Γύρισα και είδα τον Πέιτον με τον Λιάκο να μαλώνουν... Μέχρι να βγω έξω να τους χωρίσω ο Πέιτον βάρεσε
τον Λιάκο στην μύτη και άρχισε να τρέχει αίμα... Κατευθείαν πήγα στον Λιάκο να δω τι κάνει και αν είναι καλααα..Ε: Είσαι πολύ ηλίθιο παιδί μου?
Π: Μαρία, σε παρακαλώ γυρνά σε εμένα και άσε αυτόν... Θα πάμε στο Los Angeles και θα σε κάνω το πιο ευτυχισμένο άτομο στον κόσμο...
Ε: Πέιτον... Δεν σε χρειάζομαι φύγε τωρααα αμεσωςςς..
Π: οχιι
Ε: ΤΩΡΑΑΑ...
Πήγα κοντά του και τον κοίταξα επιθετικά στα μάτια...
Έφυγε χωρίς να πει κουβέντα... Ήταν δακρυσμένος.. αλλά το μόνο που με διέφερε εκείνη την ώρα ήταν ο Λιάκος...
Ε: Μωρό μου, όμορφο είσαι καλααα??
Λ: Σε παρακαλω, ηρέμησε λίγο και απλά φώναξε τους άλλους και πες τους να μου φέρουν λίγο χαρτι...
Δεν πρόλαβα να σηκωθώ ήταν ήδη έξω με χαρτί... Είχα βάλει τα κλαματα και είχα γυρίσει την πλάτη, γιατί δεν άντεχα άλλο να βλέπω, και έκλαιγα... Κάπου άρχισα να ζαλίζομαι και μετά κάπου εκεί να παραπατάω αλλά δεν θυμάμαι τίποτα άλλο.
Next morning
Ξύπνησα με το χέρι μου να είμαι στο κεφάλι μου από τον πόνο... Ξυπνάω και δεν βλέπω τον Λιάκο δίπλα μου, αρχίζω να δακρύζω, αλλά κάτσε που είμαι?? Κοιτάω λίγο γύρω μου καταλαβαίνω ότι είμαι στο σπίτι του Λιάκου... Κοιτάω πάλι στο κρεβάτι και δεν τον βλέπω στην θέση του και με ξανά πιάνουν τα κλαματα... Θέλω να κατέβω πάρα πολύ κάτω να δω αν είναι εκει.. αλλά πρέπει κάτι να βάλω πάνω μου γιατί είμαι με τα ΕΣΏΡΟΥΧΑ!!!
Πήρα ένα μεγάλο φούτερ του και το φόρεσα... Άφησα και τα μαλλιά μου κάτω ανακατεμένα και έτρεξα κάτω... Το μόνο που είδα ήταν μια Νικολέτα και έναν Μυριο ο ένας μακριά από τον άλλον... Δεν μιλούσαν δε φιλιόντουσαν , δεν δεν δεν ..
Ε: τι πάθατε εσείς??
Ν: Εμμ χωρίσαμε!!! Ήταν απόφαση και των δύον...
Μ: αλλά παραμένουμε φίλοι έτσι??
Ν: Μόνο φίλοι?? Κολλητοί...
Είπε και γέλασαν..
Ε: Ο ΛΙΑΚΟΣ?? ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΛΙΑΚΟΣ?
Είπα ξανά και άρχισα να κλαιωω..
Ν: Μαράκι μου, ηρέμησε, θα έρθει αλλά μπορεί να αργήσει λίγο.. και άρχισε σιγά σιγά να χαμηλώνει την φωνή της...