// 028 POV //
Καθόμουν στο γραφείο μου πίνοντας ένα μικρό ποτήρι ουίσκι, βάζοντας μόνο μία μικρή ρουφιξιά ένιωσα τον λαιμό μου ελαφρώς να καίγεται κανοντάς με όλο και περισσότερο να πίνω , να πίνω και να ξανά πίνω. Η κοπελίτσα βρισκόταν σε καλά χέρια, στα δικά μου και είμαι σίγουρος ότι στο να την έχω στο πλευρό μπορώ να γίνω ο πλουσιότερος άνθρωπος της Στοκχόλμης.
'' Όλα έτοιμα.'' Άκουσα τον Gerald, ενώ έβγαλε την μάσκα του και την πέταξε πάνω στο μεγάλο μου γραφείο.
'' Την τακτοποιήσες;'' Τον ρώτησα φανερά απορημένος, ενώ έβγαλα απο το χαρτόκουτο ένα τσιγάρο βαζοντάς το στο στόμα μου, η αλήθεια ήταν ότι το χρειαζόμουν μετά απο μία κουραστική μέρα με τον Mark.
'' Στο σπίτι σου, όπως μου ανέθεσες.'' Μουρμούρισε, ενώ κάθησε στην ακριβώς απέναντι θέση βγάζοντας τον αναπτύρα του απο την αριστερή τσέπη του. Εγώ δεν μίλησα παραμόνο τον άρπαξα με όλη μου τη δύναμη και άναψα το τσιγάρο μου πέρνοντας μία έντονη τζούρα σαν να είχα να το γευτώ χρόνια και ήθελα να το ξανά απολαύσω. '' Και δεν μου λες φίλε, τι θα την κάνεις;'' Με ρώτησε, ενώ έβαλε και εκείνος ένα απο τα δικά του τσιγάρα στο στόμα του ενώ κάθησε καλύτερα στη θέση του απολαμβάνοντας τη θέα της μικρής δόξας.
'' Κάτι έχω στο νου μου..'' Γρύλισα, καθώς άρχισα να σκέφτομαι διάφορα και κυριώς πράγματα που θα μπορούσα να κάνω μαζί της.
'' Είναι σκληρή, πρόσεχε.'' Μουρμούρισε ο Gerald, ενώ φύσιξε τον καπνό του και με κοίταξε στα μάτια σαν να μου λέει 'πρέσεχε αυτή θα σου τα πάρει όλα' και εδώ σου λέω φίλε μου ότι δεν φοβάμαι ένα μικρό κοριτσάκι.
'' Όλα κομπλέ.'' Απάντησα μονολεκτικά σβήνοντας το τσιγάρο μου, αφού άρπαξα το μαύρο Jacket μου πήρα τα κλειδιά του τζιπ μου και έφυγα προς το σπίτι μου σαν σίφουνας. Σε λίγα λεπτά η επίρρεια του φαρμάκου θα περνούσε και η μικρή θα ξυπνούσε, όποτε έπρεπε να την υποδεχτώ όπως έπρεπε. Μόλις έφτασα στο σπίτι, πάρκαρα το αμάξι και έβγαλα τα κλειδιά της εξώπορτας προσπαθώντας να ανοίξω τη πόρτα, μόλις το κατάφερα μπήκα μέσα με σκοπό να την δω μπροστά μου να σκαλίζει πράγματα.
'' Τι κάνεις εκεί;'' Φώναξα φανερά σοκαρισμένος ενώ κατευθύνθηκα προς το μέρος της, εκείνη είχε μείνει να με κοιτάει ενώ απο τα χέρια της έπεσε μία φωτογραφία με την οικογενειά μου.
'' Εγώ...'' Μουρμούρισε, ενώ έπιασε τη φωτογραφία στα χέρια της και αφού την έβαλε στη θέση της ανέβηκε τρέχοντας της σκάλες προς το δωμάτιο όπου θα κοιμόταν τα υπολοιπά της βράδια.
Κατευθύνθηκα προς τη φωτογραφία καθώς άρχισα με το βλέμμα μου να αναλύω κάθε υφή της.Όλα τα συναισθήματα, όλες αυτές οι έντωνες αναμνήσεις άρχησαν να περικλύουν το μυαλό μου, δεν μίλησα παραμόνο ακούμπησα το σπασμένο γυαλί προς το πρόσωπο της μητέρας μου και έβγαλα έναν βαθύ αναστεναγμό λύπης και ίσως συναισθηματικού πόνου.
Aχ αυτό το κορίτσι... δεν θα τα πάμε καλά.
.
.
.
.
.
.
.
.
ΓΕΣ ΓΕΣ ΓΕΣ ΚΑΛΗΣΠΕΡΟΥΔΙΑ ΑΓΑΠΕΣ ΜΟΥ :3
Μολις ανεβηκε καινουριο κεφαλαιο (λιγο καθυστερημενα αλλα συμβαινουν πολλα αφ:()
Ελπιζω να σας αρεσε η μερια του 028 μας :3 (Σε λιγο καιρο θα μαθευτει και το ονομα του)
Αμα σας αρεσε να κανετε ενα vote/comment
και σας υποσχομαι οτι το επομενο θα ειναι ελαφρουτσικο μεγαλυτερο
Φιλουθκακια , Φενια <3Υ.Γ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΣΤΕΙ ΓΙΕΣ
YOU ARE READING
◾️ Stockholm ~Greek ◾️
FanfictionΗ 18 χρονή πλέον Emma Maxuel αναγκάζεται να 'αποχωρήσει' απο το σπίτι της απο τα χέρια ενώς μυστηριώδες αγοριού, κρατόντας την όμηρο για 131 ώρες στο χρηματιστήριο της Στοκχόλμης. Νιώθοντας πλέον τύψεις για ότι έγινε αποφασίζει να ανακαλύψει ποιός...