Λιγο πριν

424 32 0
                                    

Ξανά ξύπνησα από απλά τον ήλιο καθώς χωρίς καμια προστασία πανω απο το κεφάλι μου ο ήλιος με ξυπνούσε κάθε πρωί.Σαν να μου έλεγε ότι δεν θα βρω ούτε από εκείνον έστω λίγο κατανόηση. Σηκώθηκα και έβγαλα από πανω μου το Ζεστό παλτό μου αυτό που με προφιλασε τα τελευταία βραδυά. Ο μικρός στενός μου δρόμος τόσο μοναχικός και απόμακρος. Θα φενοταν επικυνδινο Αλλά εμένα δεν με τρομάζει τίποτα πια. Δεν έχω να χάσω κάτι πια.  Σηκώθηκα έτριψα λίγο τα μάτια μου και νοσταλγισα το κρεβάτι του ξενοδοχείου. Το σώμα μου ταλαιπωρημένο και κουρασμένο για άλλη μια φορά είχε πιαστεί.  Το στομάχι μου διαμαρτυρήθηκε για μια ακόμα φορά και άρχισε να με πονάει πια επικυνδινα εκεί. Να με εξαντλεί παραπάνω. Οι δυνάμεις μου δεν άντεχαν άλλο. Αλλά έπρεπε να σηκωθώ  ξανά. Να πάω να ζητήσω για μια δουλειά αν δεν ήθελα αυτή η μάταια ζωή να τελειωσει εδώ. Μια εβδομάδα,7 ολόκληρες μέρες είχα να φάω κανονικά και να κοιμηθώ. Ευτιχως τα κοινόχρηστα αποχωρητήρια ήταν η μόνη μου πολυτέλεια.  Μπορούσα να πληθω και να  πιω νερό πράγμα που με κρατούσε ζωντανή ακόμα. Όμως η εξαντληση μεγάλωνε. Συχνά ζαλιζομουν πια,συχνά χρειαζόμουν κάποιο στήριγμα για να πιαστώ ενώ στα τρία βήματα μου ένιωθα την ανάγκη να καθίσω. Όσο συλλογιζομουν όμως όλα αυτά που είχα περάσει τις τελευταίες μέρες έχανα χρόνο. Έτσι ξανασηκωθηκα και αφού μάζεψα το σάκο μου που φενοταν ασήκωτος,αλλά δεν είχε παρά τα λίγα υπάρχοντά μου, άρχισα να προχωρώ. Μάτια κόκκινα και κουρασμένα να κλείνουν,τα μαλλιά μου απεριποιητα σε ένα κότσο πιασμένα πίσω. Περπατούσα για άλλη μια φορά στους δρόμους ζητώντας σε κάθε μαγαζί  η καφέ αν ήξεραν για κάποια κένη θέση.Ολες οι θέσεις ήταν κλειστές.

Περπατώντας μια αγγελία μου τράβηξε την προσοχή "ζητείται υπαλληλος"  φυσικά και έτρεξα στο μαγαζί ελπίζοντας για μια θετική απάντηση Αλλά αντί για αυτο το μόνο που πήρα ήταν ένα ξερό.
-Η θέση έχει καλυφθεί
Τα φτερά μου κόπηκαν ξανά. Το σώμα μου δεν με κορόιδευε είχε εξαντληθεί δεν είχα Αλλά περιθώρια. Έκατσα σε ένα παγκάκι βαριανασαινοτοτας. Άλλο ένα μεσημέρι έκαιγε τη σάρκα μου,άλλο ένα μεσημέρι δίχως φαγητό η νερό. Έγυρα το κεφάλι μου στο παγκακι και έκλεισα τα μάτια μου. Ο ύπνος με πήρε αμέσως λες και είχα να κοιμηθώ χρόνια. Με κατάπιε στα όνειρά του που εκεί για καλή μου τύχη ήμουν  χορτασμενη,ξεκούραστη και ξενιαστή  σε μέρη που είχαν περάσει από την ζωή μου σαν παιδί και τώρα επέστρεφα σε αυτά.... Έτρεχα γελώντας φορωντας το αγαπημένο μου άσπρο φόρεμα που δεν αποχωρισομουν ποτέ και  με τα λαμπερά μακρυά μαύρα μαλλία μου να ανεμίζουν στον αέρα. Κρατώντας μόνο ένα περήφανο χαρταετο. Με τα γέλια μου να αντίχουν στο πράσινο. Μα ξαφνικά σταματάω κοιτάω χαμογελαστή προς μια άλλη κατεύθυνση και βλέπω το γλυκό πρόσωπο της. Το πόσο μου είχε λείψει. Με κοίτα με το Ζεστό της χαμόγελο και με τα χέρια ανοιγμένα και εγω τρεχω καταπάνω της. Ουρλιάζοντας "μαμα" . Με σηκωνει στα χέρια της,με φιλα παντού στο προσωπο μου γελώντας και εγώ αφήνω το κεφάλι μου κουρασμένο να πέσει είδη κοιμισμένο στον ώμο της. Δεν ηταν παντα έτσι όπως κατέκτησε να είναι για αυτό και δεν της κραταω κακιά αλλά δεν σημαίνει πως δεν με πονεσε η συμπεριφορα της . Έτσι χάνεται αυτή η υπέροχη εικόνα μόνο και μόνο για να με επαναφέρει στην  σκληρή πραγματικότητα. Η εξάντληση εισβάλει ξανά βίαια στο σώμα μου,τα μάτια μου ανοίγουν αναγκάζοντας με να δω άλλες εικόνες,αδιάφορες μπροστά σε αυτή που έβλεπα και ήθελα να ξανά δω πριν από λίγο. Αναρωτήθηκα φυσικά ποτέ θα τελείωνε το βάσανο μου. Πια ο ήλιος είχε χαθεί και εγώ κοιτούσα τα φθαρμενα από τα βήματα των ανθρώπων, πεζοδρόμια. Η ζάλη μεγάλωνε   μερα με την μέρα και από την στιγμή που ξυπνούσα δεν έφευγε μέχρι να ξανά κοιμηθώ. Οι δυνάμεις μου με εγκατελειπαν....Φυσικά και ήταν αναμενόμενο κάθε μέρα το σώμα μου να είναι δυσκολότερο να κάνει το οτιδήποτε.  Το ήξερα ότι από λεπτό σε λεπτό μπορούσα να πέσω,είχα χάσει κιλά και ο ύπνος δεν μου έφτανε για να αναπλήρωσω μιας εβδομάδας και ταλαιπωρία. Σηκώθηκα όμως και κοίταξα στους δρόμους ξανά...με τα μάτια μου να προσπαθώ να τα κρατησω ανοικτά  και να επεξεργάζομαι κάθε τι που θα μου φενοταν χρήσιμο. Όμως τίποτα,άλλη μια μέρα έφυγε έτσι και εγώ επέστρεφα απογοητευεμενη στο στενάχωρο και  σκοτεινό στενό μου. Έφτασα και έκατσα εξαντλημένη κάτω. Με πήρε αμέσως ο ύπνος χωρίς να δώσω σημασία στον δροσερό αέρα της νύχτας που με έκανε να μαζευτω. Οι ώρες πέρασαν και παλι οι πρώτοι θόρυβοι και ο ηλιος με ξυπνησαν ομως...Όμως σήμερα δεν υπήρχε περίπτωση να σηκωθώ. Δεν γινόταν αυτό ήταν. Τα μάτια μου ξανά έκλειναν όταν ένιωσα κάτι κρύο στο χέρι μου και τα άνοιξα. Ένα χαρτονόμισμα στο χέρι μου. Μια γυναίκα με κοιτούσε με λύπηση. Τέντωσα το χέρι μου μαζί με το χαρτονόμισμα στο μέρος της πράγμα που την έκανε φυσικά να απορησει.
-Ευχαριστώ πολύ.
Είπα και το έδωσα πίσω...κάτι που ποτέ δεν θα επεπτρεπα ήταν αυτό. Δεν θα δεχόμουν  βοήθεια από κανένα ακόμα και αν αυτό σημαίνε το τέλος μου. Με κοίταξε παράξενα και το πήρε πίσω κάπως θυμωμένα. Πήγε να φύγει όταν στα μισά σταματησε και γύρισε πίσω. Έβγαλε ένα μπουκάλι νερό από την τσάντα της και μου το άφησε δίπλα μου. Έφυγε γρήγορα πριν προλάβω να πω τίποτα λογικά για να αποφύγει όποια απόρριψη μου. Χαμογέλασα σε αυτή την πράξη της και φυσικά δεν το αρνήθηκα ούτε όταν έφυγε. Άνοιξα το μπουκάλι και σχεδόν αμέσως το τελειωσα. Πήρα την ενέργεια που ήθελα και από μέσα μου ευχαρίστησα εκείνη την γυναικα. Σηκώθηκα και αν και η ζάλη υπήρχε ακόμη άνθρωποι σαν Εκείνη την γυναίκα μου έδιναν κουράγιο να συνεχίσω.  Ξεκίνησα πάλι να περιπλανιέμαι στους δρόμους για ώρες,περνούσαν με την κάθε στιγμη να εχει  τις δικές της δυσκολίες μέχρι που για μια ακόμη φορά με αγκάλιασε το βράδυ μαζί με το κρύο αέρα του. Τίποτα όλα ήταν κρατημενα η είχαν πιαστεί οι θέσεις. Δεν έβρισκα καμία ελπίδα απολύτως, γύρισα στο στενό μου και κατερευσα καταβεβλημενη  στη θεση μου. Ξαφνικά δάκρυα άρχισαν να κυλανε από τα μάτια μου και λυγμοι να αφήνουν το στόμα μου άθελά μου.  Δεν άντεχα άλλο την ταλαιπωρία και την στεναχώρια, στο τέλος ήταν άδικο και να φύγει εκείνος από την ζωή μου και να καταλήξω έτσι. Ήθελα πίσω την Ερμινα που έχασα εκείνη που αγαπούσα τώρα απλά δεν την αναγνώριζα δεν την ήθελα όχι δεν ήμουν εγώ αυτή. Υποσχέθηκα ότι θα το αφήσω πίσω.
-Ερμινα
Η φωνή με έκανε να αναπηδησω και να ανατριχιάσω. Γύρισα το κεφάλι μου πάνω και είδα δύο γυαλιστερά πράσινα μάτια που δεν φαινόντουσαν εύκολα από το λιγοστό φως Αλλά θα τα αναγνώριζα παντού. Σκούπισα γρήγορα τα δακρυα μου,καθως μου φενοταν ασυληπτο αυτος να με δει αδυναμη και μετά θυμήθηκα ότι βρίσκομαι έτσι επειδή δεν του έκανα.
Λογικά δεν ήμουν ικανή για τη θέση δεν ξέρω με τι κριτήριό δεν με δέχτηκε .
-Άρθουρ
είπα ψυχρά και σηκώθηκα. Έκλεισα σφιχτά τα ματια μου  από την ζάλη και πιάστηκα από τον τοίχο πίσω. Απλωσα το χέρι μου μπροστά του δειχνωντας του να περιμένει και δεν είναι τίποτα καθώς άρχισε να με πλησιάζει κάπως γρήγορα.
-Σε έψαχνα και στο ξενοδοχείο Αλλά δεν σε βρήκα.
Αφού πατησα καλα στην γη και στάθηκα  άρχισα κάπως να απομακρύνομαι Αλλά τον ένιωθα να με ακολουθεί. Στην κατάσταση που ήμουν δεν ήθελα κανένα. Ειδικά εκεινον να με δει ετσι.
- Ναι έφυγα
Είπα ψυχρά και προσπάθησα να πάω πιο γρήγορα Αλλά τα πόδια μου πονούσαν σε κάθε βήμα.
- Που πας;
-Δουλειά μου
Η φωνή του δεν άλλαζε από ψυχρή Αλλά και η δικιά μου ήταν σκληρή πια αγνοούσα το τι επίδραση είχε πανω μου και πήγαινα παρακατω.
-Ερμινα δεν είσαι καλά.
Άκουσα την φωνή του πιο κοντά.  Με εξοργίζε η επιμονή του.
-Και εσενα τι σε νοιάζει; 
Είπα και πιάστηκα ξανά από τον τοίχο. Ένιωθα σιγά σιγά το φως να φεύγει.
-Άσε τα παιδιαρισματα και πάμε
Είπε ψυχρά και με έπιασε από το χέρι,η λαβή του με έκαψε και έκανε τις αισθήσεις μου να ξυπνήσουν. Γρηγορα τραβήχτηκα
-Άσε με!
Είπα με όση φωνή μου έμεινε.
-Ερμινα
Φώναξε άγρια και ξανά έπιασε το χέρι μου. Κοίταξα τα μάτια του και ήταν το τελευταίο που είδα πριν ηττηθω από την εξάντληση. Λίγο πριν πέσω και χτυπήσω απότομα το σκληρό δάπεδο...Αυτό ήταν κέρδισε

Νεο κεφάλαιο! Εμ Ναι άργησα αλλά εχθές ανέβασα 9ο άλλη ιστορία και σήμερα έρχεται και άλλες νεες ανανεωσεις ουσιαστικά μπαίνω σε μια σειρά γιατί λόγο καλοκαιριού είχε χαθεί. Αν σας άρεσε αφήστε ένα σχόλιο η ψηφίστε την ιστορία με βοηθάει πολυυ ❤❤

Ο συγγραφέας μου Where stories live. Discover now