχίσει να βγαίνει ραντεβού με την Σωτηρία, εκείνη την κοπέλα από το τμήμα του, ενώ ο ίδιος μου έχει πει οτι την φίλησε κιόλας, ένα βράδυ που είχαν πάει σε ένα κλαμπ.
Ο Γιούρι φλερτάρει με ένα κορίτσι από το τμήμα της θεατρολογίας, την Ναυσικά. Γενικά δεν είμαι ζηλιάρης, αλλά κάθε φορά που τους βλέπω να σαλιαριζουν βγαίνω από τα ρούχα μου. Ευτυχώς δεν έχουν κάνει κάτι πιο σοβαρό, απλά ανταλλάσσουν γλυκολογα και κοιτάζονται σαν ηλίθια. Πόσο μου τη σπάει, δεν λέγεται! Αλλά δεν θέλω να του πω και τίποτα, αλλιώς θα καταλάβει ότι είμαι τσιμπημενος και δεν είμαι έτοιμος για κάτι τέτοιο. Νομίζω ότι το χειρότερο πράγμα που μπορείς να κάνεις στον εαυτό σου είναι μην εκφράζεις τα συναισθήματα σου. Μερικές φορές ίσως είναι καλό, αλλά αυτή τη φορά δεν με βοηθάει. Όπως μια μέρα που μιλούσαν και φλέρταραν κάπως έτσι.
"Σήμερα έπαιξες πολύ καλά την Ηλέκτρα στο μάθημα", της λέει.
"Αχ, είσαι τόσο γλυκούλης!", του απαντάει "Αλλά και εσύ δεν ήσουν κακός για Ορέστης." Έτσι μου έρχεται να της δώσω μια μπουνιά να της σπάσω τη μύτη. Μάλλον έχει καταλάβει ότι δεν την πάω καθόλου και το κάνει επίτηδες. Την πουτανα!
Για να λέμε την αλήθεια, ακόμη και εμένα μου την πέφτει ένα κορίτσι. Έλεος! Τη λένε Βαρβάρα και καθόμαστε μαζί στην πληροφορική. Εχει μαύρα, μακριά ίσια μαλλιά, που φτάνουν λίγο πιο κάτω από τους ώμους της, ενώ τα μάτια της είναι γκρι. Είναι μετρίου αναστήματος και αδύνατη. Τέσσερα μαθήματα έχουμε κάνει όλα κι όλα και νομίζει την γουστάρω. Άσε που ψάχνει αφορμές για να με πλησιάσει. Για παράδειγμα, στο τελευταίο μάθημα που κάναμε.
"Μπορείς να μου πεις τι κάνουμε εδώ;", ρωτάει με ναζιάρικη φωνή.
"Κάνε κλικ πάνω δεξιά, εκεί που λέει επεξεργασία..."
"Βάλε το χέρι σου στο ποντίκι, καθοδήγησε με.", με διακόπτει με ακόμα πιο ναζιαρικο ύφος. Θα ξερασω, το νιώθω. Αλλά δεν θα της κάνω τη χάρη. Ευτυχώς μπορώ να της κόψω τον αέρα, πράγμα που δεν καταφέρνω με άλλους ανθρώπους.
"Νομίζω δεν χρειάζεται, είσαι αρκετά έξυπνη για να καταλάβεις τις οδηγίες μου, οι οποίες είναι ξεκάθαρες.". Συν ένα σατανικό χαμόγελο στο τέλος. Αυτό την κάνει έξω φρενών, ενώ ήσυχα ήσυχα αποτραβιέται στην καρέκλα της και συνεχίζει την δουλειά της. Την οποία παρεμπιπτόντως μια χαρά μπορούσε να κάνει και χωρίς την βοήθεια μου. Είναι πολύ πονηρή. Παρόλα αυτά δεν το βάζει κάτω. Που θα πάει όμως; Θα βαρεθεί κάποια στιγμή.
Τώρα, όσον αφορά την σχέση ανάμεσα σε εμένα και τον Γιούρι, παραμένουμε φίλοι. Πηγαίνω στο σπίτι του ή έρχεται αυτός στο δικό μου. Έχω γνωρίσει την οικογένεια του. Οι γονείς του, Όλεγκ και Γκαλίνα, είναι πολύ φιλόξενοι, αλλά και τα αδέλφια του, η Νατάσα, ο Ιβάν και η Βαλεντίνα έχουν πλάκα. Κι αυτός μου λέει ότι έχω υπέροχη οικογένεια. Οι γονείς μου τον εκτιμούν πολύ. Κι εκείνος θέλει να έρχεται σε εμένα. Περνάμε υπέροχα όταν είμαστε μαζί. Βλέπουμε ταινίες, βγαίνουμε έξω για φαγητό ή ποτό και παίζουμε ηλεκτρονικά παιχνίδια, στον υπολογιστή κυρίως, για ώρες ολόκληρες. Τον θέλω σαν τρελός, αλλά τι να κάνω; Πως να του πω ότι μου αρέσει;
"Κατάλαβες τώρα τι τραβάω;", λέω στη Χριστιάνα μια μέρα που είχαμε πάει για παγωτό στο Σύνταγμα. Η Χριστιάνα είναι μια κοπέλα που γνώρισα στο σχολείο, μισή Ελληνίδα και μισή Κύπρια. Είναι και αυτή μαζί μου στην πληροφορική, κάθεται στο διπλανό θρανίο, πολύ πιο συμπαθητική από την Βαρβάρα, ενώ είναι και η μόνη που τα ξέρει όλα. Ότι είμαι γκέι και ότι μου αρέσει ο Γιούρι. Τώρα που το σκέφτομαι, πιο πολύ εμπιστεύομαι εκείνη παρά τον Χάρη. Αυτό οφείλεται στο ότι και αυτή μου λέει πολλά πράγματα για τον εαυτό της. Νιώθω ότι είναι πολύ έμπιστη και ταιριάζουμε πολύ σαν χαρακτήρες.
"Μισό λεπτό. Είπες ότι ο Γιούρι φασωνεται με την Ναυσικά, σωστά;", με ρωτάει σκεπτική.
"Ναι", της απαντώ με φυσικότητα.
"Ξέρεις αν έχουν κάνει κάτι άλλο; Εννοώ αν έχουν κάνει το επόμενο βήμα;"
"Τώρα που το λες, όχι.", είπα, ενώ μόλις το είχα συνειδητοποιήσει.
"Βασικά, το μόνο που μου λέει αυτός είναι ότι, ενώ και η ίδια τον φλερτάρει έντονα, δεν δείχνει να θέλει κάτι παραπάνω."
"Σου έχει πει ο ίδιος τι αισθάνεται για αυτή;", με ρωτάει ξανά, ενώ στο ύφος της διακρίνω ότι κάτι δεν πάει καλά. Σαν να προσπαθεί να διασταυρώσει κάποιο στοιχείο, ή σαν να θυμήθηκε κάτι κακό.
"Παρότι λέει ότι ενδιαφέρεται, δεν δείχνει κάτι τέτοιο. Είναι σαν να μην εννοεί πραγματικά ότι του αρέσει. Και γνωρίζονται γύρω στις τέσσερις εβδομάδες." Τώρα πραγματικά η Χριστιάνα φαίνεται ότι δεν κρατιέται, κάτι θέλει να μου πει.
"Κοίτα", λέει ενώ παίρνει μια βαθιά ανάσα, "δεν θέλω να σε ανησυχήσω, αλλά νιώθω ότι πρέπει να σου πω κάτι. Να ξέρεις δεν θα έκανα σε καμία άλλη περίπτωση κάτι τέτοιο, δεν είναι του χαρακτήρα μου, αλλά μου έχεις φερθεί πολύ εντάξει και νομίζω ότι πρέπει να σου το πω." Φαίνεται πολύ ανήσυχη ξαφνικά, ενώ μου έχει κινήσει την περιέργεια.
"Άσε τους προλόγους και πες", λέω όσο πιο ψύχραιμα γίνεται.
"Λοιπόν, πρόσεχε πολύ με αυτή την Ναυσικά, είναι μεγάλο φίδι."
"Τι εννοείς;"
"Την ξέρω πολύ καλά και νομίζω ότι είναι ο μόνος άνθρωπος που μου έχει φερθεί τόσο άσχημα μέχρι σήμερα. Αλλά ας το πάρω από την αρχή." Σταματά για λίγο και συνεχίζει. "Λοιπόν, όλα ξεκίνησαν πέρυσι, που άλλαξα σχολείο. Ως νέα μαθήτρια, ήθελα πολύ να κάνω νέες παρέες. Και το κατάφερα."
"Ναι αλλά τι σχέση έχουν όλα αυτά με την Ναυσικά;", τη διακόπτω
"Θα δεις. Μια από αυτές τις παρέες ήταν και η Ναυσικά. Τον πρώτο καιρό κάναμε πολύ παρέα, είχαμε γίνει κολλητές. Ή τουλάχιστον έτσι με είχε κάνει να νομίζω. Της είχα πει όλα μου τα μυστικά. Εδώ πρέπει να σου πω κάτι για μένα. Είμαι μπάι. Περίμενα την κατάλληλη στιγμή για να σου το πω. Δεν ένιωθα έτοιμη."
"Καταλαβαίνω, μην ανησυχείς", της είπα. Πραγματικά δεν με πείραζε. Άλλωστε κι εγώ το ίδιο πρόβλημα είχα.
"Τέλος πάντων, αυτή ήταν η μόνη που το γνώριζε. Το σχολείο στο οποίο πήγαινα δεν φαινόταν πολύ ανοιχτό σε αυτά τα θέματα. Για αυτό και της είχα ζητήσει να μην το πει πουθενά."
"Και το είπε;", συνέχισα έπειτα από μια παύση.
"Ναι. Η πουτανα! Μου το έπαιζε φίλη, ενώ με έθαβε κανονικοτατα.", φωνάζει θυμωμένη.
"Πως το ανακάλυψες;", την ρώτησα.
"Μια μέρα, άθελά μου δηλαδή, την άκουσα στις τουαλέτες του σχολείου να συζητάει με μια φίλη της. Εγώ ήμουν μέσα, δεν με είχε δει. Έλεγε σε μια φίλη της ακριβώς ότι της είχα πει. Στο τέλος γελαγαν κιόλας. Η μαλακισαμενη. Έτσι με είπαν. Συζητούσαν για το πόσο ξεφτίλα θα με κάνουν. Απορώ πως κρατήθηκα και δεν πετάχτηκα έξω να τις τσακίσω στο ξύλο."
"Και τελικά; Τσακωθηκατε;" Ήμουν σοκαρισμένος. Έπρεπε να το πω στον Γιούρι. Αν τον πλήγωνε, θα την σκότωνα. Ποιος ξέρει τι είχε στο μυαλό της.
"Έκανα υπομονή. Έφυγαν από την τουαλέτα. Λίγο μετά βγήκα και εγώ. Αποφάσισα να συμπεριφερθώ φυσιολογικά. Για να μην κινήσω υποψίες. Θα έπαιρνα εκδίκηση πάση θυσία. Και δεν θα το καταλάβαινε. Μέσα σε δύο ώρες το είχε μάθει όλο το σχολείο. Όλοι με έδειχναν με το δάχτυλο και χαχανιζαν σαν ηλίθιοι. Δεν είπα όμως τίποτα. Ακόμη και εκείνη την ώρα όμως μου το έπαιζε φίλη. Κανείς δεν ήξερε πως αυτή είχε μεταδώσει το μυστικό μου. Προφανώς έβαλε εκείνη την φίλη της να το πει. Έτσι δηλαδή έμαθα αργότερα."
"Και μετά τι έκανες;"
"Το ίδιο βράδυ είχε φροντιστήριο και θα γυρνούσε σπίτι στις εννιά το βράδυ. Ήταν χειμώνας και νύχτωνε νωρίς. Έτσι, πήγα κάτω από την πολυκατοικία της, ντυμένη με κουκούλα για να μην με γνωρίσει. Περίμενα στο σκοτάδι για να μην με δει κανείς. Μόλις ήρθε πετάχτηκα από την κρυψώνα μου και την έριξα κάτω. Έφαγε τέτοιο ξύλο, που αν δεν σταματούσα, θα την έστελνα στο νοσοκομείο. Μολις τελείωσα, έφυγα σφαίρα και την άφησα εκεί. Την άλλη μέρα δεν ήρθε στο σχολείο. Με πήρε το άλλο πρωί τηλέφωνο και μου είπε ότι ήταν πολύ χάλια και ότι δεν θα ερχόταν. Το μόνο που της είπα ήταν "χέστηκα". Και μετά την έβρισα. Της είπα ότι τα ήξερα όλα και ότι δεν ήθελα να της μιλήσω ποτέ ξανά. Από τότε ξεκοψα."
"Πραγματικά λυπάμαι.", είπα σοκαρισμένος.
"Προειδοποίησε τον Γιούρι με τρόπο. Είναι πολύ ύπουλη."
"Μην ανησυχείς.", κατάφερα να πω. Δεν θα τον άφηνα έτσι. Δεν θα επέτρεπα σε κανέναν να του κάνει κακό.
![](https://img.wattpad.com/cover/145498192-288-k502797.jpg)
BINABASA MO ANG
Love wins
Teen FictionΟ Ηρακλής είναι ένα αγόρι 15 ετών που ζει στην Αθήνα και που μόλις έχει αρχίσει το λύκειο. Την πρώτη μέρα στο σχολείο γνωρίζει τον Γιούρι, έναν συνομήλικο του από την Ουκρανία. Τα δύο αγόρια αναπτύσσουν μια καλή φιλία που θα εξελιχθεί σε έναν μεγάλο...